Με τη συγκρότηση διυπουργικής επιτροπής για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) για το 2030, η κυβέρνηση αποφάσισε να αντικαταστήσει το διυπουργικό σχήμα που λειτουργεί ήδη από το 2018 και προετοίμασε το σχέδιο ΕΣΕΚ 2030 που κατατέθηκε στην ΕΕ στις αρχές Φεβρουαρίου του 2019. Εν τω μεταξύ, ο Πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι Υπουργοί ανταγωνίζονται σε αποσπασματικές δηλώσεις και εξαγγελίες για την απολιγνιτοποίηση, το μέλλον της ΔΕΗ, την ηλεκτροκίνηση και τις ΑΠΕ, αναφέρει σε δήλωσή του ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτης Φάμελλος.
Και εξηγεί: "Ενώ ανακοινώθηκε περίτρανα η απολιγνιτοποίηση της Ελλάδας, από το βήμα του ΟΗΕ, στο εσωτερικό η ασκούμενη πολιτική εξαντλείται στο επικοινωνιακό πεδίο, χωρίς σχέδιο και αποδείξεις για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και το προβλεπόμενο κόστος ενέργειας. Δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι μια κρίσιμη για τα εθνικά μας συμφέροντα επιλογή ανακοινώθηκε χωρίς να έχει ήδη μελετηθεί και μόνο προς χάρη εντυπώσεων".
Προσθέτει: "Ο κύριος Μητσοτάκης εχθές στην ομιλία του στο πλαίσιο της θεμελίωσης νέας ιδιωτικής μονάδας φυσικού αερίου, τόνισε πόσο πιο φιλόδοξος είναι ο στόχος που έχει θέσει για την απόσυρση λιγνιτικών μονάδων, σε σχέση με αντίστοιχους στόχους άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Πολύ καλά ως εδώ αλλά, εν τη ρύμη του λόγου του, ο κύριος Μητσοτάκης ενέταξε στις προτεραιότητες της κυβέρνησης της ΝΔ τον: περιορισμό της αιμορραγίας που προκαλούν οι εισαγωγές ηλεκτρισμού. Καλούμε λοιπόν να μας εξηγήσει τι ακριβώς εννοεί καθότι φοβόμαστε, ότι αυτό θα είναι το αποτέλεσμα, μαζί με την αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, των εξαγγελιών περί απολιγνιτοποίησης χωρίς συντεταγμένο σχέδιο και επενδύσεις σε ΑΠΕ. Ελπίζουμε ότι ο αρμόδιος Υπουργός γνωρίζει από αριθμητική και γνωρίζει συνεπώς ότι η ισχύς του εθνικού συστήματος ηλεκτρισμού, ακόμη και με την είσοδο της εν λόγω και κάποιων ακόμη μονάδων φυσικού αερίου στο σύστημα, δεν επαρκεί για να καλύψει το έλλειμμα ισχύος και θα μας οδηγήσει σε εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος με υψηλότερο φυσικά κόστος για τους καταναλωτές".
Και αναφέρει στη συνέχεια ο κ. Φάμελλος: "Επιπλέον, από τη μία ο Πρωθυπουργός εξαγγέλλει ειδικά αναπτυξιακά σχέδια για τις λιγνιτικές περιοχές και από την άλλη, ο αρμόδιος Υφυπουργός, κατά την επίσκεψη του στη Δυτική Μακεδονία δεν παρουσίασε ούτε ένα συγκεκριμένο μέτρο για τα κρίσιμα ζητήματα, δίκαιης μετάβασης των περιοχών, το μέλλον της τηλεθέρμανσης, την προοπτική της εργασίας στην περιοχή, ούτε φυσικά για τον ενεργειακό προγραμματισμό και την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας. Προς το παρόν, είμαστε θεατές ασκήσεων επί χάρτου και έλλειψης ενεργειακής στρατηγικής, με μοναδική σταθερά την πρόθεση της κυβέρνησης για ιδιωτικοποίηση και ξεπούλημα, περιβαλλόμενη πάντα με το απαραίτητο επικοινωνιακό περιτύλιγμα".
Παράλληλα αναφέρεται σε Ερώτηση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου: "ζητάμε από τον κύριο Χατζηδάκη να πάρει ξεκάθαρη θέση για το ξεχασμένο (ή παγωμένο) Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης. Πρόκειται για μία πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που έχει ήδη διασφαλίσει 30 εκατ. ευρώ από το Πράσινο Ταμείο για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας. Ζητάμε ακόμη ενημέρωση για τον Οδικό Χάρτη Μετάβασης που ξεκίνησε να εκπονείται τον Φεβρουάριο του 2019, για την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, και την ενεργοποίηση της ανάλογης πρωτοβουλίας για τη Μεγαλόπολη.
Αναμένουμε λοιπόν το τελικό σχέδιο ΕΣΕΚ, το οποίο σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις του κ. Χατζηδάκη στη Βουλή θα είναι έτοιμο στο τέλος Νοεμβρίου, προκειμένου να αποσταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως το τέλος του 2019. Αναμένουμε επίσης, τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της Ελλάδας για την ενέργεια και το κλίμα έως το 2050, η οποία θα πρέπει να έχει εκπονηθεί τον Ιανουάριο του 2020. Τα εν λόγω σχέδια θα αποτελέσουν τους κεντρικούς πυλώνες του αναπτυξιακού σχεδιασμού της χώρας μας και θα σηματοδοτήσουν την πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα".
Και καταλήγει: "Υπενθυμίζουμε ότι το προσχέδιο του ΕΣΕΚ ολοκληρώθηκε με πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, μετά από εκτεταμένη διαβούλευση (Βουλή, opengov, συλλογή απόψεων από φορείς της αγοράς και φορείς αυτοδιοίκησης) και σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού Ενεργειακής Διακυβέρνησης της ΕΕ. Αυτός ακριβώς είναι και ο δρόμος που οφείλει να ακολουθήσει η νέα κυβέρνηση. Να εξασφαλίσει δηλαδή, τη διενέργεια εκτεταμένης και ουσιαστικής διαβούλευσης του νέου σχεδίου και της στρατηγικής για το 2050, και να μην προχωρήσει σε fast track διαδικασίες, κατά τα πρότυπα του τάχατες "επιτελικού" κράτους".