Με οργανικά κέρδη προ προβλέψεων €153 εκατ. ολοκλήρωσε το τέταρτο τρίμηνο η Εθνική Τράπεζα (+10,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο), μετά τη μείωσή τους κατά 10,4% σε τριμηνιαία βάση στο τρίτο τρίμηνο, αντανακλώντας τα πρώτα σημάδια μίας διαφαινόμενης βελτίωσης στα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες το 2016.
Τα έσοδα από τόκους ανήλθαν σε €392 εκατ. από €389 εκατ. κατά το Γ΄ τρίμηνο, αντανακλώντας το χαμηλότερο κόστος καταθέσεων (-14μ.β. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο), λόγω τη συνεχιζόμενης ανατιμολόγησης προθεσμιακών καταθέσεων (-19μ.β. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο) και της βελτίωσης στη σύνθεση των καταθέσεων (68% του εγχώριου καταθετικού χαρτοφυλακίου αποτελείται από τις χαμηλότερου περιθωρίου καταθέσεις όψεως και ταμιευτηρίου, έναντι 52% κατά το Δ΄ τρίμηνο του 2014). Το χαμηλότερο κόστος καταθέσεων αντιστάθμισε τα χαμηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους δανείων (€407 εκατ., 4,5% χαμηλότερα σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο). Τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα ενισχύθηκαν επίσης από τη σημαντική μείωση της χρηματοδότησης μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA, αλλά για δύο μόνο εβδομάδες κατά τη διάρκεια του Δ’ τριμήνου. Η θετική επίδραση της μικρότερης εξάρτησης από τον ELA θα διαφανεί πλήρως από το Α΄ τρίμηνο του 2016 και εφεξής.
Εξαιρουμένου του κόστους των ομολόγων του Πυλώνα ΙΙ, τα έσοδα από προμήθειες σημείωσαν ανάκαμψη, ανερχόμενα σε €51 εκατ. κατά το Δ΄ τρίμηνο (+21,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο), λόγω των υψηλότερων καθαρών εσόδων από προμήθειες επιχειρηματικών δανείων, αγορών, θεματοφυλακής και επενδυτικής τραπεζικής. Ωστόσο, τα κόστη των εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα (€54 εκατ. κατά το Δ΄ τρίμηνο από €53 εκατ. κατά το προηγούμενο τρίμηνο), διαμορφώνοντας το συνολικό κόστος σε €197 εκατ. για ολόκληρο το έτος 2015 (€161 εκατ. για το 2014). Η σημαντική μείωση της έκθεσης σε ομόλογα του Πυλώνα ΙΙ κατά σχεδόν €9 δισ. από το Γ΄ τρίμηνο του 2015 (ονομαστική αξία) θα συμβάλει στη μείωση των ετησιοποιημένων σχετικών εξόδων κατά το 2016 σε επίπεδα κάτω από το μισό του επιπέδου του Δ΄ τριμήνου 2015. Συμπεριλαμβανομένου του κόστους των ομολόγων του Πυλώνα ΙΙ, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες παρέμειναν σε αρνητικά επίπεδα κατά το Δ΄ τρίμηνο (-€3 εκατ. από -€10 εκατ. κατά το Γ΄ τρίμηνο).
Τα λειτουργικά έξοδα ανήλθαν σε €1.030 εκατ. κατά το 2015, σημειώνοντας πτώση ύψους 2,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και συνολική μείωση της τάξεως του 38% από το 2009. Οι δαπάνες προσωπικού υποχώρησαν κατά 0,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος σε €665 εκατ., σημειώνοντας συνολική μείωση ύψους 43% από την αρχή της κρίσης.
