Η πανδημία του κορονοϊού υπήρξε το μεγαλύτερο εξωγενές σοκ για την παγκόσμια οικονομία στη μεταπολεμική ιστορία, με το πραγματικό παγκόσμιο ΑΕΠ να σημειώνει, το 2020, τη μεγαλύτερη πτώση, τουλάχιστον των τελευταίων 70 ετών, όπως αναφέρει ο Τομέας Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank, στη μηνιαία έκδοση “Global & Regional Monthly”, η οποία έχει τίτλο «2021: Προοπτικές ανάπτυξης της διεθνούς οικονομίας».
Τα αυστηρά μέτρα περιορισμού και η αυξημένη αβεβαιότητα, περιόρισαν δραματικά την οικονομική δραστηριότητα το πρώτο εξάμηνο του 2020. Ωστόσο, η ισχυρή ανάκαμψη κατά το τρίτο τρίμηνο του 2020, εν μέσω επεκτατικής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, με την ενεργοποίηση μέτρων πρωτοφανούς έντασης και εμβέλειας, επέτρεψε, στο παγκόσμιο ΑΕΠ, να ανακάμψει στο 95% περίπου του προ πανδημίας επιπέδου. Όμως, το δεύτερο κύμα της πανδημίας και οι επακόλουθοι περιορισμοί, οδήγησαν, εκ νέου, σε επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης το τέταρτο τρίμηνο του 2020, η οποία σε πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να μεταφραστεί σε αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ, κατά τους χειμερινούς μήνες του 2021. Εντούτοις, η βελτίωση των καιρικών συνθηκών από την άνοιξη και οι μαζικοί εμβολιασμοί που αναμένεται, περί τα μέσα του 2021, να έχουν καλύψει μία κρίσιμη μάζα του πληθυσμού, δύνανται να δώσουν ώθηση στην καταναλωτική και την επιχειρηματική εμπιστοσύνη, συμβάλλοντας σε μια ισχυρή ανάκαμψη κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Για το σύνολο του έτους, το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί με ρυθμό της τάξης του 5,0%, μετά από πτώση 3,8% το 2020, επιστρέφοντας στο προ πανδημίας επίπεδο μέχρι το τέλος του 2021. Παρά την ισχυρή αναμενόμενη ανάκαμψη, οι απώλειες θέσεων στην παγκόσμια αγορά εργασίας αναμένεται να ανακτηθούν σταδιακά, με το ποσοστό ανεργίας να παραμένει, το 2021, σε υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα. Οι πληθωριστικές πιέσεις προβλέπεται ότι θα παραμείνουν συγκρατημένες το 2021, καθώς τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, η παρατεταμένη αβεβαιότητα για τα μελλοντικά εισοδήματα και, κατά συνέπεια, το ενδεχόμενο διατήρησης της «προληπτικής» αποταμίευσης των νοικοκυριών σε επίπεδα υψηλότερα από τα προ πανδημίας, θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την πορεία των τιμών. Αξιοσημείωτη αναμένεται να είναι η αύξηση του παγκόσμιου δημοσίου χρέους – από τα ήδη υψηλά προ κρίσης επίπεδα σε ορισμένες χώρες – εξαιτίας των προγραμμάτων δημοσιονομικής στήριξης. Επομένως, η μείωση του δημοσίου χρέους θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για τις εθνικές αρχές μόλις ξεπεραστεί η πανδημία ως προϋπόθεση βιώσιμης ανάπτυξης.
Στις ΗΠΑ, το τρίτο κύμα της πανδημίας και η νέα επιβολή περιοριστικών μέτρων σε πολλές πολιτείες αναμένεται να οδηγήσουν σε σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης το τέταρτο τρίμηνο του 2020 και το πρώτο τρίμηνο του 2021. Εντούτοις, από το δεύτερο τρίμηνο και έπειτα, οι μαζικοί εμβολιασμοί για τον κορωνοϊό και το νέο δημοσιονομικό πακέτο στήριξης της αμερικανικής οικονομίας ύψους $900 δις που εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο αναμένεται να επιδράσουν σημαντικά στο ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Όσον αφορά στη νομισματική πολιτική, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αναμένεται να συνεχίσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023 και, σε κάθε περίπτωση, έως ότου καταγραφεί σημαντική περαιτέρω πρόοδος στην σταθερότητα των τιμών και τις συνθήκες πλήρους απασχόλησης στην αγορά εργασίας. Συνολικά, o ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ στις ΗΠΑ αναμένεται να επιταχυνθεί κατά 3,8% το 2021, μετά από εκτιμώμενη πτώση της τάξης του 3,5% το 2020.
