Άμυνα & Διπλωματία

Γεραπετρίτης: «Τα θαλάσσια πάρκα θα γίνουν, είναι μια δέσμευση αμιγώς περιβαλλοντικού χαρακτήρα»


«Τα θαλάσσια πάρκα θα γίνουν, είναι μια δέσμευση αμιγώς περιβαλλοντικού χαρακτήρα», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στο Mega και τον δημοσιογράφο Νίκο Ευαγγελάτο. «Είναι μία δέσμευση την οποία ανέλαβε η ελληνική πολιτεία στο πλαίσιο της μεγάλης διάσκεψης, της 9ης Διάσκεψης για τους Ωκεανούς, που έλαβε χώρα στην Αθήνα προ ενός μηνός. Είναι μία δέσμευση η οποία είναι αμιγώς περιβαλλοντικού χαρακτήρα», σημείωσε ο κ. Γεραπετρίτης κι εξήγησε πως «αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη χάραξη των τεχνικών κριτηρίων για το ποια θα είναι τα προστατευόμενα είδη και στη συνέχεια θα τοποθετήσουμε το πάρκο πάνω στο χαρτί».

Στην ερώτηση πότε βλέπει να γίνεται αυτό χρονικά, απάντησε πως είναι μία διαδικασία η οποία είναι αρκετά σύνθετη, στο μέτρο που προϋποθέτει μια πολύ καλή τεχνική γνώση του πού βρίσκονται τα φυτά, τα ζώα, τα πτηνά, τα οποία πρέπει να προστατευτούν, και για τον λόγο αυτό θα πάρει κάποιους μήνες. «Σε κάθε περίπτωση, επαναλαμβάνω με σαφήνεια, δεν πρόκειται προφανώς να υπαναχωρήσουμε. Είναι σαφές αυτό. Εμείς θα προχωρήσουμε και σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχουν δεύτερες σκέψεις. Είναι ένα καθαρά περιβαλλοντικό έργο, το οποίο θα έπρεπε να μας ενώνει όλους», υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών.

Στην ερώτηση αν θα οριοθετηθεί και θα θεσμοθετηθεί το ζήτημα των θαλάσσιων πάρκων εντός του 2024, ο κ. Γεραπετρίτης απάντησε πως όταν ολοκληρωθεί η τεχνική διαδικασία θα προχωρήσει η χωροθέτηση, εκφράζοντας την εκτίμηση κι ελπίδα, όπως είπε, «να μπορέσουμε να το ολοκληρώσουμε εντός του '24».

«Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Τουρκία κεφαλαιοποίησε το πολύ καλό και ειλικρινές κλίμα στον ελληνοτουρκικό διάλογο»

Για την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Τουρκία, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «κεφαλαιοποίησε το πολύ καλό κι ειλικρινές κλίμα, το οποίο υπάρχει στον ελληνοτουρκικό διάλογο», και πρόσθεσε: «Είναι σημαντικό αφενός να μπορούμε να συζητάμε θέματα τα οποία είναι αμοιβαίως επωφελή, όπως είναι τα κομμάτια της θετικής ατζέντας, με συμφωνίες οι οποίες μπορούν να έχουν πρόσθετη αξία για τις δύο χώρες, αλλά και για τους πολίτες των δύο χωρών. Και από την άλλη πλευρά, νομίζω είναι ένα κέρδος το γεγονός ότι μπορούμε να συζητούμε ακόμη και για θέματα που είναι εξαιρετικά δύσκολα ή θέματα για τα οποία διαφωνούμε, χωρίς εντούτοις να προκαλούμε εντάσεις και διαφωνίες. Νομίζω περνάμε σε μία φάση της ελληνοτουρκικής σχέσης, όπου θα έχουμε μία κανονική σχέση».