Η Τράπεζα σημείωσε ζημίες ύψους €857 εκατ., αρνητικά επηρεαζόμενη από υψηλές προβλέψεις για επισφαλή δάνεια ύψους €671 εκατ. και λοιπές απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων ύψους €242 εκατ.1. Τα αποτελέσματα επιβαρύνθηκαν επιπρόσθετα από μη επαναλαμβανόμενα έξοδα ύψους €135 εκατ., τα οποία αντανακλούν κυρίως την πρόβλεψη για εθελουσία έξοδο (€118 εκατ.).
ΝΑ Ευρώπη και άλλες χώρες:
Στη ΝΑ Ευρώπη και άλλες χώρες, η Τράπεζα σημείωσε ζημίες ύψους €34 εκατ. κατά το Δ΄ τρίμηνο έναντι κερδών ύψους €15 εκατ. κατά το Γ΄ τρίμηνο, επηρεαζόμενη αρνητικά από υψηλές προβλέψεις για επισφαλή δάνεια (στα €68 εκατ. από €23 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο) που ενσωματώνουν μέρος του ελλείμματος προβλέψεων στο πλαίσιο του ελέγχου ποιότητας στοιχείων του ενεργητικού στη Σερβία και προετοιμάζουν το έδαφος για τους ελέγχους ποιότητας στοιχείων του ενεργητικού στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Οι καταθέσεις του Ομίλου αυξήθηκαν κατά 2,6% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και ανήλθαν σε €43,0 δις. στο Δ΄ τρίμηνο, αντικατοπτρίζοντας κυρίως την αυξημένη εισροή εγχώριων καταθέσεων ύψους €793 εκατ. (€345 εκατ. στο Γ΄ τρίμηνο), εν μέρει λόγω εποχικότητας (13ος μισθός και αυξημένος κύκλος εργασιών τα Χριστούγεννα). Στη Ν.Α. Ευρώπη και τις λοιπές χώρες οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 4,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο στα €6,3 δισ. (τριμηνιαίες εισροές ύψους €277 εκατ. από €49 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο).
Σαν αποτέλεσμα, η ΕΤΕ διατηρεί τον καλύτερο δείκτη Δανείων προς Καταθέσεις του κλάδου, ανερχόμενο σε 90% στην Ελλάδα (94% στο Γ΄ τρίμηνο) και 91% σε επίπεδο Ομίλου1 (96% στο Γ΄ τρίμηνο), αποτελώντας τη βάση για τη μελλοντική ανάπτυξη των πιστοδοτήσεων.
Αντανακλώντας την πρόσφατη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και τις εισροές καταθέσεων, η χρηματοδότηση μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA μειώθηκε κατά €4,1 δισ. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και ανήλθε στα €11,5 δισ. στο τέλος του Δ΄ τριμήνου του 2015, αποτελώντας τη χαμηλότερη έκθεση στον κλάδο (ELA προς ενεργητικό εξαιρουμένων των ομολόγων EFSF και ESM και των διακοπτόμενων δραστηριοτήτων στο 16%). Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα ανήλθε στα €24,0 δισ. από €25,6 δισ. στο τέλος του Γ΄ τριμήνου του 2015. Η άντληση ρευστότητας από τις εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου (Πυλώνας ΙΙ) έχει ήδη μειωθεί σημαντικά κατά €4,8 δισ., στα €3,8 δισ., γεγονός το οποίο μεταφράζεται σε ετησιοποιημένο όφελος περίπου €90 εκατ. για το 2016, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η επιπλέον ρευστότητα ύψους €3,5 δισ. από την πώληση της Finansbank, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του Β΄ τριμήνου του 2016.
Από το τέλος Δεκεμβρίου2, η χρηματοδότηση μέσω ELA έχει μειωθεί περαιτέρω κατά €0,6 δισ. στα €10,9 δισ. (χρηματοδότηση Ευρωσυστήματος στα €23,4 δισ.). Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί καθ' όλη τη διάρκεια του 2016, επιδρώντας θετικά στα καθαρά έσοδα από τόκους. Η ΕΤΕ έχει δυνατότητα άντλησης επιπλέον ρευστότητας έως και €7,7 δισ.
