Ενόψει σημαντικών προκλήσεων θα βρεθεί την επόμενη περίοδο η σχέση Ευρώπης – Ηνωμένων Πολιτειών, αφού η Γηραιά Ήπειρος θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες φαινομένων αλλαγής που παρατηρούνται στην αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Η μετατόπιση της Ουάσινγκτον από το «δόγμα Ομπάμα», με κύριο χαρακτηριστικό την επιδίωξη διατήρησης της φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων, στο «America First» του Ντόναλντ Τραμπ και την ad hoc και à la carte αντιμετώπιση των επιμέρους ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής και διεθνών οικονομικών σχέσεων αποτυπώνεται σε μια σειρά από εξελίξεις, που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα και την Ευρώπη.
Ο αναπροσανατολισμός (;) των ΗΠΑ
Η βούληση της κυβέρνησης Τραμπ για υποχώρηση των ΗΠΑ από το ρόλο του «παγκόσμιου επόπτη» και από την άνευ όρων και προϋποθέσεων προσπάθεια προώθησης πολιτικών ελεύθερου εμπορίου, καθώς και η προσπάθεια απεμπλοκής από συμφωνίες της περιόδου Ομπάμα, έχουν σφραγίσει τις διεργασίες των τελευταίων μηνών.
Η πρόσφατη απόφαση για αποχώρηση των ΗΠΑ από την Unesco, το αίτημα προς τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για αποχώρηση από τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή (COP21) τον περασμένο Αύγουστο, αλλά και η αποδοκιμασία της συμφωνίας Δύσης – Τεχεράνης για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν από τον Ντ. Τραμπ το 2015, αντανακλούν τη νέα προσέγγιση του Λευκού Οίκου.
Την ίδια ώρα, εξαιρετικά ακανθώδες είναι και το ζήτημα των εμπορικών σχέσεων ΗΠΑ – ΕΕ μετά την κατάρρευση των συνομιλιών για την αμφιλεγόμενη συμφωνία ΤΤΙΡ. Η κυβέρνηση Ομπάμα προωθούσε τη συμφωνία, ωστόσο η εκλογή Τραμπ έβαλε τέλος στις διαπραγματεύσεις. Η Ουάσινγκτον ακολουθεί την ίδια γραμμή και στις διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Βoρείου Αμερικής (NAFTA), το μέλλον της οποίας είναι επίσης αβέβαιο.
Η νέα θέση της Ευρώπης
Σε αυτές τις μεταβαλλόμενες συνθήκες, η Ευρώπη κρίνεται ότι πρέπει να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο σε γεωπολιτικές υποθέσεις που ξεπερνούν την κλίμακα της επικράτειάς της. Αρκετοί αναλυτές, για παράδειγμα, διατυπώνουν την άποψη ότι η Άνγκελα Μέρκελ οφείλει να πάρει –αν δεν το έχει κάνει ήδη– τη σκυτάλη του παγκόσμιου θεματοφύλακα των φιλελεύθερων αξιών από τον Μπαράκ Ομπάμα. Μια τέτοια εξέλιξη ωστόσο δεν είναι δυνατόν ούτε να διαπιστωθεί άμεσα ούτε, κυρίως, να υλοποιηθεί εύκολα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει να αντιμετωπίσει τα δικά της εσωτερικά θέματα, αφού βρίσκεται σε μια κρίσιμη ιστορική καμπή. Μέρκελ και Μακρόν αναζητούν τη χρυσή τομή για την αναγκαία αναμόρφωση του ενωσιακού οικοδομήματος αλλά και της Ευρωζώνης εν μέσω πολλαπλών κρίσεων.
Η Ευρώπη καλείται να διαχειριστεί αλλαγές που την αφορούν στη γεωπολιτική σκακιέρα, την ώρα που στο εσωτερικό της απειλείται από την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού, των αποσχιστικών τάσεων και της κρίσης εμπιστοσύνης των Ευρωπαίων πολιτών προς τους θεσμούς της.
Με το βλέμμα στο μέλλον
Πέρα όμως από τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η ίδια η Ευρώπη, η σχέση της με τις ΗΠΑ, αναμένεται να δοκιμαστεί τους επόμενους μήνες σε μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων. Εκτός από τη συμφωνία για το Ιράν, την οποία η Ευρώπη θέλει να διαφυλάξει, αβεβαιότητα προκαλούν οι χειρισμοί του Προέδρου Τραμπ στο ζήτημα του Αφγανιστάν, της Βόρειας Κορέας και τη Συρίας αλλά και οι σχέσεις με τη Μόσχα.
Ο διατλαντικός δεσμός ωστόσο δεν έχει κλονιστεί –τουλάχιστον προς το παρόν– σε βαθμό που να δικαιολογούνται φόβοι για πλήρη διάρρηξή του. Η Ευρώπη αποτελεί τον στενότερο και πιο σημαντικό εταίρο των ΗΠΑ, η δε συνεργασία με την Ευρώπη και ειδικότερα με τη Γερμανία είναι απαραίτητη για την προώθηση βασικών προτεραιοτήτων της διακυβέρνησης Τραμπ. Σε αυτό το πλαίσιο, το πλέγμα σχέσεων ΗΠΑ – Γερμανίας αναμένεται να ευνοήσει τη συνεργασία σε ζητήματα όπως η καθιέρωση εμπορικών κανόνων και προτύπων σε διεθνές επίπεδο, υπό το πρίσμα (του ελέγχου, αν όχι της ανάσχεσης) του ανερχόμενου διεθνούς ρόλου της Κίνας.
Η επανεκλογή της Άνγκελα Μέρκελ, την ίδια ώρα, προκαλεί αίσθημα ασφάλειας στις ΗΠΑ, αφού η Καγκελάριος αξιολογείται από την Ουάσινγκτον ως προβλέψιμη και σταθερή στις κινήσεις της, ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει με τη Ρωσία. Αναμφίβολα οι επόμενοι μήνες θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού, από τη μια, η ύπαρξη σαφούς δείγματος γραφής από τη διακυβέρνηση Τραμπ, που θα κλείνει έναν χρόνο, και, από την άλλη, ο σχηματισμός κυβέρνησης στο Βερολίνο και η ωρίμανση του προέδρου Μακρόν στο νέο του ρόλο θα προσδιορίσουν τους όρους για τη σχέση ΗΠΑ – ΕΕ, σε μια περίοδο ούτως ή άλλως μεγάλης ρευστότητας σε παγκόσμιο επίπεδο.
* Το ΕΝΑ είναι ένα ανεξάρτητο, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ερευνητικό κέντρο. Αποτελεί ένα βήμα ελεύθερου διαλόγου και ένα χώρο δημιουργίας και διάδοσης εναλλακτικών ιδεών με τελικό στόχο το μετασχηματισμό τους σε εφαρμόσιμες θεωρίες και πολιτικές τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.