Επιχειρήσεις

ΓΣΕΒΕΕ: Απαιτείται νέος μηχανισμός για υπερχρεωμένα νοικοκυριά - επιχειρήσεις


 Tην ανάγκη θεσμοθέτησης ενός νέου αποτελεσματικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση του φαινομένου υπερχρέωσης επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ με επιστολή της προς τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, τους Υπουργούς Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, τον Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, τα πολιτικά κόμματα, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών. 

Χαρακτηριστικά, αναφέρονται στην επιστολή τα ακόλουθα: «Καθημερινά γινόμαστε αυτήκοοι και αυτόπτες μάρτυρες για πλήθος κατασχέσεων και δεσμεύσεων λογαριασμών για χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία (σύμφωνα με δημοσιεύματα ανέρχονται σε 1000 την ημέρα), ενώ το ιδιωτικό χρέος προς το δημόσιο τομέα αγγίζει πλέον τα 100δις, βαίνοντας προοδευτικά αυξανόμενο. Παράλληλα, ένα μεγάλο μέρος των νοικοκυριών και των μικρών επιχειρήσεων της χώρας βρίσκονται πλέον αντιμέτωπα με το φάσμα του πλειστηριασμού κύριας, δευτερεύουσας κατοικίας ή και επαγγελματικής στέγης για μη εξυπηρετούμενα δάνεια τα οποία δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια. Τα πρωτοδικεία της χώρας έχουν κατακλυστεί από υποθέσεις υπερχρεωμένων επαγγελματιών και νοικοκυριών που αναζητούν αλλά αδυνατούν να βρουν μια ρεαλιστική λύση στο πρόβλημα υπερχρέωσης».

Όπως υπογραμμίζει η Γενική Συνομοσπονδία, η συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών δεν ανήκει στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών. Πριν το ξέσπασμα της κρίσης, το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στη χώρα μετά βίας άγγιζε το 10%, ενώ τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας προσδιορίζουν το ποσοστό των ανοιγμάτων σε επίπεδα άνω του 50%. Η έρευνα 2017 της Eurostat για τη φτώχεια και τις κοινωνικές αποστερήσεις καταδεικνύει ότι πάνω από το 35% των νοικοκυριών στην Ελλάδα βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας και αποστέρησης. Η ραγδαία αύξηση των κόκκινων δανείων επομένως οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μείωση των εισοδημάτων και την πτώση του βιοτικού επιπέδου.  

Τα βασικά εργαλεία για την προστασία των δανειοληπτών και οφειλετών υπήρξαν οι νόμοι για την αναστολή πλειστηριασμών (Ν. 3869/2010 και Ν. 4336/2015), η προστασία πρώτης κατοικίας, ο Κώδικας Δεοντολογίας της ΤτΕ. 

«Κάποια από αυτά τα εργαλεία πέτυχαν είτε γενικά, είτε αποσπασματικά τους σκοπούς τους, όμως δεν επέφεραν μια οριστική λύση- με κοινή ευθύνη κυβερνήσεων, θεσμών και τραπεζικού συστήματος- στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων και της υπερχρέωσης. Το τελευταίο νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων ενώ επί της αρχής αποτελεί ένα πολύ καλά οργανωμένο οδηγό για την επίλυση του προβλήματος των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, στην πράξη αποδεικνύεται ότι οι διαδικασίες υπαγωγής στο μηχανισμό καθυστερούν σημαντικά και οι επιχειρήσεις στρέφονται σε άλλες πεπατημένες ή παράπλευρες λύσεις» σημειώνει στην επιστολή της η ΓΣΕΒΕΕ. 

Στο υφιστάμενο πλαίσιο, έτσι όπως έχει προδιαγραφεί από τους στόχους των προγραμμάτων προσαρμογής είναι προφανές ότι το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του δεν πρέπει και δεν μπορεί να αγνοήσει την ανάγκη θεσμοθέτησης ενός νέου αποτελεσματικού μηχανισμού που θα προστατεύει μεν τις τράπεζες και τα δημόσια ταμεία από τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, αλλά θα λαμβάνει πρόνοια για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις τα οποία εν μέσω κρίσης έχουν υποστεί πρωτοφανείς μειώσεις εισοδημάτων και εσόδων.

