Με το βλέμμα στραμμένο και στην εποχή μετά το μνημόνιο χαράσσει τη στρατηγική του στη διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Επιδιώκει να μπλοκάρει τη γρήγορη έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, μεθοδεύοντας τη μετάπτωση μετά τη λήξη του μνημονίου σε ένα νέο καθεστώς επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας, που δεν θα διαφέρει πολύ από το σημερινό.
Ο χρόνος εξόδου της Ελλάδας στις αγορές και η λύση για τη βιωσιμότητα του χρέους έχει μεγάλη σημασία για τη διαμόρφωση της συμφωνίας υποστήριξης της χώρας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) μετά τη λήξη του παρόντος προγράμματος.
Βέβαιο θεωρείται ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να κάνει μια «καθαρή» έξοδο από το μνημόνιο, χρηματοδοτούμενη αποκλειστικά από τις αγορές, αλλά θα χρειασθεί ένα προληπτικό μηχανισμό χρηματοδότησης, που θα την προστατεύει από τον κίνδυνο να αντλεί δανεισμό με υπερβολικά υψηλά επιτόκια, ή και να αποκλεισθεί εντελώς από την αγορά ομολόγων, στη χειρότερη περίπτωση.
Ο σχεδιασμός που έχει ήδη γίνει από τον ESM προβλέπει ότι τα κεφάλαια του τρίτου μνημονίου που δεν θα απορροφηθούν από την Ελλάδα ως τη λήξη του προγράμματος και υπολογίζεται ότι μπορεί να φθάσουν τα 30 δισ. ευρώ, θα αξιοποιηθούν για αυτή την προληπτική χρηματοδοτική γραμμή, χωρίς να χρειασθεί να εγκριθεί από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης ένα νέο δάνειο.
Το ερώτημα που τίθεται και συνδέεται άμεσα με τις διαπραγματεύσεις για το χρέος είναι ποιο από τα δύο εργαλεία προληπτικής χρηματοδότησης που προβλέπει το καταστατικό του ESM θα χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση της Ελλάδας:
1. Η κυβέρνηση (όπως και η κυβέρνηση Σαμαρά, το 2014) είναι σαφές ότι προτιμά το χρηματοδοτικό εργαλείο PCCL: Precautionary Conditioned Credit Line. Αυτή η προληπτική χρηματοδοτική γραμμή προσφέρεται από τον ESM, βάσει του καταστατικού, σε χώρες που έχουν πρόσβαση στις αγορές, το χρέος τους έχει κριθεί ως βιώσιμο και έχουν ολοκληρώσει την εφαρμογή προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Η PCCL μπορεί να αξιοποιείται για 12 μήνες για συμπληρωματικό δανεισμό, εάν αυτό κρίνεται σκόπιμο, λόγω των συνθηκών στις αγορές και δεν προβλέπεται επιβολή πρόσθετων όρων ή εφαρμογή νέων μέτρων υπό επιτήρηση.
2. Το δεύτερο χρηματοδοτικό εργαλείο είχε προσφερθεί και στην κυβέρνηση Σαμαρά το 2014 και ο Β. Σόιμπλε σχεδιάζει να το προσφέρει και στην κυβέρνηση Τσίπρα. Πρόκειται για το ECCL (Enhanced Conditions Credit Line), που, όπως φαίνεται και από την ονομασία του, προβλέπει ενισχυμένους όρους για την παροχή χρηματοδοτικής υποστήριξης. Ειδικότερα, αν η κυβέρνηση υποχρεωθεί να το χρησιμοποιήσει, θα πρέπει να συνομολογήσει ένα νέο μνημόνιο με τους Θεσμούς των δανειστών, 12μηνης διάρκειας, το οποίο θα εφαρμοσθεί με «κλασικές» διαδικασίες επιτήρησης από την τρόικα. Ένας λόγος που ο Α. Σαμαράς είχε προτιμήσει να μην κλείσει την τελευταία αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος ήταν ακριβώς αυτός: θα ήταν υποχρεωμένος να διαπραγματευθεί ένα νέο πρόγραμμα. Υπενθυμίζεται ότι στις 10 Νοεμβρίου, παρά την προσπάθεια της τότε κυβέρνησης να ενταχθεί στο PCCL (αυτός ήταν και ο λόγος που είχε σπεύσει να προχωρήσει σε εκδόσεις ομολόγων την άνοιξη του 2014), το Eurogroup είχε αποφασίσει ότι το κατάλληλο χρηματοδοτικό εργαλείο για την Ελλάδα ήταν το ECCL.
Η ελληνική πλευρά δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι επιμένει σε μια λύση που θα οδηγεί τη χώρα στις αγορές και θα λύνει το πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους: μόνο με αυτή τη λύση θα γίνει δυνατή η έξοδος από το μνημόνιο το 2018 με μια χρηματοδοτική «ασπίδα» από τον ESM χωρίς σκληρούς όρους.
Αντίθετα, αν οι σχετικές αποφάσεις αναβληθούν, όπως μεθοδεύει ο Β. Σόιμπλε με την ανοχή του Ταμείου, η κυβέρνηση κινδυνεύει το 2018, αντί να εξέλθει πανηγυρικά η χώρα από το μνημόνιο με μια προληπτική χρηματοδότηση με «χαλαρούς» όρους από τον ESM, να βρεθεί μπροστά στην ανάγκη να διαπραγματευθεί ένα νέο μνημόνιο, για να έχει πρόσβαση στη χρηματοδότηση από το ECCL. Προφανώς, αν χρειασθεί αυτό να γίνει, το πολιτικό αποτέλεσμα για την κυβέρνηση θα ήταν ολέθριο...