Οικονομία

EY: Δύσκολη χρονιά το 2022 για συγχωνεύσεις και εξαγορές στον κλάδο υγείας παγκοσμίως


Στο ποσό των 105 δισ. δολ. ανήλθαν συνολικά οι παγκόσμιες επενδύσεις σε συγχωνεύσεις και εξαγορές (Σ&Ε) στον κλάδο των επιστημών υγείας, τους 11 μήνες του 2022, με τη συνολική τους αξία να έχει μειωθεί αισθητά έναντι του 2021. Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από ετήσια έκθεση της EY, M&A Firepower 2023. Ωστόσο, τον τελευταίο μήνα τους έτους, σημειώθηκε απότομη αύξηση, με την Johnson & Johnson και την Amgen να πραγματοποιούν εξαγορές πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Αναλυτικότερα, η έρευνα της EY διαπίστωσε ότι κατά τους πρώτους 11 μήνες του χρόνου, η αξία των Σ&Ε του κλάδου της βιοτεχνολογίας και φαρμακευτικών (Biopharma) μειώθηκε κατά 42% σε σύγκριση με το 2021, με την εξαγορά της Biohaven από την Pfizer έναντι 10,6 δισ. δολ. να αποτελεί τη μεγαλύτερη συμφωνία έως τον Δεκέμβριο του 2022. Οι συμμαχίες παραμένουν σημαντικός στόχος του κλάδου και των εταιρικών στρατηγικών για τις Σ&Ε. Ωστόσο, η ανακοίνωση της Amgen στα μέσα Δεκεμβρίου ότι θα πληρώσει περισσότερα από 28 δισ. δολ. για την Horizon Therapeutics αποτελεί, ενδεχομένως, ένα μήνυμα ότι ο κλάδος είναι έτοιμος να επιστρέψει στις μεγάλες συμφωνίες το 2023.

Ο κλάδος της ιατρικής τεχνολογίας (MedTech) βρίσκεται αντιμέτωπος με αντίξοες συνθήκες, όπως ελλείψεις προσωπικού που εμφανίζονται σε ολόκληρο τον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, αύξηση του κόστους και περικοπές στις προμήθειες ιατροτεχνολογικών προϊόντων που οδήγησαν σε πτώση της αξίας των Σ&Ε κατά 62% το 2022. Μετά από τις εξαιρετικές επιδόσεις του 2021 για τις Σ&Ε του κλάδου MedTech, το τέταρτο τρίμηνο του 2022 συνέβαλε στη σημαντική αύξηση της συνολικής αξίας των συμφωνιών στον κλάδο, με την εξαγορά από την Johnson & Johnson της Abiomed, μιας εταιρείας εξειδικευμένης στην αποκατάσταση καρδιάς, έναντι 16,6 δισ. δολ., ποσό που αντιπροσωπεύει περίπου το 42% των συνολικών δαπανών για Σ&Ε του MedTech για τη χρονιά αυτή.

Παρά την περιορισμένη δραστηριότητα το 2022 και τη συνεχιζόμενη παγκόσμια αναταραχή, η άνοδος που σημειώθηκε στα τέλη του έτους υπογραμμίζει ότι στον κλάδο των επιστημών υγείας μια σειρά από ισχυρούς δομικούς παράγοντες ευνοούν τις Σ&Ε. Οι αποτιμήσεις των μικρότερων εταιρειών έχουν καταρρεύσει, ενώ η δραστηριότητα δημόσιων εγγραφών και των εταιρειών εξαγοράς ειδικού σκοπού (SPAC) έχει επιβραδυνθεί δραματικά, αφήνοντας τις μικρές και μεσαίες εταιρείες βιοτεχνολογίας και MedTech με λιγότερες επιλογές πρόσβασης σε κεφάλαια και ισχυρότερα κίνητρα να αναζητήσουν έξοδο μέσω εξαγοράς.

Ενώ μόνο ο κλάδος biopharma κατείχε περισσότερα από 1,4 τρισ. δολ. σε «δύναμη πυρός» για συμφωνίες στις αρχές Δεκεμβρίου 2022, με τα μειωμένα premiums των συμφωνιών να αποτελούν κίνητρο για τη χρήση αυτού του κεφαλαίου, ο κλάδος έχει επίσης θεμελιώδεις στρατηγικούς λόγους για να επιδιώξει εξαγορές. Οι κορυφαίοι παίκτες του κλάδου θα αντιμετωπίσουν κενό ανάπτυξης τα επόμενα πέντε χρόνια, καθώς ένα κύμα κορυφαίων βιοφαρμακευτικών προϊόντων στην αγορά χάνει την αποκλειστικότητα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό της αγοράς από φθηνότερα γενόσημα και βιοομοειδή προϊόντα.

Υπάρχουν, επίσης, άφθονοι πιθανοί στόχοι εξαγοράς, λόγω της συνεχιζόμενης «αναγέννησης καινοτομίας» που σαρώνει τον τομέα των επιστημών υγείας. Αυτό το κύμα καινοτομίας περιλαμβάνει κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες, καθώς και την πλατφόρμα mRNA, η οποία παρείχε εμβόλια κατά του COVID-19. Επιπλέον, οι εξελίξεις στις ψηφιακές τεχνολογίες και την τεχνητή νοημοσύνη (AI) προσφέρουν στις εταιρείες την ευκαιρία να παρέχουν καλύτερη εξατομικευμένη φροντίδα μέσω εικονικών και απομακρυσμένων καναλιών, καθώς ο τομέας συνεχίζει να κινείται προς ένα πιο διασυνδεδεμένο «Ευφυές Οικοσύστημα Υγείας» που βασίζεται στα δεδομένα.

Καθώς οι εταιρείες προσπαθούν να προστατεύσουν τα υπάρχοντα πολύτιμα στοιχεία του χαρτοφυλακίου τους, προσθέτοντας νέα αξία μέσω εξαγορών, η έκθεση EY M&A Firepower προσδιορίζει τρεις κύριους τομείς, στους οποίους οι εταιρείες μπορούν να επιδιώξουν να βελτιστοποιήσουν τα οφέλη από τη σύναψη συμφωνιών: Προσπάθεια μείωσης των κινδύνων των συμφωνιών, κατανόηση του είδους των συμφωνιών που απέδωσαν στο παρελθόν και των λόγων της επιτυχίας και εξασφάλιση ύπαρξης ορθών διαδικασιών για την ενσωμάτωση νέων εξαγορών.

Διαβαστε επισης