Η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι είναι επιτακτική η διαμόρφωση, ψήφιση από όλα τα κόμματα  και εφαρμογή μιας κοινής χάρτας πολιτικών για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της υπερχρέωσης, που θα συνδυάζει τα προηγούμενα εργαλεία με την προσθήκη ορισμένων σημαντικών ρυθμίσεων. Συγκεκριμένα, η ΓΣΕΒΕΕ προτείνει τη θεσμοθέτηση των παρακάτω εργαλείων/ πολιτικών:

1) Η προστασία της κύριας κατοικίας πρέπει να διατηρηθεί και για τα επόμενα χρόνια, με μοναδικό κριτήριο την ανάλυση της εισοδηματικής ικανότητας του δανειολήπτη. Παράλληλα, να υπάρξει μέριμνα για την προστασία της επαγγελματικής στέγης και των λοιπών παγίων των επιτηδευματιών, ιδιαίτερα όταν αποτελούν μοναδικό μέσο αναπαραγωγής και διατήρησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

2) Δυνατότητα εξαγοράς ή άμεσης επαναγοράς του δανείου που έχει αποδοθεί σε ταμεία/ distress funds από το δανειολήπτη σε τιμές αντίστοιχες της αρχικής αγοράς (με μια μικρή επιπρόσθετη εισφορά έως 2% για να απαλειφθεί το σενάριο του ηθικού κινδύνου).

3) Απαλοιφή υπολοίπων οφειλής έπειτα από οικειοθελή και συναινετικό πλειστηριασμό ακινήτου, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες έχει υπάρξει προσημείωση.

4) Θα πρέπει να συμπεριληφθούν στη δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση χρέους πρώην επαγγελματίες/ συνταξιούχοι που δεν διατηρούν την ιδιότητα του επιχειρηματία, αλλά είχαν λάβει δάνειο και διέκοψαν την επιχειρηματική δραστηριότητα εντός της κρίσης. Αντίστοιχη μέριμνα πρέπει να ληφθεί για τους εγγυητές/ συνοφειλέτες επαγγελματίες/ ή συνταξιούχους. Σε περίοδο κρίσης δεν τεκμαίρεται επί της αρχής δολιότητα στη μη αποπληρωμή οφειλών, και θα πρέπει αυτή να αποδεικνύεται μέσα από την αξιολόγηση των περιουσιακών στοιχείων του δανειολήπτη.

5) Σχετικά με τις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις, άμεση προτεραιότητα πρέπει να είναι οι λελογισμένοι συμψηφισμοί και η αυτόματη απόδοση υπολοίπων σε επιχειρήσεις που είναι ταυτόχρονα χρεώστες και πιστωτές του δημοσίου. Για την αποτελεσματική εφαρμογή των 120 δόσεων, θα πρέπει να μην εκπίπτει το δικαίωμα διατήρησης της ρύθμισης μετά από 2 αποτυχίες τήρησης του λογαριασμού.

6) Στο σκέλος των παλαιών ασφαλιστικών οφειλών (προ ΕΦΚΑ), επαναφέρουμε την πρόταση για πάγωμα χρέους, με παροχή δυνατότητας συνταξιοδότησης και εξαγορά πλασματικού χρόνου στη λήξη του εργασιακού βίου.

7) Στο πεδίο των ηλεκτρονικών συναλλαγών, είναι σαφής η ανάγκη θεσμοθέτησης ενός μοναδικού ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού ανά επιχείρηση (τουλάχιστον σε μεταβατικό επίπεδο 5 ετών), ο οποίος θα εξυπηρετεί όλες τις οικονομικές λειτουργίες της επιχείρησης και του οποίου οι τεχνικές παραμετροποιήσεις δύνανται να υπόκεινται σε κάποια κριτήρια, όπως ο κύκλος εργασιών, ύψος οφειλών. Μια τέτοια ρύθμιση, θα δώσει ώθηση στις τραπεζικές συναλλαγές και θα υπάρξουν σημαντικές επιστροφές κεφαλαίων μέσα στο τραπεζικό σύστημα.

8) Παράλληλα, θα πρέπει να διαμορφωθεί ένας μηχανισμός υποστήριξης και έγκαιρης προειδοποίησης επιχειρήσεων σε κρίση για την αποτροπή πτωχεύσεων και την επαναφορά σε υγιή οικονομική κατάσταση και αποτροπή παρόμοιων φαινομένων στο μέλλον.

Η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι με την εισαγωγή ενός τέτοιου ολιστικού πλέγματος ρυθμίσεων και πραγματικής προστασίας των αδύναμων, καθιερώνεται ένα πλαίσιο ορθολογικής διαχείρισης των κόκκινων δανείων που ευνοεί την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος, τη διατήρηση και ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας και βελτιώνει τη συνεργασία και την εμπιστοσύνη μεταξύ κράτους- ιδιωτών- τραπεζικού τομέα.

«Είναι σαφές», καταλήγει η επιστολή της ΓΣΕΒΕΕ, «ότι απέναντι στις εμμονές των διεθνών πιστωτών και ορισμένων ακραίων και απομονωμένων πια αντιλήψεων των θεσμικών εταίρων, θα πρέπει να υπάρξει μια κοινή εθνική γραμμή γύρω από το θεμελιακό για την κοινωνική συνοχή και οικονομική συνέχεια προβλήματος της υπερχρέωσης. Η ψήφιση από κοινού ενός Νόμου που θα περιλαμβάνει τα παραπάνω αποτελεί εθνικό καθήκον».