Δείκτης κάλυψης των καθυστερήσεων άνω των 90 ημερών σε επίπεδο Ομίλου και στην Ελλάδα στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου
Σε επίπεδο Ομίλου1, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκε στα €54 εκατ. στο Δ΄ τρίμηνο από €406 εκατ. στο Γ΄ τρίμηνο, αποτυπώνοντας τη δραστική μείωση στην Ελλάδα, όπου τα νέα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών διαμορφώθηκαν σε €86 εκατ. από €406 εκατ. στο προηγούμενο τρίμηνο. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει την αύξηση των ανακτήσεων δανείων σε καθυστέρηση σε όλο το φάσμα των προϊόντων της Τράπεζας στο δεύτερο μισό του Δ΄ τριμήνου, με το ρυθμό δημιουργίας καθυστερήσεων άνω των 90 ημερών να κινείται σε αρνητικά επίπεδα κατά το Δεκέμβριο. Η τάση αυτή συνεχίζεται στις αρχές του Α΄ τριμήνου του 2016 στο χαρτοφυλάκιο λιανικής, σηματοδοτώντας την τάση μείωσης της δημιουργίας νέων επισφαλειών.
1 Ο όμιλος εξαιρεί τα στοιχεία ενεργητικού και τα κέρδη / (ζημίες) από διακοπείσες δραστηριότητες
2 Στοιχεία με ημερομηνία 10 Μαρτίου, 2016
Οι εγχώριες προβλέψεις ανήλθαν σε €671 εκατ. στο Δ΄ τρίμηνο από €232 εκατ. στο Γ΄ τρίμηνο, υπερκαλύπτοντας το υπολειπόμενο έλλειμμα προβλέψεων βάσει του ελέγχου ποιότητας στοιχείων του ενεργητικού (AQR), καθώς η Τράπεζα αποφάσισε να υιοθετήσει μια πιο συντηρητική προσέγγιση προκειμένου να θωρακίσει περαιτέρω τον Ισολογισμό της, ενόψει των τρεχουσών οικονομικών συνθηκών. Για το 2015 οι εγχώριες προβλέψεις ανήλθαν σε €3.528 εκατ., καθιστώντας τον δείκτη κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών τον υψηλότερο του κλάδου, στο 76,8% από 73,4% το Γ΄ τρίμηνο (74,6% σε επίπεδο Ομίλου, αυξημένος κατά 3 π.μ. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.). Το ποσοστό κάλυψης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) ανήλθε στο 53,4% από 52,4% στο Γ΄ τρίμηνο (52,8% σε επίπεδο Ομίλου, ενισχυμένος κατά 1 π.μ. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.)
Στη ΝΑ Ευρώπη και τις λοιπές διεθνείς δραστηριότητες ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκε στο 26,8% στο Δ΄ τρίμηνο από 28,3% στο προηγούμενο τρίμηνο, εξαιτίας διαγραφών στην United Bulgarian Bank (UBB). Το ποσοστό κάλυψης ανήλθε σε 57,4% από 56,3% κατά το προηγούμενο τρίμηνο.
Κεφαλαιακή επάρκεια
Εξαιρώντας τα υπό αίρεση μετατρέψιμα ομόλογα (CoCos), αλλά λαμβάνοντας υπόψη τις υπο ολοκλήρωση πωλήσεις των ΑΣΤΗΡ ΠΑΛΑΣ, NBGI και Finansbank, ο δείκτης CET 1 ανέρχεται σε 17,5% (αν συνυπολογιστούν τα CoCos, ανέρχεται σε 22,7%). Οι προγραμματισμένες πωλήσεις των ΑΣΤΗΡ ΠΑΛΑΣ και NBGI αναμένεται να προσθέσουν περίπου 70 μ.β. στο δείκτη CET 1.
Με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ και συμπεριλαμβανομένων των προαναφερθέντων κεφαλαιακών ενεργειών, o δείκτης CET 1 ανέρχεται σε 16,8%.