Ενώ εκατομμύρια συνταξιούχοι θα δουν τις αποδοχές τους να αυξάνονται την ερχόμενη χρονιά κατά 3%, ωστόσο μεγάλο μέρος οι συντάξεις δεν φτάνουν ούτε για την κάλυψη βασικών αναγκών.
Ο κοινωνιολόγος Στέφαν Ζελ, καθηγητής στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Πολιτικής και Έρευνας της Αγοράς Εργασίας στο Πανεπιστήμιο του Κόμπλεντς προειδοποιεί εδώ και χρόνια για τις συνέπειες της υπερβολικής υποχώρησης του γενικού επιπέδου των συντάξεων και τον κίνδυνο της φτώχειας για εκατομμύρια ηλικιωμένους.
«Τα νέα στοιχεία δείχνουν μια αύξηση όλων των συντάξεων, ωστόσο κινούμαστε στο προβληματικό πεδίο των μέσων όρων. Φυσικά και συνεχίζουμε να έχουμε ακόμη πολύ καλές συντάξεις, οι οποίες είναι πέρα για πέρα επαρκείς. Ωστόσο άλλο να αυξάνεται κατά 3% μια σύνταξη των 1.700 ευρώ και άλλο μια πενιχρή σύνταξη. Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε μια πόλωση με αφορμή το ζήτημα του γήρατος. Εξακολουθούν να υπάρχουν μεν νοικοκυριά με υψηλές αποδοχές, ο αριθμός των χαμηλοσυνταξιούχων όμως έχει αυξηθεί. Και πρόκειται για ανθρώπους που κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου δεν είχαν τη δυνατότητα να βάλουν χρήματα στην άκρη (…)».
Και το πρόβλημα αναμένεται να διογκωθεί ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια προβλέπει ο κοινωνιολόγος:
«Η πρώτη μεγάλη ομάδα -και αυτό θα πρέπει να αξιολογηθεί και στα πολιτικά του συμφραζόμενα- που θα πληγεί από σημαντική αύξηση της φτώχειας είναι οι άνθρωποι που θα συνταξιοδοτηθούν τα επόμενα χρόνια στην ανατολική Γερμανία. Οι Ανατολικογερμανοί που βγαίνουν μέχρι στιγμής στη σύνταξη έχουν σχετικά καλές αποδοχές καθώς είχαν πολλά εργάσιμα στην πρώην Ανατολική Γερμανία. Τώρα όμως αρχίζουν να συνταξιοδοτούνται όλο και περισσότεροι άνθρωποι στην ανατολική Γερμανία, οι οποίοι είχαν μείνει άνεργοι τη δεκαετία του 1990 και μετά τη Γερμανική Επανένωση. Οι συντάξεις τους βρίσκονται όλες κάτω από τα ελάχιστα επίπεδα διαβίωσης που προβλέπει η κοινωνική πρόνοια».
Αυτή η τάση δεν θα περιοριστεί μόνον στην ανατολική Γερμανία και θα συμπαρασύρει σύντομα και την υπόλοιπη χώρα, εκτιμά ο καθηγητής:
«Στην ανατολική Γερμανία θα ζήσουμε το πρώτο κύμα αύξησης (της φτώχειας) και στη συνέχεια θα πλήξει φυσικά και τη δυτική Γερμανία και εκείνους που τα τελευταία χρόνια δεν ευνοήθηκαν από τη γενική αύξηση των μισθών. Διότι μπορεί να είχαμε μισθολογικές αυξήσεις, ωστόσο εντελώς άνισα κατανεμημένες. Οι αυξήσεις αφορούσαν κυρίως τα μεσαία και υψηλά εισοδήματα αλλά και εκείνα που εμπίπτουν στις συλλογικές συμβάσεις. Τα χαμηλά εισοδήματα ωστόσο έχουν υποστεί πραγματική μείωση από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και αυτό αναμένεται να αποτυπωθεί και στις συντάξεις».
Αξιοσημείωτο είναι, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, ότι μέσα σε λίγα χρόνια έχει αυξηθεί στη Γερμανία σημαντικά και ο μέσος όρος της ηλικίας συνταξιοδότησης. Όλο και περισσότεροι ηλικιωμένοι δηλαδή εργάζονται περισσότερα χρόνια. Ενώ το 2000 οι Γερμανοί συνταξιοδοτούνταν κατά μέσο όρο στα 62,3 χρόνια, το 2016 ο αντίστοιχος αριθμός αυξήθηκε στα 64,1 έτη.