Ενέργεια

Επιτροπή Ανταγωνισμού: Στο μικροσκόπιο τα πετρελαιοειδή - Τι είδε στον κλάδο


Σε ενδελεχή ανάλυση των συνθηκών ανταγωνισμού στις οικείες αγορές και της διάρθρωσης της αγοράς πετρελαιοειδών ανά επιμέρους στάδιο (διύλισης, εμπορίας και λιανικής) προχώρησε η Επιτροπή Ανταγωνισμου και αναζητήθηκαν τυχόν εμπόδια εισόδου ή/και ανάπτυξης της αγοράς.

Οι απόψεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού και η Κανονιστική Παρέμβαση που προτείνει στον κλάδο των πετρελαιοειδών (άρθρο 11 του Ν 3959/2011) τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση έως και τις 30 Σεπτεμβρίου 2024.

Αναλυτικά, σε ανακοίνωσή της η Επιτροπή Ανταγωνισμού («ΕΑ») αναφέρει: Στις 28.11.2022, έχοντας υπόψη το άρθρο 11 Ν. 3959/2011 για κανονιστική παρέμβαση σε κλάδους της οικονομίας, η ΕΑ αποφάσισε αυτεπαγγέλτως την εκκίνηση της σχετικής διαδικασίας στον κλάδο των πετρελαιοειδών. Ειδικότερα, η εν λόγω κανονιστική παρέμβαση, αφορά στην αξιολόγηση του εάν επικρατούν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού στα τρία στάδια παραγωγής και διανομής (διύλιση, εμπορία και λιανική διάθεση) σε επιμέρους προϊόντα στην ελληνική αγορά (αμόλυβδη βενζίνη 95, πετρέλαιο κίνησης και πετρέλαιο θέρμανσης), τα οποία αφορούν σε βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης με χαμηλή ανελαστική ζήτηση ως προς την τιμή.

Η ΕΑ δημοσιεύει στις 1.8.2024 τις προκαταρτικές απόψεις της αναφορικά με τις συνθήκες ανταγωνισμού και καλεί κάθε ενδιαφερόμενο να συνεισφέρει στη δημόσια διαβούλευση.

Η Κανονιστική παρέμβαση εκκίνησε με βάση τα πορίσματα της Χαρτογράφησης της αγοράς Πετρελαιοειδών, η οποία διενεργήθηκε με απόφαση της ΕΑ στις 22.3.2022.

Επισημαίνεται ότι κατά την αξιολογούμενη περίοδο αναφοράς, στο πλαίσιο της κανονιστικής παρέμβασης, υφίστανται δύο ισχυρά σοκ στην ελληνική οικονομία: αφενός το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού, το οποίο επηρέασε την Ελλάδα κατά κύριο λόγο από τον Φεβρουάριο του 2020 και εξής και οδήγησε σε κατάρρευση της ζήτησης εντός του 2020 με συνθήκες σταδιακής αποκατάστασης κατά τη διετία που επακολούθησε (2021 και 2022), αφετέρου τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο οποίος ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022 και συνεχίζεται ως σήμερα με αρνητικές επιπτώσεις στην προσφορά της πρώτης ύλης και τελικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στο πλαίσιο της Κανονιστικής παρέμβασης, έγινε σε βάθος διερεύνηση του κλάδου των πετρελαιοειδών στην Ελλάδα και του θεσμικού πλαισίου που τον διέπει. Συγκεκριμένα έγινε ενδελεχής ανάλυση των συνθηκών ανταγωνισμού στις οικείες αγορές και της διάρθρωσης της αγοράς πετρελαιοειδών ανά επιμέρους στάδιο (διύλισης, εμπορίας και λιανικής) και αναζητήθηκαν τυχόν εμπόδια εισόδου ή/και ανάπτυξης της αγοράς. Περαιτέρω, διενεργήθηκε σχετική ανάλυση για την εξέλιξη της ζήτησης, των τιμών των τριών προϊόντων (αμόλυβδη βενζίνη 95, πετρέλαιο κίνησης και πετρέλαιο θέρμανσης) κατά την περίοδο 2019-2022, καθώς και του περιθωρίου διύλισης (refining ή crack spread), ήτοι της διαφοράς μεταξύ της τιμής αγοράς αργού πετρελαίου (εισροής) και τιμής πώλησης έτοιμου διυλισμένου προϊόντος (εκροής). Ακολούθως, παρουσιάστηκε η εξέλιξη των τιμών εμπορίας και λιανικής, καθώς και το αντίστοιχο περιθώριο λιανικής για την ίδια ως άνω σχετική περίοδο. Εν συνεχεία, διενεργήθηκε ανάλυση της δραστηριότητας, εμπορικών ροών και αποδοτικότητας των εταιρειών διύλισης και εμπορίας κατά το διάστημα 2019-2022 τόσο συνολικά σε επίπεδο επιχείρησης, όσο και αναφορικά με κάθε προϊόν. Στόχος της αξιολόγησης αυτής είναι αφενός μεν να διερευνηθούν τα κέρδη της εφοδιαστικής αλυσίδας για κάθε προϊόν όπως και στο σύνολο της δραστηριότητάς τους και αφετέρου να αξιολογηθεί η αύξηση των εσόδων και αποδοτικότητας που σημειώνουν οι επιχειρήσεις σε σχέση με τις εγχώριες πωλήσεις των τριών υπό εξέταση προϊόντων ή και με άλλους παράγοντες.