Επισήμανε πως «δεν θα φτάσουμε ποτέ στο σημείο να έχουμε μία απόλυτη σύγκλιση», εξηγώντας πως δεν υπάρχει απόλυτη σύγκλιση ακόμη και με τις χώρες που είναι εξαιρετικά φίλες και συμμαχικές. «Με την Τουρκία υπάρχουν τα ιστορικά βάρη, τα οποία γνωρίζουμε. Νομίζω ότι κάναμε μια βασική προεπιλογή, ότι θα καθίσουμε στο τραπέζι να συζητήσουμε. Εγώ είμαι εκ φύσεως πολύ διαβουλευτικός άνθρωπος καθώς νομίζω ότι όταν κάθεσαι στο τραπέζι μπορείς να βρεις λύση και για τα σύνθετα. Μέχρι στιγμής έχουμε πάει βήμα βήμα. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι δεν έχουμε την αυταπάτη να θεωρούμε ότι μέσα σε λίγους μήνες μπορούν να λυθούν ζητήματα, τα οποία ανάγονται σε δεκαετίες, από την άλλη πλευρά δουλεύουμε μεθοδικά, με σύνεση, ενίοτε με αυστηρότητα και πάντως σίγουρα με αρχή που είναι η πίστη μας στα εθνικά μας δίκαια».

«Είναι σημαντικό να μπορέσουμε να συζητήσουμε και για τα δύσκολα»

Στην επισήμανση του δημοσιογράφου ότι «η γαλάζια πατρίδα μπαίνει στα τουρκικά σχολεία», ο κ. Γεραπετρίτης εξήγησε ότι «δεν υπάρχει καμία απόφαση η οποία να περιλαμβάνει τη γαλάζια πατρίδα στη σχολική ύλη, στα τουρκικά σχολεία» αλλά ένα σχέδιο το οποίο έχει αναρτηθεί σε δημόσια διαβούλευση, το οποίο η ελληνική πλευρά θα περιμένει να δει κατά πόσον θα υιοθετηθεί. «Εμείς κάνουμε τα αναγκαία έτσι ώστε να μην υπάρξει καμία τέτοια συμπερίληψη. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι οι θέσεις αυτές της Τουρκίας, οι οποίες ανατρέχουν πλέον δεκαετίες, είναι θέσεις οι οποίες δεν ερείδονται στο διεθνές δίκαιο και είναι αυτονόητο ότι δεν μπορούν να υποστηριχθούν διεθνώς».

Ο υπουργός υπογράμμισε ακόμη την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στους δέκα μήνες από τότε που ξεκίνησε ο ελληνοτουρκικός διάλογος επισημαίνοντας πως μέσα σε αυτό το διάστημα έχουν επιτευχθεί αρκετά, ενώ στην ερώτηση αν υπάρχει στον ορίζοντα του πεδίου συζήτησης η Χάγη, είπε: «Η απάντηση είναι ότι υπάρχει στον ορίζοντα. Ακόμη δεν έχει συζητηθεί. Είναι κάτι το οποίο θα αξιολογηθεί από τους ηγέτες των δύο χωρών και είναι κάτι για το οποίο προφανώς θα αναληφθεί η ευθύνη από τους δύο υπουργούς Εξωτερικών».

Σημείωσε πως πριν από τη Χάγη θα πρέπει να υπάρχει υποχρεωτικώς, κατά το διεθνές δίκαιο, ένα στάδιο διαπραγματεύσεων, και συμπλήρωσε: «Η επιδίωξη θα ήταν να μπορέσουμε να βρούμε έναν κοινό τόπο κατά τρόπο ώστε, ικανοποιώντας τα εθνικά μας δίκαια, να έχουμε μια οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, όπως ακριβώς την υποστηρίζουμε εθνικά. Εάν δεν καταστεί αυτό δυνατό, τότε στη βάση ενός συνυποσχετικού, το οποίο όμως θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν θα μπορεί να περιλαμβάνει παρά μόνον τη μία διαφορά, που είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, μπορούμε να αχθούμε σε διεθνή δικαιοδοσία».

