Στην «αθώωση» φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων που έχουν εντοπιστεί για σοβαρές παραβάσεις φοροδιαφυγής, προχώρησε η ΑΑΔΕ, καθώς τους επιτρέπει να διενεργούν εισαγωγές αγαθών που προορίζονται για εξαγωγή χωρίς ΦΠΑ.
Η υπόθεση αφορά τις εταιρείες που εισάγουν αγαθά στην Ελλάδα, τα οποία προορίζονται για επανεξαγωγή σε άλλες χώρες της ΕΕ και δεν «χρεώνονται» με ΦΠΑ για τα συγκεκριμένα προϊόντα.
Το πλαίσιο που διέπει τις συγκεκριμένες ενδοκοινοτικές συναλλαγές, αλλάζει με απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή (Α.1221/2020), με την οποία τροποποιείται παλαιότερη απόφαση της πρώην υφυπουργού Οικονομικών Αικ. Παπανάτσιου του έετους 2015 (ΠΟΛ. 1167/ 2015).
Η αλλαγή, με την οποία διευκολύνονται οι κατηγορούμενοι για φοροδιαφυγή, έρχεται σε μια στιγμή που οργιάζουν οι «εξαφανισμένοι έμποροι» και η κλοπή του ΦΠΑ στην ΕΕ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιέχονται σε πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχασαν πάνω από 140 δισ. ευρώ έσοδα από το ΦΠΑ το 2018, ενώ η Ελλάδα έαχσε 6,5 δισ. ευρώ!
Ειδικότερα, οι προϋποθέσεις έγκρισης απαλλαγής από τον ΦΠΑ, επί αγαθών που προορίζονται για επανεξαγωγή, σύμφωνα με το πλαίσιο, που ίσχυε μέχρι προχθές, 30 Σεπτεμβρίου 2020 προέβλεπε μεταξύ άλλων τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Τα δικαιούχα πρόσωπα κατά την διαχειριστική περίοδο στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση ή σε κάποια από τις τρεις προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους:
α) Δεν έχουν υποπέσει σε παραβάσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ν.4174/26.7.2013 (ΦΕΚ 170 Α΄), όπως ισχύει. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού αρκεί μόνο η διαπίστωση της παράβασης, χωρίς να απαιτείται και η οριστικοποίησή της.
β) Δεν έχουν κάνει χρήση «ΕΙΔΙΚΟΥ ΔΙΠΛΟΤΥΠΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ» χωρίς προηγούμενη έγκριση. γ) Δεν έχουν κάνει υπέρβαση του ορίου της απαλλαγής που έχει χορηγηθεί ή του δωδεκαμήνου για το οποίο χορηγήθηκε.
Δηλαδή, όσοι είχαν εντοπιστεί από τις φορολογικές αρχές για σοβαρές φορολογικές παραβάσεις μεταξύ των οποίων είναι και η έκδοση πλαστών και εικονικών τιμολογίων, δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν εισαγωγές αγαθών, απαλλασσόμενες, από τον ΦΠΑ, αφού ήταν αρκετή «μόνο η διαπίστωση της παράβασης, χωρίς να απαιτείται και η οριστικοποίησή της».
Το συγχωροχάρτι
Με την νέα απόφαση της ΑΑΔΕ, αλλάζει ριζικά η διάταξη και πλέον προβλέπει, πως επιτρέπεται η εισαγωγή αγαθών προς επανεξαγωγή, χωρίς ΦΠΑ, και σε πρόσωπα τα οποία έχουν εντοπιστεί για φοροδιαφυγή, αλλά δεν έχουν τελεσιδικήσει οι υποθέσεις τους, με αμετάκλητη απόφαση.
Σημειώνεται πως οι συγκεκριμένες υποθέσεις λόγω του φόρτου εργασίας των διοικητικών δικαστηρίων απαιτούν χρόνια για να τελεσιδικήσουν, αλλά πλέον στο διάστημα αυτό, οι εμπλεκόμενοι σε βαριές φορολογικές παραβάσεις θα μπορούν να διενεργούν κανονικά, χωρίς πρόβλημα, ενδοκοινοτικό εμπόριο.
Το επίμαχο άρθρο της νέας απόφασης είναι το ακόλουθο:
«Έγκριση απαλλαγής
Χορηγείται άμεση απαλλαγή από το Φ.Π.Α. για την αγορά από το εσωτερικό της χώρας ή την εισαγωγή αγαθών ή την λήψη υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διαδικασίες της παρούσας, στα δικαιούχα πρόσωπα του ανωτέρω άρθρου 1, εφόσον κατά την τελευταία τριετία δεν έχει εκδοθεί σε βάρος τους αμετάκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου για τη διάπραξη φορολογικών παραβάσεων που συνιστούν φοροδιαφυγή κατά την έννοια και τα όρια του άρθρου 66 παρ. 1 έως 4 του ν. 4174/2013, και το όριο έκδοσης εικονικών ή πλαστών στοιχείων, αποδοχής εικονικών στοιχείων και νόθευσης τέτοιων στοιχείων της περ. α’ του τελευταίου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, όπως αυτά ισχύουν.».
Τι συνιστά φοροδιαφυγή
Το άρθρο 66 του ν. 4174/2013, που αναφέρεται στην απόφαση της ΑΑΔΕ, κωδικοποιεί τον όρο φοροδιαφυγή. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι:
1.Έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:
α) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ειδικού φόρου ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη,
β) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη Φορολογική Διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές,
γ) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο το φόρο αυτόν.
Ποινές φυλάκισης και κάθειρξης
Όποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών:
α) αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, ή
β) αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος:
αα) τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας ή
ββ) τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.
Επιβάλλεται κάθειρξη αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας, ή τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς.
Τιμολόγια
Όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών.
Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται:
α) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ και
β) με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ.