Διεθνή

Γιούνκερ για Καταλονία: Όλες οι πλευρές πρέπει να μπουν σε διάλογο


 Η Κομισιόν έδωσε απάντηση δια του προέδρου της, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, στην ανοικτή επιστολή 188 προσωπικοτήτων από τον ακαδημαϊκό και πολιτικό χώρο διεθνώς -μεταξύ των οποίων και ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης– αναφορικά με την κατάσταση στην Καταλονία.

Η Κομισιόν, απαντώντας στη κριτική τους για τον τρόπο με τον οποίο οι ισπανικές αρχές χειρίζονται το αίτημα ανεξαρτησία της Καταλονίας, σημειώνει ότι «έχει τη γνώμη ότι το δικαστικό σύστημα της Ισπανίας λειτουργεί ανεξάρτητα και αμερόληπτα, τηρώντας τους νόμους της Ισπανίας, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού σε θεμελιώδη δικαιώματα, καθώς και το δικαίωμα σε μία δίκαιη δίκη». Ο Γιούνκερ θυμίζει πως «η Επιτροπή έχει καλέσει επίσης όλες τις σχετικές πλευρές να κινηθούν ταχέως από την αντιπαράθεση στον διάλογο, μιας και η βία δεν μπορεί ποτέ να καταστεί όργανο άσκησης πολιτικής».

Υπενθυμίζεται ότι με την επιστολή τους -η οποία απευθυνόταν και στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ και στον αντιπρόεδρο της Κομισιόν, Φρανς Τίμερμανς – οι 188 συνυπογράφοντες έθιγαν ότι ο τρόπος με τον οποίο οι ισπανικές αρχές χειρίζονται το αίτημα ανεξαρτησία της Καταλονίας έρχεται σε αντίθεση με τις Ευρωπαϊκές αρχές και συγκεκριμένα, με την Αρχή του Κράτους Δικαίου και τον σεβασμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών ως δεσμευτικών στα κράτη μέλη.

Αναλύοντας τους λόγους που στοιχειοθετούν την παραβίαση του κράτους δικαίου στην Καταλονία, οι συνυπογράφοντες εξέφραζαν «τη βαθιά ανησυχία τους για το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. “συγχωρούν” την παραβίαση αυτή στην Ισπανία» και ζητούν από την Επιτροπή «να εξετάσει την κατάσταση στην Ισπανία στο πλαίσιο του Κανόνα Δικαίου, όπως έπραξε προηγουμένως για άλλα κράτη μέλη».

Αναλυτικά η απάντηση της Κομισιόν, δια του Ζ. Κ. Γιούνκερ:

«20 Δεκεμβρίου 2017

Αγαπητά Αξιότιμα Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Σας ευχαριστώ για την επιστολή σας στις 6 Νοεμβρίου 2017, κατά την οποία μου γνωστοποιείται μία ανοιχτή επιστολή από ακαδημαϊκούς, πολιτικούς, διανοούμενους και Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναφορικά με την τήρηση του κράτους δικαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ιδρυθεί βασισμένη στις αξίες της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό σε θεμελιώδη δικαιώματα. Κάθε ένα από αυτά χρειάζεται και τα υπόλοιπα. Κανένα από αυτά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τρόπο που θα βλάψει τα υπόλοιπα.

Σχετικά με το ζήτημα που θίγεται στην επιστολή, η θέση της Επιτροπής παραμένει η ίδια που είχε εκφραστεί και από τον Πρώτο Αντιπρόεδρο Τίμερμανς κατά την παρουσία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 4 Οκτωβρίου. Η Επιτροπή έχει καλέσει επίσης όλες τις σχετικές πλευρές να κινηθούν ταχέως από την αντιπαράθεση στον διάλογο, μιας και η βία δεν μπορεί ποτέ να καταστεί όργανο άσκησης πολιτικής. Η Επιτροπή έχει την γνώμη ότι το δικαστικό σύστημα της Ισπανίας λειτουργεί ανεξάρτητα και αμερόληπτα, τηρώντας τους νόμους της Ισπανίας, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού σε θεμελιώδη δικαιώματα, καθώς και το δικαίωμα σε μία δίκαιη δίκη.

