Με Άποψη

Γιατί αποτυγχάνουν οι ρυθμίσεις οφειλών


Πολύ κατώτερη της προσδοκώμενης είναι μέχρι σήμερα, λίγο πριν την εκπνοή της προθεσμίας (30 Σεπτεμβρίου),  η συμμετοχή στην πολυδιαφημισμένη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο έως και σε 120 δόσεις (10 χρόνια). Κι αυτό παρότι έγινε πιο ελκυστική με παρεμβάσεις, όπως η μείωση του επιτοκίου στο 3%.

Του Δημήτρη Κυριακόπουλου

Πολύ λιγότεροι, από όσους περίμενε το οικονομικό επιτελείο έχουν ενταχθεί και μικρό ποσοστό του συνολικού χρέους, που ξεπερνάει τα 100 δις ευρώ, έχει ρυθμιστεί (εκτιμήσεις το τοποθετούν στο 4 – 5%).

Η πιο φιλόδοξη ρύθμιση χρεών οδεύει προς αποτυχία, που είναι δύσκολο να αποφευχθεί ακόμα και με την κυοφορούμενη παράταση.

Όσες παρατάσεις και δόσεις και να προβλεφθούν σε τέτοιου τύπου ρυθμίσεις οφειλών στην μεταμνημονιακή Ελλάδα είναι καταδικασμένες σε αποτυχία, για έναν και βασικό λόγο: γιατί λείπει το χρήμα από τους πολίτες.

Η λογική του κράτους και των τραπεζών, που και αυτές  επιχειρούν να ρυθμίσουν «κόκκινα δάνεια», πάσχει σε δύο καίρια σημεία:

  1. Οι ρυθμίσεις τους μοιάζουν να μην απευθύνονται σε ανθρώπους, αλλά σε ρομπότ, με μοναδική αποστολή την πληρωμή δόσεων φόρων, εισφορών και δανείων. Δείχνουν σα να μην υπολογίζουν ότι πρωτίστως ο άνθρωπος θέλει να ζήσει. Αυτός και η οικογένειά του. Πρώτα λοιπόν θα ρυθμίσει τα της ζωής του, ώστε να επιβιώσει και μετά θα ρυθμίσει τα χρέη του στην εφορία, τα ταμεία, τις τράπεζες, τη ΔΕΗ, το νερό, τον Δήμο. Πρώτα θα εξασφαλίσει τα αναγκαία χρήματα για τη διατροφή του, για τις στοιχειώδεις ανάγκες του σπιτιού, για το νοίκι – αν έχει – για τις ανελαστικές υποχρεώσεις των παιδιών κι έπειτα θα σκεφθούν τα υπόλοιπα. Πόσα όμως του μένουν για ένα «βουνό» ρυθμίσεων συν τα τρέχοντα, όταν τα εισοδήματά του είναι πετσοκομμένα;
  2. Οι κυβερνήσεις και οι τράπεζες, λειτουργούν σα να μην υπολογίζουν ότι οι πολίτες αυτής της χώρας, έχουν περάσει δια πυρός και σιδήρου τα 9 μνημονιακά χρόνια. Οι πολίτες αυτοί, στην πλειοψηφία τους, πριν ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς το δημόσιο και τις τράπεζες, ούτε είχαν πρόθεση να γίνουν μπαταχτσήδες και να τους κυνηγούν θεοί και δαίμονες καθημερινά. Αναγκάστηκαν από τις έκτακτες καταστάσεις, που τα εγκληματικά λάθη των κυβερνώντων προκάλεσαν, να χρωστούν. Γιατί καταστράφηκαν οικονομικά, γιατί έχασαν τη δουλειά τους, γιατί φτώχυναν. Να θυμίσω ότι την μαύρη τετραετία  2010 – 2013 η Ελλάδα έχασε το 25% του ΑΕΠ από τα μνημόνια που της επιβλήθηκαν, γυρίζοντας χρόνια πίσω.  Αυτό το δράμα το έζησαν οι πολίτες, που είχαν και τις μικρότερες ευθύνες. Οι ίδιοι πολίτες – όσοι επέζησαν – καλούνται σήμερα να καταβάλλουν και τόκους για να ρυθμίσουν οφειλές, που γεννήθηκαν μέσα στο ζοφερό μνημονιακό περιβάλλον χρόνων!

Όσοι κυβερνητικοί παράγοντες έχουν πάρει μέρος σε διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, στέκονται στην εμμονή των ξένων με τη «δημιουργία κουλτούρας συνέπειας στις πληρωμές»,  η οποία θεωρούν ότι δεν προάγεται με τις ρυθμίσεις. Δεν θα διαφωνήσω. Όμως εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κανονικότητα, αλλά με οικονομικά τραύματα, αντίστοιχα με εκείνα ενός πολέμου.

Και τα τραύματα δεν επουλώνονται με ασπιρίνες, με εμβαλωματικές λύσεις, που παρατείνουν το δυσθεώρητο πρόβλημα της υπερχρέωσης ελληνικών  νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η ανάγκη λήψης αποτελεσματικών μέτρων, όπως το γενναίο κούρεμα οφειλών, που  κατέστησαν ληξιπρόθεσμες την μαύρη περίοδο 2010- 2015 είναι επιτακτική. Για μια πραγματική νέα αρχή!