Πολιτική

Γαλλικό κλειδί ανοίγει το QE!


Με πρώτο στόχο την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συντονίζουν Αθήνα και Παρίσι το βηματισμό τους στη διαπραγμάτευση για το χρέος, προωθώντας σημαντικές βελτιώσεις στο σχέδιο απόφασης του Eurogroup, που απορρίφθηκε από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο στις 22 Μαΐου.

Στις σημερινές επαφές που θα έχει στην Αθήνα ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρούνο Λε Μερ, αρχικά με τον κ. Τσακαλώτο και, ακολούθως, με τον Αλέξη Τσίπρα θα συζητηθεί ένα «πακέτο» βελτιώσεων στη συμφωνία που απορρίφθηκε πριν από τρεις εβδομάδες, το οποίο θα «οπλίζει» τον Μάριο Ντράγκι για να ξεπεράσει την αντίσταση της Bundesbank στην ένταξη της Ελλάδας στο QE.

Αθήνα και Παρίσι συμφωνούν, άλλωστε, στην εκτίμηση ότι θα είναι αδύνατο στις 15 Ιουνίου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του ΔΝΤ, κατά τρόπον ώστε να ανοίξει ο δρόμος για μια θετική έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

Το Ταμείο επιμένει στην απαίτηση που διατύπωσε ο Π. Τόμσεν στο τελευταίο Eurogroup για δραστικά μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους, που αποκλείεται να γίνουν δεκτά από τον Β. Σόιμπλε, καθώς θα πρέπει να περιλαμβάνουν, όπως χαρακτηριστικά είπε το στέλεχος του Ταμείου στους υπουργούς Οικονομικών, «επεκτάσεις των λήξεων όχι μόνο για τα δάνεια του EFSF, αλλά επίσης και για τους δύο άλλους ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς (σ.σ.: δάνεια πρώτου και τρίτου μνημονίου)».

Με αυτό το δεδομένο, η προσοχή των κυβερνήσεων Ελλάδας και Γαλλίας στρέφεται στην ΕΚΤ, που έχει τη δυνατότητα να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο QE, καταρτίζοντας τη δική της έκθεση βιωσιμότητας του χρέους. Για να διατηρήσει, όμως, την αξιοπιστία της η κεντρική τράπεζα, συντάσσοντας μια ευνοϊκή έκθεση «κόντρα» στο ΔΝΤ, θα χρειασθεί να γίνουν πολλές διορθώσεις στο σχέδιο κοινής ανακοίνωσης του Eurogroup, που βρέθηκε στο τραπέζι στις 22 Μαΐου.

Η πρώτη και σπουδαιότερη διόρθωση είναι να δηλωθεί από τους υπουργούς ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, που θα ληφθούν στο τέλος του προγράμματος και θα έχουν στόχο να κρατήσουν τις δαπάνες εξυπηρέτησης χρέους κάτω από το 15% του ΑΕΠ ως το 2030 και κάτω από 20% από το 2030 και μετά, θα ληφθούν πράγματι το 2018.

Τον Μάιο του 2016, κατόπιν επίμονης πίεσης της Γερμανίας, είχε συμφωνηθεί ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα ενεργοποιηθούν στο τέλος του προγράμματος «αν είναι αναγκαίο». Αυτές οι λέξεις, που θέτουν εν αμφιβόλω την εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης, είναι αναγκαίο να διαγραφούν στη νέα διατύπωση που συμφωνηθεί στις 15 Μαΐου, ώστε η ΕΚΤ να έχει μια καθαρή πολιτική δέσμευση ότι η ελάφρυνση του χρέους δεν θα μείνει στα χαρτιά.

Μιλώντας την Παρασκευή στη Βουλή, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι το «αν είναι αναγκαίο» θα διαγραφεί. Η κυβέρνηση ποντάρει στην υποστήριξη της Γαλλίας για να γίνει αυτή η σημαντική αλλαγή, αν και ο Β. Σόιμπλε, στην τελευταία συνάντηση των υπουργών Οικονομικών, είχε «στυλώσει τα πόδια» σε αυτό το θέμα, διαβάζοντας μάλιστα λέξη προς λέξη το σχετικό απόσπασμα από το ανακοινωθέν του Μαΐου 2016 και τονίζοντας ότι δεν έχει εντολή από τη Βουλή για να διαπραγματευθεί κάτι πέραν αυτού.

Διόρθωση χρειάζεται και η αναφορά του σχεδίου κοινής ανακοίνωσης της 22ας Μαΐου στην πιθανή επέκταση των λήξεων και της περιόδου χάριτος των δανείων του EFSF έως και κατά 15 χρόνια. Ο Β. Σόιμπλε δέχθηκε μεν να γίνει αναφορά σε αυτό το μέτρο ελάφρυνσης, αλλά επέμεινε να γίνει αναφορά σε «0-15 χρόνια», αφήνοντας έτσι ανοικτό το ενδεχόμενο να μην υπάρξει οποιαδήποτε επιμήκυνση.

Η προσπάθεια που γίνεται τώρα είναι να εξαλειφθεί το «μηδέν» από την τελική ανακοίνωση του Eurogroup και να υπάρξει μια διατύπωση που θα δημιουργεί βεβαιότητα ότι αυτό το σημαντικό μέτρο ελάφρυνσης θα είναι διαθέσιμο για να αξιοποιηθεί στο βαθμό που θα κρίνεται απαραίτητο. Αλλιώς, θα είναι πολύ δύσκολο  για την ΕΚΤ να εντάξει το μέτρο στα σενάριά της για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Ο παρονομαστής

Για να υποστηριχθεί η προσπάθεια της ΕΚΤ να φθάσει σε μια πειστική, θετική μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, Αθήνα και Παρίσι συμφωνούν ότι θα πρέπει να επιμείνουν σε δύο προτάσεις, που σχετίζονται με τον παρονομαστή του κλάσματος χρέος/ΑΕΠ:

1.    Η πρώτη είναι η γνωστή ρήτρα ανάπτυξης, δηλαδή η σύνδεση των πληρωμών για το χρέος με την πορεία του ΑΕΠ. Αν συμφωνηθεί ότι οι πληρωμές τόκων, ιδιαίτερα για τα δάνεια του EFSF, τα οποία θα φορτώσουν με σημαντικά ποσά τον ελληνικό προϋπολογισμό κατά την επόμενη δεκαετία, θα μετατίθενται αυτόματα στο μέλλον, εάν ο ρυθμός ανάπτυξης είναι χαμηλότερος από τις προβλέψεις, θα έχει εξαλειφθεί ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου, τον οποίο υπολογίζει σοβαρά η ΕΚΤ.
2.    Η δεύτερη σχετίζεται με τις παρεμβάσεις που θα πρέπει να γίνουν για τη χρηματοδότηση επενδύσεων στην Ελλάδα, με ποσά που, σύμφωνα με το απορριφθέν σχέδιο της 22ας Μαΐου, θα φθάσουν τα 10 δισ. ευρώ. Στόχος είναι να γίνει μια πληρέστερη εξειδίκευση του επενδυτικού προγράμματος και να εμπλουτισθεί, ενδεχομένως, με πρόσθετες παρεμβάσεις, ώστε να διευκολυνθεί η ΕΚΤ για να κρίνει το χρέος βιώσιμο.