Αναλυτικά η ανοικτή επιστολή προς Κομισιόν και Συμβούλιο, που υπογράφουν 188 πανεπιστημιακοί και πολιτικοί από όλο τον κόσμο:

ΣΤΗΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

3 Νοεμβρίου 2017

Αγαπητέ Πρόεδρε Γιούνκερ, αγαπητέ Πρόεδρε Τουσκ,

Είμαστε ακαδημαϊκοί, πολιτικοί, διανοούμενοι και μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που απευθύνονται σε εσάς, λόγω της εξής ανησυχίας: Η Ευρωπαϊκή Ένωση διακήρυξε την Αρχή του Κράτους Δικαίου και τον σεβασμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών ως δεσμευτικών στα κράτη μέλη της (άρθρα 2 και 6 της Συνθήκης της Λισαβόνας). Η ηγεσία της ΕΕ υπήρξε σθεναρός προστάτης αυτών των θεμελιωδών κανόνων, και πιο πρόσφατα αντιτάχθηκε στις προσπάθειες της πολωνικής κυβέρνησης να υπονομεύσει την ανεξαρτησία των δικαστών, καθώς και τις ενέργειες της ουγγρικής κυβέρνησης για τη καταπίεση της κοινωνίας των πολιτών και των ελευθεριών των μέσων ενημέρωσης. Ωστόσο, εκφράζουμε τη βαθιά ανησυχία μας για το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ “συγχωρούν” την παραβίαση του κράτους δικαίου στην Ισπανία, ιδίως όσον αφορά τη στάση της κυβέρνησης της Ισπανίας στο δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου σχετικά με την ανεξαρτησία της Καταλονίας. Δεν διαλέγουμε “πλευρά” πολιτικά για την ουσία της διαμάχης για την εδαφική κυριαρχία και γνωρίζουμε τις διαδικαστικές ελλείψεις στη διοργάνωση του δημοψηφίσματος. Η ανησυχία μας αφορά το κράτος δικαίου, όπως εφαρμόζεται από ένα κράτος μέλος της ΕΕ.

Η ισπανική κυβέρνηση έχει αιτιολογήσει τις ενέργειές της, επικαλούμενη λόγους διατήρησης ή αποκατάστασης της συνταγματικής τάξης. Η ΕΕ δήλωσε ότι πρόκειται για εσωτερικό ζήτημα για την Ισπανία. Τα ζητήματα της εθνικής κυριαρχίας είναι πράγματι θέματα εσωτερικής πολιτικής στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο οι ισπανικές αρχές χειρίζονται τα αιτήματα ανεξαρτησίας που εκφράζει ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού της Καταλονίας συνιστά παραβίαση του κράτους δικαίου, και συγκεκριμένα:

1/ Το ισπανικό συνταγματικό δικαστήριο απαγόρευσε το προγραμματισμένο δημοψήφισμα σχετικά με την ανεξαρτησία της Καταλονίας για την 1η Οκτωβρίου, καθώς και τη συνεδρίαση του Κοινοβουλίου της Καταλονίας που είχε προγραμματιστεί για τις 9 Οκτωβρίου, με το σκεπτικό ότι αυτές οι προγραμματισμένες ενέργειες παραβιάζουν το άρθρο 2 του ισπανικού Συντάγματος που ορίζει την αδιαχώριστη ενότητα του ισπανικού έθνους, καθιστώντας έτσι παράνομη την απόσχιση. Εντούτοις, επιβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το άρθρο 2, το δικαστήριο παραβίασε τις συνταγματικές διατάξεις σχετικά με την ελευθερία του συνέρχεσθαι ειρηνικώς, και την ελευθερία του λόγου – τις δύο αρχές που ενσωματώνονται σε δημοψηφίσματα και κοινοβουλευτικές συζητήσεις ανεξαρτήτως του αντικειμένου τους. Χωρίς να παρεμβαίνουμε στις ισπανικές συνταγματικές διαφορές ή στο ισπανικό δίκαιο, παρατηρούμε ότι είναι μια παρωδία δικαιοσύνης για την επιβολή μιας συνταγματικής διάταξης παραβιάζοντας τα θεμελιώδη δικαιώματα. Έτσι, οι αποφάσεις του Δικαστηρίου και οι πράξεις της ισπανικής κυβέρνησης για τις οποίες οι αποφάσεις αυτές παρείχαν νομική βάση παραβιάζουν τόσο το πνεύμα όσο και το γράμμα του κράτους δικαίου.

2/ Στις ημέρες πριν από το δημοψήφισμα, οι ισπανικές αρχές έλαβαν μια σειρά κατασταλτικών μέτρων κατά των δημοσίων υπαλλήλων, των βουλευτών, των δημάρχων, των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των εταιρειών και των πολιτών. Η διακοπή λειτουργίας του διαδικτύου και άλλων τηλεπικοινωνιακών δικτύων κατά τη διάρκεια και μετά την εκστρατεία δημοψηφίσματος είχε σοβαρές συνέπειες στην άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης.

