Τράπεζες

Έρχεται εθελούσια στην Τράπεζα Κύπρου


Σχέδιο εξόδου αναμένεται να παρουσιάσει στους εργαζομένους η Τράπεζα Κύπρου, όπως αποκάλυψε, σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, ο Διευθύνων Σύμβουλος, Πανίκος Νικολάου, τονίζοντας πως εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής αρνητικών επιτοκίων ή πρόσθετων χρεώσεων σε εταιρικές καταθέσεις.

Ο κ. Νικολάου επεσήμανε πως η τράπεζα εξετάζει νέα πώληση πακέτου μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), η οποία θα ολοκληρωθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους και θα βοηθήσει να μειωθούν περαιτέρω τα κόκκινα δάνεια, σηματοδοτώντας τον τερματισμό της πορείας σμίκρυνσης του ισολογισμού της, ενώ πρόσθεσε πως η υιοθέτηση της τεχνολογίας είναι μονόδρομος για τις τράπεζες, σημειώνοντας ότι η τράπεζα «δεν δίνει δάνεια με την προοπτική ότι θα τα χαρίσουμε και δεν μπορούμε να επιβραβεύουμε τους κακοπληρωτές».

Παράλληλα, υποστήριξε ότι η αλλαγή στην ηγεσία της Τράπεζας δεν θα επιφέρει διαφοροποίηση στην πορεία μείωσης του κινδύνου στον ισολογισμό της τράπεζας, καθώς ο στόχος της μείωσης των ΜΕΔ παραμένει αμετάβλητος, συμπληρώνοντας πως «αναγκαστικά θα πρέπει να συνεχίσουμε την πορεία μείωσης των ΜΕΔ και να την ολοκληρώσουμε».

Ο ίδιος δήλωσε: «Θα επικεντρωθούμε στον Κύπριο ιδιώτη μικρό και μεσαίο επιχειρηματία, θα αναπτύξουμε περαιτέρω τις ασφαλιστικές μας εργασίες στην Κύπρο, θα ενδυναμώσουμε τη ψηφιακή μεταμόρφωση και πορεία της τράπεζας και ταυτόχρονα θα συνεχίσουμε να γινόμαστε ένα με την κοινωνία σε θέματα υγείας και εκπαίδευσης», επισημαίνοντας πως. πέραν της εμπλοκής της τράπεζας στους τομείς αυτούς στο πλαίσιο της κοινωνικής εταιρικής ευθύνης, η τράπεζα θα στραφεί και προς δανειοδοτήσεις «γιατί οι τομείς υγείας και εκπαίδευσης είχαν και θα έχουν με βάση τις προβλέψεις μας τη μεγαλύτερη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια αλλά είχαν και τη μικρότερη συνεισφορά στα ΜΕΔ».

Ο επικεφαλής της Τράπεζας Κύπρου ανέφερε πως έχει επιτευχθεί μείωση των κόκκινων δανείων κατά €10,7 δισ., από την κορύφωσή τους στα τέλη του 2014, που αντιστοιχεί στο μισό ΑΕΠ της Κύπρου, λέγοντας ότι «εντούτοις ένα στα τρία δάνεια της τράπεζας είναι μη εξυπηρετούμενο».

Εν συνεχεία, είπε: «Άρα, είναι κύρια προτεραιότητα η μείωση αυτών των δανείων και πολύ απλά θα συνεχίσουμε την οργανική μείωση με τις αναδιαρθρώσεις, όπως πολλοί γνωρίζουν, αλλά ταυτόχρονα επειδή δεν έχουμε την πολυτέλεια του χρόνου, θα προχωρήσουμε και σε νέες πωλήσεις πακέτων ΜΕΔ», συμπληρώνοντας ότι «η βελτίωση της αξιολόγησης της τράπεζας και της χώρας περνά μέσα από τη μείωση των ΜΕΔ».

Όσον αφορά την επόμενη πώληση πακέτου ΜΕΔ, υποστήριξε ότι η συναλλαγή αναμένεται μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2020. «Είναι κάτι το οποίο εξετάζουμε», συμπλήρωσε.

Ο κ. Νικολάου συμφώνησε με παρατήρηση ότι οι πωλήσεις πακέτων ΜΕΔ είναι μονόδρομος, προκειμένου η Κύπρος να πετύχει τον στόχο της σύγκλισης του δείκτη των ΜΕΔ με τον μέσο όρο της ΕΕ, προσθέτοντας πως «έχουμε περίπου (δείκτη ΜΕΔ) 30% σαν Κύπρος, αν εξαιρέσουμε την Ελλάδα, ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι μεταξύ 3 και 4%. Άρα έχουμε πάρα πολύ δρόμο, απέχουμε σημαντικά από το μέσο όρο. Δεν έχουμε την πολυτέλεια του χρόνου για να περιμένουμε να υποχωρήσει αυτό το ποσοστό με αναδιαρθρώσεις».

Στο ενδεχόμενο μείωσης του δείκτη των ΜΕΔ σε μονοψήφιο ποσοστό και πόσα χρόνια θα χρειαστούν, δήλωσε πως βλέπει την επίτευξη του στόχου αυτού τα επόμενα ένα με δύο χρόνια, δεδομένου ότι υπάρχουν «μεγάλες συναλλαγές» σε πακέτα ΜΕΔ. «Χωρίς μεγάλες συναλλαγές δεν μπορούμε να πάμε στο μονοψήφιο νούμερο στα επόμενα ένα με δύο χρόνια», τόνισε.