Περαιτέρω, εξετάστηκε η μετακύλιση των μεταβολών των τιμών από τον δείκτη Platts κάθε προϊόντος στην τιμή διύλισης, από την τιμή διύλισης στην τιμή χονδρικής εμπορίας σε επίπεδο επικράτειας, επεκτείνοντας καταρχάς το πλαίσιο αξιολόγησης της μετακύλισης των τιμών (pass through) και τον έλεγχο ασυμμετρίας που είχε αναλυθεί στο πλαίσιο της Χαρτογράφησης, τόσο χρονικά, όσο και γεωγραφικά (συμπεριλαμβάνοντας επιπλέον του Νομού Αττικής, τους Νομούς Θεσσαλονίκης, Ηρακλείου και Αχαΐας), ήτοι τους πληθυσμιακά μεγαλύτερους νομούς της Ελλάδος. Τα ανωτέρω, συνεξετάστηκαν με την ανάλυση ζητημάτων αναφορικά, το μηχανισμό της τιμολογιακής πολιτικής και τις παραμέτρους που τη διαμορφώνουν, την τήρηση αποθεμάτων ασφαλείας, σε συνδυασμό με τις εμπορικές ροές (εισαγωγές- εξαγωγές) στα επιμέρους στάδια της αλυσίδας παραγωγής και διάθεσης και τη διαθεσιμότητα αποθηκευτικών χώρων, καθώς και τις διαδικασίες αξιοποίησής τους, Τέλος, αναλύθηκε η αποδοτικότητα εκμετάλλευσης και τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στις σχετικές αγορές.

Ως προς τα επιμέρους συμπεράσματα ανά στάδιο επισημαίνονται τα εξής: 

Στο στάδιο της διύλισης επικρατούν συνθήκες δυοπωλίου, με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης. Οι καθοριστικοί παράγοντες διαμόρφωσης της τιμής για τις εγχώριες πωλήσεις κάθε προϊόντος (ιδίως τιμή Platts, φορολογία και λοιπές επιβαρύνσεις και ισοτιμία US$/ευρώ) είναι κοινοί για τις δύο εταιρείες. Τον πιο σημαντικό ρόλο φαίνεται να διαδραματίζει η τιμή του δείκτη Platts MED ανά προϊόν πετρελαίου. Από την ανάλυση των τιμών διύλισης προέκυψε ταύτιση (με οριακές διαφορές στις τιμές μεταξύ των δύο εταιρειών στο τέταρτο με πέμπτο δεκαδικό ψηφίο) και παράλληλη εξέλιξη των τιμών. Περαιτέρω, και στις δύο υπό εξέταση περιόδους, τα περιθώρια διύλισης αυξήθηκαν, παρόλο που μεταξύ των δύο υπό εξέταση περιόδων παρατηρούνται αντίθετες τάσεις στην κίνηση των τιμών αργού πετρελαίου και τελικών προϊόντων (βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης). Παρά το αυξημένο περιθώριο διύλισης του πρώτου σοκ, οι εταιρείες διύλισης δεν εμφάνισαν λειτουργικά κέρδη στο σύνολο της χρήσης του 2020 , γεγονός που οφείλεται κυρίως στην περιορισμένη, λόγω της πανδημίας, ζήτηση και κατ' επέκταση παραγωγή τελικών προϊόντων από τις εταιρείες διύλισης, σε σχέση με το υψηλό σταθερό κόστος παραγωγής τους. Αντίθετα, το αυξημένο περιθώριο διύλισης του δεύτερου σοκ οδήγησε σε σημαντικά λειτουργικά κέρδη στις εταιρείες διύλισης, καθώς συνοδεύτηκε από σχετικά αυξημένη ζήτηση (σε σχέση με τη χρήση του 2020) και κατ' επέκταση παραγωγή από τις εταιρείες διύλισης και με διαχρονικές αυξήσεις στις τιμές. Στην ανάλυση αυτή συνεκτιμάται και η σχετική εξωστρέφεια των εταιρειών, καθώς πραγματοποιούν σημαντικό μέρος των πωλήσεών τους σε χώρες του εξωτερικού, εντούτοις προκύπτει, εν γένει, για τα εξεταζόμενα προϊόντα μεγαλύτερο ανά μονάδα έσοδο από εγχώριες πωλήσεις για την κάθε εταιρεία, σε σχέση με το αντίστοιχο μέσο έσοδο των εξαγωγών τους.

