Ελλάδα

Handelsblatt: Οι πλημμύρες επισκιάζουν την επενδυτική βαθμίδα


Μετά από 13 χρόνια η Ελλάδα επιστρέφει στην επενδυτική βαθμίδα μετά την σημαντική αξιολόγηση του καναδικού οίκου DBRS, o οποίος είναι εκ των τεσσάρων οίκων που αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ.

«Την Παρασκευή πολλοί ειδικοί του χρηματοπιστωτικού κλάδου αμφέβαλαν ακόμη εάν η Ελλάδα πράγματι θα επέστρεφε στην επενδυτική βαθμίδα. Είχαν επισημάνει ότι οι καταστροφικές πλημμύρες στην κεντρική Ελλάδα θα κατέστρεφαν μέρος της οικονομικής προόδου που είχε επιτευχθεί. Εντούτοις η Ελλάδα έλαβε την αναβάθμιση» παρατηρεί σε σχετικό ρεπορτάζ της η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.

Mεταξύ άλλων το ρεπορτάζ σημειώνει ωστόσο ότι η DBRS επισημαίνει και τους κινδύνους. «Παρά το ευνοϊκό προφίλ της Ελλάδας και τις επιτυχίες ως προς τη μείωση του δείκτη χρέους, η βιωσιμότητά του εξαρτάται κυρίως από την ικανότητα της χώρας να επιστρέψει σε βιώσιμα πρωτογενή πλεονάσματα. Περίπου το 70% του ελληνικού δημόσιου χρέους συνεχίζουν να κατέχουν δημόσιοι πιστωτές όπως ο ESM».

Πλημμύρες: Οι πολιτικές συνέπειες μπορεί να είναι σοβαρές

Το ρεπορτάζ όμως αναφέρεται και στις επιπτώσεις της βιβλικής καταστροφής στον θεσσαλικό κάμπο από τις πρωτοφανείς πλημμύρες. «Η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα επισκιάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις σοβαρές καταστροφές των πλημμυρών» με τον αριθμό των θυμάτων να συνεχίσει πιθανώς να αυξάνεται μόλις το νερό υποχωρήσει. «Ο κάποτε σιτοβολώνας της Ελλάδας είναι πλέον μια απέραντη θάλασσα» σημειώνει το ρεπορτάζ και στη συνέχεια σχολιάζει την πολιτική πτυχή της καταστροφής:

«Ασκείται έντονη κριτική στην κυβέρνηση και την πολιτική προστασία. Η ένταση της καταιγίδας υποβαθμίστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα και πολλοί διερωτώνται γιατί ο στρατός, που διαθέτει ελικόπτερα, φουσκωτά και εξοπλισμό για να κατασκευάσει προσωρινές γέφυρες, επιχείρησε τόσο αργά.  Μόνο μετά από τέσσερις ημέρες η κυβέρνηση συνέστησε κέντρο διαχείρισης κρίσης στην περιοχή. Πολλοί θεωρούν επίσης ακατανόητο γιατί η Ελλάδα δεν ζήτησε βοήθεια από το εξωτερικό. Οι πολιτικές συνέπειες μπορεί να είναι σοβαρές. Η οργή αυξάνεται στον κόσμο, η οποία ενισχύει λαϊκιστές και ακροδεξιούς».

Πηγή DW

Διαβαστε επισης