Κληθείς να σχολιάσει το επιχείρημα που προβάλλεται ότι οι τράπεζες αντί να πωλούν πακέτα δανείων σε επενδυτικά ταμεία με σημαντικές απώλειες θα μπορούσαν να παραχωρήσουν αντίστοιχες διαγραφές στους δανειολήπτες, με την ελπίδα ότι θα αποπληρώσουν τα δάνειά τους, ο επικεφαλής της Τράπεζας Κύπρου τόνισε πως αυτό είναι «πέραν κάθε τραπεζικής πίστης και ηθικής».

«Δεν μπορούμε να δίνουμε δάνεια με την προοπτική ότι δεν θα τα εισπράξουμε ή ότι θα τα χαρίσουμε. Υπάρχει ο ηθικός κίνδυνος και δεν μπορούμε να επιβραβεύουμε τους κακοπληρωτές», υπογράμμισε, για να επισημάνει πως «δεν πρέπει όλοι να ξεχνούν ότι οι τράπεζες διαχειρίζονται τις καταθέσεις του απλού πολίτη και πρέπει να τα διαχειριζόμαστε με επίγνωση της ευθύνης την οποία έχουμε».

Σχέδιο εθελουσίας

Σχετικά με το νέο Σχέδιο Εθελούσιας Εξόδου (ΣΕΕ), που ετοιμάζει η τράπεζα, ο κ. Νικολάου τόνισε πως δεν υπάρχει ακόμη επίσημη απόφαση της τράπεζας, αλλά το όλο θέμα είναι υπό εξέταση, συμπληρώνοντας ότι «είναι κάτι το οποίο εξετάζουμε πολύ σοβαρά και πολύ σύντομα θα έχουμε απόφαση».

Ο κ. Νικολάου επεσήμανε πως η τράπεζα περνά μέσα από μια τεχνολογική και ψηφιακή μεταμόρφωση και «στα πλαίσια αυτά αλλάζει το επιχειρηματικό μας μοντέλο», και πρόσθεσε ότι αλλάζοντας το μοντέλο είναι φυσιολογικό πολλές θέσεις εργασίας και πολλοί τρόποι λειτουργίας της τράπεζας να μην συνάδουν με τις θέσεις εργασίας που έχουμε σήμερα, «άρα θέλουμε να δώσουμε την ευκαιρία στους συναδέλφους, οι οποίοι δεν θέλουν να συμβαδίσουν ή να συνεχίσουν μαζί μας να κάνουν άλλες επιλογές».

Ο CEO είπε: «Ταυτόχρονα θα εξορθολογίσουμε και το κόστος της τράπεζας», αναφέροντας ότι «έχει αποδειχθεί ότι η μείωση του κόστους περνά μέσα από μείωση του προσωπικού».

Ερωτηθείς αν το σχέδιο θα είναι γενναιόδωρο έτσι ώστε να πετύχει τους στόχους, ο κ. Νικολάου είπε πως το σχέδιο θα είναι «ικανοποιητικό, άρα εγώ θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω γενναιόδωρο».

Σε παρατήρηση ότι το προηγούμενο ΣΕΕ αρχικά απέτυχε και «έπιασε» τους στόχους του αφού υποβλήθηκε αναθεωρημένο, ο κ. Νικολάου είπε πως «έχοντας υπόψη αυτό το παράδειγμα, νομίζω ότι το σχέδιο θα είναι το πρώτο και το μοναδικό το οποίο θα βγει και θα είναι γενναιόδωρο».

Επιβολή αρνητικών επιτοκίων σε εταιρικές καταθέσεις

Στο ενδεχόμενο η τράπεζα να εξετάσει την πιθανότητα επιβολής αρνητικών επιτοκίων στις καταθέσεις, ο κ. Νικολάου τόνισε ότι χρεώνονται τόκο 0,5% για την κατάθεσή της υπερβάλλουσας ρευστότητάς τους στην ΕΚΤ, που αποτελεί «τεράστιο κόστος», ενώ αυτό που εξετάζεται είναι είτε η επιβολή αρνητικών επιτοκίων ή άλλες χρεώσεις που να αντισταθμίζουν τη χρέωση που καταβάλλει η τράπεζα στην ΕΚΤ.

«Για μας είναι τεράστιο κόστος, οπότε, ναι, εξετάζουμε τη δυνατότητα μεταφοράς μέρους αυτού του κόστους, είτε υπό την μορφή αρνητικών επιτοκίων, είτε υπό την μορφή διαφόρων χρεώσεων, που ισοδυναμούν με τα αρνητικά επιτόκια, σε κάποια κατηγορία πελατών με ψηλές καταθέσεις, πάντοτε όμως με σεβασμό στην πλατιά βάση των πελατών της τράπεζας, που είναι οι ιδιώτες και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις», δήλωσε.

Σε ερώτηση για τη χρέωση και αν θα στοχεύει στις εταιρικές καταθέσεις ή λιανικές καταθέσεις, ο επικεφαλής Τράπεζας Κύπρου σημείωσε πως «δεν σκεφτόμαστε λιανικές καταθέσεις» αλλά τις λεγόμενες wholesale (εταιρικές ή και θεσμικές) καταθέσεις, συμπληρώνοντας πως «σε αυτή τη φάση δεν σκεφτόμαστε να χρεώσουμε τους ιδιώτες πελάτες μας».