Στην Ευρωζώνη, το μέγεθος της ύφεσης το 2020 αλλά και η ταχύτητα της εκτιμώμενης ανάκαμψης το 2021, αναμένεται να διαφέρουν μεταξύ των κρατών-μελών, αντικατοπτρίζοντας τον αντίκτυπο της κρίσης στα συστήματα δημόσιας υγείας, την αυστηρότητα και το χρονοδιάγραμμα των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, το μέγεθος και τη σύνθεση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης, καθώς και την τομεακή σύνθεση του ΑΕΠ κάθε χώρας. Χαρακτηριστικά, το 2021 η Γερμανία αναμένεται να καταγράψει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 4,0%, χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, ως αποτέλεσμα της ηπιότερης συγκριτικά ύφεσης το 2020, η οποία επετεύχθη χάρη στην ευρεία δημοσιονομική στήριξη και τις σχετικά μικρότερες απώλειες που έχει υποστεί ο βιομηχανικός τομέας από την πανδημία. Η Ισπανία και η Ιταλία, μετά από βαθιά ύφεση το 2020, κυρίως λόγω των πιο φειδωλών δημοσιονομικών πακέτων και του ιδιαίτερα υψηλού βαθμού εξάρτησης από τον τουρισμό, το 2021 αναμένεται να παρουσιάσουν ρυθμό ανάπτυξης 5,4% και 5,1%, αντίστοιχα, συγκριτικά υψηλότερο σε σχέση με το σύνολο της Ευρωζώνης, με την πρόβλεψη αυτή να στηρίζεται ωστόσο σε σημαντικό βαθμό στην αξιοποίηση των κονδυλίων στήριξης που θα λάβουν από το Ταμείο Ανάκαμψης. Αναμφισβήτητα, θετική εξέλιξη για την πορεία της Ευρωζώνης αλλά και του Ηνωμένου Βασιλείου (Η.Β.) - το οποίο αποχώρησε επισήμως από την τελωνειακή ένωση και την ευρωπαϊκή αγορά την 31η Δεκεμβρίου - αποτελεί η επίτευξη συμφωνίας για τον καθορισμό του πλαισίου της μελλοντικής σχέσης μεταξύ τους. Συνολικά, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης, αναμένεται να μεγεθυνθεί κατά 4,8% το 2021, μετά από ύφεση της τάξης του 7,3% το 2020, ενώ το Η.Β. αναμένεται να καταγράψει ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης 4,9% για το σύνολο του τρέχοντος έτους μετά από εκτιμώμενη συρρίκνωση 11,3% το 2020.
Όσον αφορά στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, η έναρξη των εμβολιασμών για τον κορωνοϊό σε αρκετές εξ’ αυτών ήδη από τα τέλη του προηγούμενου έτους, ενίσχυσε το επενδυτικό κλίμα και τις προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης για το 2021, οι οποίες, ωστόσο, παραμένουν εξαιρετικά εύθραυστες. Η ταχύτητα της ανάκαμψης θα διαφοροποιηθεί ανά γεωγραφική περιοχή με τις ασιατικές χώρες –προεξαρχούσης της Κίνας- να εκτιμάται ότι θα προηγηθούν έναντι αυτών της Λατινικής Αμερικής. Καθοριστικοί παράγοντες στην επανεκκίνηση της αναπτυξιακής πορείας στον αναδυόμενο κόσμο θα αποτελέσουν εν πολλοίς η εξέλιξη του εμβολιασμού, τα επίπεδα στα οποία θα διαμορφωθεί το δημόσιο χρέος υπό το βάρος αυξημένων χρηματοδοτικών αναγκών, η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό την προεδρεία του Τζο Μπάιντεν που εκτιμάται ότι θα είναι περισσότερο «προβλέψιμη» σε θέματα διεθνούς εμπορίου και εξωτερικής πολιτικής, καθώς και οι προσδοκίες για διατήρηση αρνητικού κλίματος για το αμερικανικό δολάριο το 2021. Εντούτοις, γεωπολιτικά ζητήματα όπως οι σχέσεις των ΗΠΑ και της Ινδίας με την Κίνα και οι συνεχιζόμενες διενέξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, συνεχίζουν να αποτελούν αστάθμητους παράγοντες.
Αναφορικά με τις αναπτυξιακές προοπτικές για την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, αναμένουμε ότι το 2021 θα είναι έτος ευρείας ανάκαμψης για τις περιφερειακές οικονομίες μετά την ύφεση του περασμένου έτους. Παρόλο που η οικονομική ανάπτυξη είναι έτοιμη να ξαναρχίσει μετά τη χαλάρωση των περιορισμών, ο δρόμος προς την πλήρη ανάκαμψη και την επιστροφή στα επίπεδα του 2019, πιθανότατα να αποδειχθεί γεμάτος προκλήσεις.
Ενδεχόμενη παράταση του δευτέρου ή και ένα τρίτο κύμα λοιμώξεων καθώς και πιθανές καθυστερήσεις στα προγράμματα εμβολιασμών, θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την ανάκαμψη της ευρύτερης περιοχής το 2021-2022. Κατά συνέπεια, οι απώλειες της οικονομικής δραστηριότητας του περασμένου έτους, είναι αντικειμενικά δύσκολο να καλυφθούν πλήρως πριν το 2022. Όσον αφορά τις οικονομίες της περιοχής που εστιάζουμε την προσοχή μας (Βουλγαρία, Κύπρος και Σερβία), έχοντας ξεπεράσει τις αρχικές απαισιόδοξες επίσημες προβλέψεις του περασμένου έτους, θα κινηθούν σε θετικό έδαφος το 2021. Το μεγάλο στοίχημα θα είναι να ξεπεράσουν την αντίστοιχη επίδοση της Ευρωζώνης. Στην προσπάθεια αυτή εκτιμούμε ότι θα σταθεί αρωγός η καθοριστικής σημασίας βοήθεια του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου Κοινοτικού Προϋπολογισμού.