Οικονομία

Γερμανικό χαλινάρι στην ΕΚΤ για τη στήριξη των χωρών του Νότου


Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται η σημερινή συνεδρίαση του συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, παρότι δεν θα λάβει αποφάσεις για τη νομισματική πολιτική, κάτι που θα γίνει αργότερα μέσα στον μήνα, οπότε και αναμένεται να ανακοινωθεί η πρώτη αύξηση επιτοκίων ύστερα από έντεκα χρόνια, αλλά και να παρουσιασθεί το νέο εργαλείο για τη στήριξη των υπερχρεωμένων οικονομιών του Νότου, οι οποίες τίθενται σε δοκιμασία με την αύξηση των επιτοκίων.

Η αγορά ομολόγων θεωρεί βέβαιο ότι το νέο εργαλείο στήριξης θα δημιουργηθεί και θα αξιοποιηθεί από την ΕΚΤ, για να αποφευχθούν υπερβολικές αυξήσεις στο κόστος δανεισμού των χωρών του Νότου, κάτι που φάνηκε καθαρά και σήμερα, καθώς οι αποδόσεις των ελληνικών και των ιταλικών 10ετών τίτλων ακολούθησαν καθοδική πορεία, με την απόδοση των ελληνικών κάτω από 3,4% και των ιταλικών χαμηλότερα από το 3,3%.

Ωστόσο, το ενδιαφέρον εστιάζεται στην ιδιότυπη μάχη οπισθοφυλακών που δίνει ο διοικητής της Bundesbank, Γιόακιμ Νάγκελ. Η Γερμανία, αν και έχει τη θέση του μεγαλύτερου μετόχου της ΕΚΤ, δεν φαίνεται να θέλει, ούτε και να μπορεί να μπλοκάρει τη δημιουργία του νέου εργαλείου διαχείρισης κρίσεων. Ένα γερμανικό βέτο, ιδιαίτερα σε αυτή τη φάση, με όλους τους οικονομικούς και γεωπολιτικούς κινδύνους να «πολιορκούν» την ευρωζώνη, θα είχε καταστροφικές συνέπειες, οικονομικές και πολιτικές, αφού θα άνοιγε και πάλι η συζήτηση για την ενότητα της ζώνης του ευρώ.

Άλλωστε, οι «σκληροί» κεντρικοί τραπεζίτες του συμβουλίου, όπως αυτοί του Βελγίου και της Αυστρίας, έχουν αποδεχθεί την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα νέο εργαλείο στήριξης των ασθενέστερων οικονομιών, καθώς αντιλαμβάνονται ότι αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει η ΕΚΤ να αυξήσει τα επιτόκια και να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό.

Έτσι, ο Νάγκελ δεν θα προσπαθήσει να... σταματήσει το τρένο, αλλά όλα δείχνουν ότι θα επιδιώξει να «ντύσει» τις αποφάσεις της ΕΚΤ με όσο το δυνατόν αυστηρότερους όρους και προϋποθέσεις, ώστε η χρήση του εργαλείου στήριξης να γίνει με γερμανική πειθαρχία και να μην μετατραπεί -αυτό φοβούνται περισσότερο οι Γερμανοί- σε ένα μηχανισμό δημοσιονομικής χαλάρωσης στις χώρες του Νότου και ιδιαίτερα στην Ιταλία.

Από τις τελευταίες δηλώσεις του Γερμανού κεντρικού τραπεζίτη σκιαγραφείται η τακτική που θα ακολουθήσει, καθώς όλα δείχνουν ότι θα θέσει στην ΕΚΤ ορισμένες θεμελιώδεις ερωτήσεις, από την απάντηση των οποίων θα εξαρτηθεί πότε και σε ποιο βαθμό θα ενεργοποιείται το νέο εργαλείο στήριξης.

Σύμφωνα με τον Νάγκελ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να είναι προσεκτική όσον αφορά την ανάπτυξη εργαλείων για τον περιορισμό του κόστους δανεισμού των ασθενέστερων χωρών. Τέτοια μέτρα στήριξης πρέπει να εφαρμόζονται, τόνισε, μόνο σε «εξαιρετικές περιστάσεις και υπό στενά καθορισμένες συνθήκες».

Ο Νάγκελ έθεσε το κύριο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει η ΕΚΤ, ξεκαθαρίζοντας εξαρχής ότι θεωρεί σχεδόν αδύνατο να δοθεί μια απάντηση: πότε θα θεωρείται ότι το spread δανεισμού μιας χώρας είναι αδικαιολόγητα αυξημένο, ώστε να νομιμοποιείται η ΕΚΤ να το μειώσει με αγορές τίτλων; Είναι σαφές ότι η γερμανική πλευρά θα επιδιώξει να δοθεί ένας ορισμός όσο το δυνατόν στενότερος για αυτή την «αδικαιολόγητη» αύξηση του κόστους δανεισμού, ώστε το εργαλείο στήριξης να ενεργοποιείται σπάνια.

«Θα ήθελα να προειδοποιήσω να μην χρησιμοποιηθούν μέσα νομισματικής πολιτικής για τον περιορισμό των ασφαλίστρων κινδύνου, μπορεί κανείς εύκολα να βρεθεί σε δεινή θέση», τόνισε ο Νάγκελ, προετοιμάζοντας το έδαφος για μια συζήτηση στο συμβούλιο, όπου η Γερμανία θα επιδιώξει να αφήσει στην κεντρική τράπεζα όσο το δυνατόν λιγότερη ελευθερία στη χρήση του εργαλείου στήριξης.

Όπως τόνισε, ένα πιθανό εργαλείο θα απαιτούσε σαφή αιτιολόγηση σε τρία σημεία:

  • Τα περιθώρια επιτοκίων είναι θεμελιωδώς αδικαιολόγητα και αντικατοπτρίζουν τις υπερβολές των χρηματοπιστωτικών αγορών,
  • Ο μηχανισμός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής είναι εξασθενημένος σε μεμονωμένες χώρες,
  • Οι επιδράσεις αυτές περιορίζουν την ικανότητα της ΕΚΤ να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών στη ζώνη του ευρώ.

Ο Νάγκελ επέμεινε επίσης ότι οποιαδήποτε ενεργοποίηση ενός εργαλείου θα πρέπει να είναι «αυστηρά προσωρινή». Αν κριθεί απαραίτητη η δημιουργία τέτοιου εργαλείου, πρόσθεσε, θα πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • Δεν πρέπει αυτό να παρεμβαίνει στη νομισματική πολιτική και, εάν είναι απαραίτητο, τα αποτελέσματά του θα πρέπει να εξουδετερώνονται (σ.σ.: δηλαδή, η ΕΚΤ να απορροφά την πρόσθετη ρευστότητα που θα δίνει στις αγορές με τις παρεμβάσεις στήριξης, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι ουδέτερο).
  • Θα πρέπει να δικαιολογείται αποκλειστικά για λόγους νομισματικής πολιτικής, να είναι αναλογικό και να περιέχει επαρκείς εγγυήσεις για την αποφυγή της χρηματοδότησης των κυβερνήσεων.
  • Οι χώρες θα πρέπει να έχουν κίνητρα για να ασκούν φορολογικές και οικονομικές πολιτικές με βιώσιμο τρόπο. Οι αποτελεσματικοί δημοσιονομικοί όροι είναι «απαραίτητοι» (σ.σ.: αυτή η αναφορά «δείχνει» στην κατεύθυνση της επιβολής κάποιου είδους επιτήρησης των χωρών που θα επωφελούνται από τη στήριξη της ΕΚΤ).