Μπροστά σε μιά δύσκολη εξίσωση με πολλούς “άγνωστους Χ” βρίσκεται η κυβέρνηση, προσπαθώντας να διαχειριστεί τη μεγάλη υγειονομική κρίση: Πρέπει να βρει τρόπους να συγκεράσει αντιτιθέμενους στόχους, επιτυγχάνοντας αφ' ενός να αναχαιτίσει την πανδημία και αφ' ετέρου να περιορίσει τις πολλαπλές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της.
“Συνταγή” μέχρι στιγμής δεν υπάρχει και οι περισότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βρίσκονται μπροστά στο ίδιο πρόβλημα: Τα περιοριστικά μέτρα που οι επιστήμονες θεωρούν αναγκαία για την ανάσχεση του κορονοϊού, απορρυθμίζουν την οικονομία, καταστρέφουν ολόκληρους επιχειρηματικούς κλάδους και προκαλούν έντονες αντιδράσεις.
Παντού υπάρχει έντονη λαϊκή δυσφορία, ακόμη και από την πλευρά εκείνων που επικροτούν τους εμβολιασμούς και τη λήψη περιοριστικών μέτρων στις μετακινήσεις και στη λειτουργία καταστημάτων.
Το θέμα γίνεται και αντικείμενο σφοδρής πολιτικής αντιπαράθεσης ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου σύσσωμη η αντιπολίτευση επικρίνει με σφοδρότητα τους κυβερνητικούς χειρισμούς, υποστηρίζοντας ότι ούτε τη δημόσια υγεία προστατεύουν αποτελεσματικά, ούτε βοηθούν την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες.
Η "δυσφορία" που γίνεται πολιτικό κόστος
Η κυβέρνηση ανησυχεί περισσότερο όχι για τους μύδρους της αντιπολίτευσης, αλλά για το κοινωνικό κλίμα που διαμορφώνεται και για τη “δυσφορία” μεγάλων κοινωνικών ομάδων και επαγγελματικών τάξεων που αποτελούν τη “ραχοκοκκαλιά” της εκλογικής της βάσης. Φοβάται ότι όσο η πανδημία συνεχίζεται χωρίς να μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο, θα υφίσταται αργή, σταδιακή φθορά, καθώς η απογοήτευση και ο προβληματισμός θα μετατρέπονται σε αποδοκιμασία..
Αναγκάζεται λοιπόν να παραβλέπει τις απόψεις ειδικών επιστημόνων, επιδημιολόγων, λοιμωξιολόγων κλπ, οι οποίοι τις τελευταίες εβδομάδες κρούουν συνεχώς τον κώδωνα του κινδύνου, προτείνοντας την άμεση λήψη αυστηρών μέτρων τύπου lockdown ως μοναδικού μέσου για την αποτροπή ενός ακόμη ισχυρότερου πανδημικού κύματος, που θα έχει σε τελική ανάλυση μεγαλύτερες επιπτώσεις στην οικονομία και θα προκαλέσει δυσβάσταχτο δημοσιονομικό κόστος.
Εισηγούνται, αλλά δεν ακούγονται
Τις τελευταίες μέρες πληθαίνουν οι φωνές επιστημόνων που χωρίς αντιπολιτευτική ή διάθεση, απλώς “διαπιστώνουν” ότι κατά τη λήψη αποφάσεων για τα θέματα της πανδημίας πρυτανεύουν πολιτικά και οικονομικά κριτήρια. Οι προτάσεις των επιστημονικών επιτροπών που συμβουλεύουν την κυβέρνηση και εισηγούνται μέτρα, λαμβάνονται βέβαια υπόψη, σε συνδυασμό όμως με τις επιπτώσεις τους στην οικονομία και στη διαμόρφωση του κοινωνικού και πολιτικού κλίματος.
Οπως επισημαίνουν αναλυτές και παράγοντες της επιστημονικής κοινότητας, το τελικό αποτέλεσμα είναι να μην επιτυγχάνεται το μάξιμουμ του δυνατού σε κανένα μέτωπο – ούτε στην ανάσχεση της πανδημίας, ούτε στη στήριξη της οικονομίας και των (μικρών) επιχειρήσεων, στη διαφύλαξη του κοινωνικού κλίματος και στην αποφυγή πολιτικού κόστους.
Πολιτικοί σχολιαστές εκφράζουν την άποψη ότι δεν πρόκειται για “εσφαλμένους” χειρισμούς από κυβερνητικής πλευράς. Απλώς η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε έναν “γόρδιο δεσμό”, τον οποίο δεν μπορεί να λύσει, ούτε τολμά να τον κόψει.