Επιχειρήσεις

Έρευνα για ΜμΕ: Με έλλειψη ρευστότητας το 50% - Τις «πνίγουν» χρέη και ενεργειακό κόστος


Οι πληθωριστικές πιέσεις και τα συσσωρευμένα προβλήματα των διαδοχικών κρίσεων (ενέργεια, εφοδιαστική αλυσίδα) που δεν έχουν αντιμετωπιστεί, έχουν επιδεινώσει τη θέση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την Ετήσια Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το 2023, την 5η κατά σειρά, η οποία έχει θέμα «Ανταγωνισμός και Μικρές Επιχειρήσεις».

Τα επιμέρους στοιχεία που αναδεικνύονται από την έκθεση, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Περισσότερες από τις μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας. Ειδικότερα το 25,5% των πολύ μικρών επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας και ότι έχει μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ενώ το 25,1 % των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δηλώνει ότι διαθέτει ρευστότητα μόλις για ένα μήνα).

Το κόστος λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων έχει αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 35% το διάστημα 2021-2023. Σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι το λειτουργικό κόστος τους αυξήθηκε τα τελευταία 2 έτη και δημιούργησαν πιεστικό περιβάλλον αύξησης τιμών στις υπηρεσίες και τα αγαθά που εμπορεύονται.

Ο κύκλος εργασιών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρουσιάζει ήπια επιδείνωση το 2023, με το 57,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να έχει ολοκληρώσει με κέρδη τη χρονιά ενώ σημαντικό εύρημα χαρακτηρίζεται η αύξηση των επιχειρήσεων που δήλωσαν μείωση κύκλου εργασιών κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, καθώς, παραδοσιακά η θέση των επιχειρήσεων βελτιώνεται το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους, λόγω της επίδρασης του τουρισμού.  

Επίσης υποχώρησε ο  δείκτης οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, σχεδόν, κατά έξι μονάδες σε διάστημα ενός χρόνου (από 69,5 μονάδες στο Β΄ εξάμηνο του 2022, σε 63,9 μονάδες στο Β΄ εξάμηνο του 2023).

Ταυτόχρονα, το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες υποχρεώσεις έχει υποχωρήσει σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, ωστόσο παραμένει ιδιαίτερα υψηλό. «Δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία, το ύψος των οφειλών για το 73,5% των επιχειρήσεων δεν ξεπερνά τις 50.000 ευρώ, θεωρείται σχεδόν υποχρεωτική η εφαρμογή μιας νέας γενναίας ρύθμισης οφειλών, που θα επιτρέψει στις ΜμΕ να ξεχρεώσουν και θα ενισχύσει σημαντικά τα δημόσια, ασφαλιστικά και όχι μόνο ταμεία» όπως υπογραμμίστηκε από του ομιλητές στην εκδήλωση της ΓΣΕΒΕΕ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δείκτης ανασφάλειας των ΜμΕ  ανήλθε στις 30,9 μονάδες τον Ιούλιο του 2023 και στις 35,7 μονάδες τον Φεβρουάριο του 2024, καταγράφοντας αύξηση 4,8 μονάδων. Υπενθυμίζεται ότι, στην τελευταία έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Φεβρουάριος 2024), το 16,6% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είναι πολύ πιθανό να διακόψει τη λειτουργία του στο μέλλον, ενώ το 19,1% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είναι αρκετά πιθανό.
 
Αντίθετα, ο δείκτης βιωσιμότητας βελτιώθηκε, καθώς μόλις το 2,2% των επιχειρήσεων εκφράζει τον φόβο για διακοπή της δραστηριότητάς του το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, έναντι 4,7% που ήταν τον Ιούλιο του 2023.

9 στις 10 μικρομεσαίες επιχειρήσεις «βλέπουν» ολιγοπώλια πίσω από την αύξηση τιμών

Σχετικά με την λειτουργία του ανταγωνισμού, προκύπτει ότι το 87,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων είναι πεπεισμένο πως υπάρχουν ολιγοπώλια τα οποία ελέγχουν μεγάλο μέρος της αγοράς και διαμορφώνουν τις τιμές, έναντι μόλις 8,5% που πιστεύει ότι λειτουργεί ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα. Συνακόλουθα, το 83,8% των ΜμΕ θεωρεί ότι οι εφαρμοζόμενες μέχρι σήμερα πολιτικές δεν έχουν συμβάλει καθόλου στην προώθηση του υγιούς ανταγωνισμού και την αποφυγή αθέμιτων ολιγοπωλιακών πρακτικών, έναντι μόλις 11,5% των επιχειρήσεων που πιστεύει το αντίθετο.

Στην σύνοψη σημειώνονται, πιο αναλυτικά, τα εξής: Όπως προκύπτει από την εξέταση του μεριδίου των 5 μεγάλων κάθε κλάδου στο σύνολο, στην ελληνική οικονομία επικρατεί ένας βαθύτατος διχασμός. Στους κλάδους της μεγάλης βιομηχανίας δεσπόζουν μονοπώλια ή μονοπωλιακές τάσεις, ενώ στους κλάδους που κυριαρχούν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κυριαρχούν συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού.

Η δεινή εικόνα που εμφανίζει ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα αποτυπώνεται και στα ευρήματα από την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που διεξήχθη το 2022, με θέμα «Οι αντιλήψεις των πολιτών για την πολιτική ανταγωνισμού» (European Commission, 2022). Οι απαντήσεις από την Ελλάδα δείχνουν ότι η κατάσταση στη χώρα μας, στο πεδίο του ανταγωνισμού, είναι πολύ χειρότερη της μέσης ευρωπαϊκής.
 

Διαβαστε επισης