Τόνισε ότι «είναι εξαιρετικά σημαντικό να φτάσουμε κάποια στιγμή να συζητήσουμε και για τα δύσκολα» και σημείωσε πως εμείς, εκείνο στο οποίο προσβλέπουμε είναι «όταν εμπεδωθεί το κλίμα ειλικρίνειας, όταν πλέον θα έχουν αποδώσει τα μέτρα της θετικής ατζέντας […] όταν θα έχει εμπεδωθεί η ειλικρίνεια, να πάμε και στα δύσκολα».

«Η αλήθεια είναι ότι αν δεν μπορέσουμε να διαχειριστούμε το υποκείμενο ζήτημα που δεκαετίες παράγει τις εντάσεις, είναι προφανές ότι θα έχουμε μία ισορροπία, η οποία πάντοτε θα είναι αρκετά λεπτή. Θα μπορούμε να συζητούμε, θα έχουμε ηρεμία στο Αιγαίο, δεν θα έχουμε μεταναστευτικές ροές, αλλά δεν θα προχωράμε και περαιτέρω συζήτηση. Είναι σημαντικό να μπορέσουμε να συζητήσουμε και για τα δύσκολα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Οικουμενικό πρόταγμα» η διατήρηση του μνημειακού χαρακτήρα της Μονής της Χώρας

Σε ό,τι αφορά τη Μονή της Χώρας, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι το θέμα τέθηκε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στην Άγκυρα και υπογράμμισε τον μοναδικό χαρακτήρα του μνημείου. «Τα ψηφιδωτά τα οποία βρίσκονται στη Μονή της Χώρας, είναι η απόλυτη επιτομή του βυζαντινού πολιτισμού και της βυζαντινής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είναι οικουμενικό πρόταγμα να μπορέσουν να είναι κτήμα της ανθρωπότητας και προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε. Θα ήθελα να πω ότι λειτουργούσε ως μνημείο πριν από το 2020 και αυτή είναι και η επιδίωξή μας. Θέσαμε το θέμα κατά τη διάρκεια των συζητήσεων που είχαμε στην Άγκυρα εχθές», σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών.

Επισήμανε ότι πρόκειται για ένα οικουμενικό πολιτιστικό αγαθό, που πρέπει να διασφαλιστεί ότι θα είναι προσβάσιμο για όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως θρησκεύματος, και υπογράμμισε πως είναι πολύ σημαντικό «να μην καλυφθούν, να διατηρήσουν έναν μνημειακό χαρακτήρα τα ψηφιδωτά».

Προαπαιτούμενο για την ευρωπαϊκή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας η πιστή εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών

Σε ό,τι αφορά τη Βόρεια Μακεδονία, ο κ. Γεραπετρίτης, αναφερόμενος στο ζήτημα που ανέκυψε κατά την ορκωμοσία της νέας Προέδρου της χώρας σημείωσε ότι «βρισκόμαστε σήμερα σε μια θέση, στην οποία είμαστε εξαιρετικά δυσαρεστημένοι από την εξέλιξη», υπογράμμισε τα πολύ γρήγορα αντανακλαστικά της ελληνικής πλευράς αλλά και την «καθολική αντίδραση εκ μέρους όλων των ευρωπαϊκών οργάνων εκ μέρους των μεγάλων χωρών» κι επισήμανε πως «αυτή τη στιγμή είναι απαίτηση του διεθνούς δικαίου, αλλά είναι και συνταγματική απαίτηση της Βόρειας Μακεδονίας να υπάρχει πλήρης σεβασμός στη Συμφωνία των Πρεσπών».

Σημείωσε, παράλληλα, πως «είναι απολύτως σαφές ότι η πιστή και καλή τη πίστει εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών εκ μέρους της Βόρειας Μακεδονίας συνιστά προαπαιτούμενο για οποιαδήποτε εξέλιξη στην ευρωπαϊκή της πορεία» υπογραμμίζοντας πως «εμείς θα είμαστε πάρα πολύ αυστηροί στην τήρηση αυτή».