3/ Την ημέρα των δημοψηφισμάτων, η ισπανική αστυνομία απέκτησε υπερβολική ισχύ και άσκησε βία εναντίον ειρηνικών ψηφοφόρων και διαδηλωτών – σύμφωνα με το παρατηρητήριο Human Rights Watch. Μια τέτοια δυσανάλογη χρήση βίας είναι μια αδιαμφισβήτητη κατάχρηση εξουσίας στη διαδικασία επιβολής του νόμου.

Η σύλληψη και η φυλάκιση, στις 16 Οκτωβρίου, των ακτιβιστών Jordi Cuixart και Jordi Sànchez (προέδρων, αντίστοιχα, της Εθνικής Συνέλευσης της Καταλονίας και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς), αποτελεί κατάχρηση της δικαιοσύνης. Τα γεγονότα που οδηγούν σε αυτή την καταδίκη δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παρεκτροπή, αλλά ως ελεύθερη άσκηση του δικαιώματος ειρηνικής δημόσιας εκδήλωσης, όπως προβλέπει το άρθρο 21 του ισπανικού Συντάγματος.

Η ισπανική κυβέρνηση, στις προσπάθειές της να διαφυλάξει την κυριαρχία του κράτους και το αδιαίρετο του έθνους, παραβίασε τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες που εγγυάται η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και τα άρθρα 2 και 6 του βασικού νομικού κειμένου της ΕΕ (Συνθήκη της Λισαβόνας). Η παραβίαση των βασικών δικαιωμάτων και ελευθεριών που προστατεύονται από το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της ΕΕ δεν μπορεί να είναι μια εσωτερική υπόθεση οποιασδήποτε κυβέρνησης. Η σιωπή της ΕΕ και η απόρριψη της εφευρετικής διαμεσολάβησης είναι αδικαιολόγητη. Οι ενέργειες της ισπανικής κυβέρνησης δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ως προστασία του κράτους δικαίου, έστω και αν βασίζονται σε συγκεκριμένες νομικές διατάξεις.

Σε αντίθεση με τον κανόνα δικαίου (σύστημα αρχών μέσω κανόνων που έχουν θεσπιστεί με ορθή νομική διαδικασία ή που εκδίδονται από δημόσια αρχή), το κράτος δικαίου συνεπάγεται επίσης τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών – κανόνων που καθιστούν το νόμο δεσμευτικό όχι μόνο επειδή είναι διαδικαστικά ορθός, αλλά κατοχυρώνει τη δικαιοσύνη. Το κράτος δικαίου, το οποίο κατανοείται έτσι, παρέχει νομιμότητα στις δημόσιες αρχές στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Ζητάμε, συνεπώς, από την Επιτροπή να εξετάσει την κατάσταση στην Ισπανία στο πλαίσιο του Κανόνος Δικαίου για την επιβολή του κράτους δικαίου, όπως έπραξε προηγουμένως για άλλα κράτη μέλη. Η ηγεσία της ΕΕ επανέλαβε ότι η βία δεν μπορεί να είναι ένα μέσο στην πολιτική, αλλά έχει σιωπηρά συγχωρήσει τις ενέργειες της ισπανικής αστυνομίας και έχει κρίνει ότι οι ενέργειες της ισπανικής κυβέρνησης είναι σύμφωνες με το κράτος δικαίου. Μια τέτοια αναγωγική, αναχρονιστική εκδοχή του κράτους δικαίου, δεν πρέπει να γίνει η νέα πολιτική λογική της Ευρώπης. Είναι επικίνδυνο και κινδυνεύει να προκαλέσει μακροπρόθεσμη ζημία στην Ένωση. Καλούμε λοιπόν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Επιτροπή να πράξουν ό, τι είναι απαραίτητο για την αποκατάσταση της αρχής του κράτους δικαίου ως το θεμέλιο της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην Ευρώπη, καταπολεμώντας κάθε μορφή κατάχρησης εξουσίας που έχουν διαπράξει τα κράτη μέλη. Χωρίς αυτό, και χωρίς σοβαρή προσπάθεια πολιτικής διαμεσολάβησης, η ΕΕ κινδυνεύει να χάσει την εμπιστοσύνη και τη δέσμευση των πολιτών της.

Η κρίση έχει εν τω μεταξύ αναπτυχθεί περαιτέρω (η Καταλανική Κυβέρνηση κρατήθηκε, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης κατά του κ. Πουντζεμόν). Παρακολουθούμε με προσοχή την κατάσταση για τα συμφέροντα της δημοκρατίας στην Καταλονία, την Ισπανία και την Ευρώπη, διότι δεν μπορούν να διαχωριστούν και επιμένουμε περισσότερο στη σημασία που έχει για την ΕΕ να εποπτεύει τον σεβασμό των θεμελιωδών ελευθεριών από όλα τα μέρη».