Ερωτηθείς σχετικά, ανέφερε ακόμη πως η κύρωση των μνημονίων, η οποία προβλέπεται από τη Συμφωνία των Πρεσπών, θα έρθει όταν αξιολογήσει η Ελληνική Πολιτεία ότι υπάρχει πλήρης σεβασμός στη Συμφωνία, επισημαίνοντας πως «δεν έχει κανένα νόημα να έρχεσαι και να ενσωματώνεις στην εσωτερική έννομη τάξη μνημόνια, όταν είναι προφανές ότι η άλλη πλευρά δεν έχει καμία διάθεση συμμόρφωσης».

Χαρακτήρισε, δε, ακατανόητη τη στάση της αντιπολίτευσης και της καταλόγισε ότι ακολουθεί μια ανερμάτιστη πολιτική. «Αυτή τη δεδομένη στιγμή, απ' ό,τι αντιλαμβάνομαι, θα κατατεθεί μία πρόταση νόμου για να κυρωθούν τα μνημόνια, την ίδια στιγμή που είναι προφανές ότι από την άλλη πλευρά δεν υπάρχει διάθεση συμμόρφωσης και συνιστά μάλλον δικαίωση το γεγονός ότι αναμέναμε ως σήμερα -και για άλλους λόγους που συνδέονται με ζητήματα μη συμμόρφωσης, ακριβώς επειδή διαβλέπουμε ότι δεν υπάρχει διάθεση. Άρα σήμερα θα έρθουμε στην πραγματικότητα εμείς προπετώς να κυρώσουμε, ενόσω η άλλη πλευρά δεν έχει αυτή τη διάθεση. Θα μου επιτρέψετε να πω ότι αυτή είναι μία πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών. Αντιλαμβάνεστε, η αντιπολίτευση θέλει να πάμε επιθετικά, να ακυρώσουμε την επίσκεψη στην Άγκυρα που θα έχει ολέθριες συνέπειες και από την άλλη πλευρά προληπτικά να έρθουμε να αποδεχθούμε τα μνημόνια, ενόσω δεν υπάρχει συμμόρφωση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός.

Το ζήτημα Μπελέρη «αφορά κατεξοχήν το ζήτημα της Ευρώπης, της ευρωπαϊκής πορείας της Αλβανίας»

Κληθείς να σχολιάσει τη δήλωση του πρωθυπουργού της Αλβανίας, Έντι Ράμα, πως δεν γνωρίζει να υφίσταται θέμα Έντι Μπελέρη, ο υπουργός Εξωτερικών σημείωσε: «Είναι προφανές ότι το θέμα Έντι Μπελέρη δεν το δημιούργησε η Ελλάδα. Άρα θα έπρεπε να έχει εξαιρετικά καλή γνώση του θέματος αυτού (σ.σ. ο κ. Ράμα). Είναι ένα θέμα το οποίο βρίσκεται στον κορμό του Κράτους Δικαίου, της Δημοκρατίας, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, άρα καταλαβαίνουμε όλοι είναι ένα ζήτημα που κατεξοχήν τον αφορά. Δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά την Ελλάδα. Είναι ένα ζήτημα που αφορά κατεξοχήν το ζήτημα της Ευρώπης, της ευρωπαϊκής πορείας της Αλβανίας».

Υπογράμμισε, δε, ότι «επειδή το πρώτο βήμα σε κάθε πορεία ένταξης μίας χώρας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι τα θεμελιώδη, δηλαδή κράτος δικαίου, δημοκρατία, σεβασμός των δικαιωμάτων των πολιτών, το πρώτο βήμα που θα πρέπει να έχει υπόψη ο κύριος Ράμα είναι ο απόλυτος σεβασμός στα δικαιώματα των πολιτών».