Η εγκατεστημένη παραγωγική δυναμικότητα, η οποία υπερκαλύπτει τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς, σε συνδυασμό και με τη συρρίκνωση του κλάδου (παγκοσμίως), διαχρονικά λειτουργούν ανασταλτικά για την είσοδο άλλων εταιρειών στον κλάδο. Παράλληλα, υφίστανται και μία σειρά από εμπόδια εισόδου, όπως, τα υψηλά απαιτούμενα και μη ανακτήσιμου κόστους κεφάλαια για τη δημιουργία των αναγκαίων παραγωγικών εγκαταστάσεων, τα μη προβλέψιμα περιθώρια κέρδους που χαρακτηρίζονται από πολύ μεγάλη μεταβλητότητα, οι μελλοντικές προοπτικές περαιτέρω περιορισμού της εν λόγω αγοράς σε διεθνές επίπεδο, καθώς και εγχώριοι θεσμικοί παράγοντες, όπως οι προβλεπόμενες χρονοβόρες και απαιτητικές διαδικασίες αδειοδότησης και η υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας.  

Οι εισαγωγές δεν φαίνεται να ασκούν σημαντική ανταγωνιστική πίεση στις εταιρείες διύλισης. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι η ανάγκη τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας ενδέχεται να θέτει εμπόδια στις εισαγωγές για τις ανεξάρτητες εταιρείες εμπορίας. Οι εταιρείες ικανοποιούν τις ανάγκες τους μέσω συμβάσεων (συν)αποθήκευσης και εξυπηρέτησης, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να μειώνει την ένταση ανταγωνισμού μεταξύ τους ή δημιουργεί bottlenecks, ιδίως σε περιοχές της νησιωτικής χώρας. Οι εισαγωγές θα μπορούσαν να συνιστούν εναλλακτικές πηγές προμήθειας των εταιρειών εμπορίας, ασκώντας ανταγωνιστική πίεση στις εταιρείες διύλισης. Η μη ύπαρξη εισαγωγών σε συνδυασμό με τους περιορισμούς που τίθενται στους αποθηκευτικούς χώρους και το αυξημένο κόστος τήρησης αποθεμάτων, συνιστούν εμπόδια εισόδου/επέκτασης που περιορίζουν τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό

Η παρατηρούμενη ασύμμετρη μετακύλιση (για το πετρέλαιο κίνησης κατά την πρώτη περίοδο και για τη βενζίνη αμόλυβδη 95 και το πετρέλαιο κίνησης τη δεύτερη περίοδο, όπου οι αυξήσεις των τιμών του δείκτη Platts μετακυλίονται περισσότερο στις τιμές πώλησης των διυλιστηρίων βενζίνης και πετρελαίου κίνησης, σε σχέση με τις αντίστοιχες μειώσεις), σε συνδυασμό με τα υψηλά περιθώρια κερδοφορίας των εταιρειών διύλισης και της επιλογής συγκεκριμένων παραγόντων τιμολόγησης και  την εξαιρετικά χαμηλή ανταγωνιστική πίεση λόγω των περιορισμένων εισαγωγών, επιβεβαιώνουν την ικανότητα των εταιρειών διύλισης να αυξάνουν επικερδώς τις τιμές τους, χωρίς να επηρεάζονται αισθητά από τις ενέργειες των πελατών τους ή να περιορίζονται από δυνητικούς ανταγωνιστές. Ιδιαίτερα, λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων τιμολόγησης των εταιρειών εμπορίας από τις εταιρείες διύλισης, καθίσταται σαφές ότι οι τελευταίες αντισταθμίζουν τουλάχιστον σημαντικό μέρος των κινδύνων τους (όπως μεταβλητότητα συναλλαγματικής ισοτιμίας και μεταβλητότητα τιμής αγοράς αργού πετρελαίου/κόστους,) και το μετακυλίουν προς τους πελάτες τους, οι οποίοι δεν διαθέτουν εναλλακτική πηγή εφοδιασμού. Σημειώνεται ότι οι εταιρείες διύλισης πραγματοποιούν μεγαλύτερο έσοδο από τις πωλήσεις στους στην εγχώρια αγορά έναντι των εξαγωγών.

Στο στάδιο της χονδρικής εμπορίας η αγορά χαρακτηρίζεται από μέτριο προς χαμηλό βαθμό συγκέντρωσης, όπου οι δραστηριοποιούμενες εταιρείες επιδιώκουν να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους μέσω της προώθησης εναλλακτικών διαφοροποιημένων προϊόντων, της παροχής υπηρεσιών καθώς και της εν γένει αξιοποίησης του σήματός που εμπορεύονται. Οι πελάτες (πρατήρια λιανικής διάθεσης) δεν πραγματοποιούν απευθείας αγορές από τα διυλιστήρια ούτε και εισαγωγές, συνεπώς δεν έχουν εναλλακτικές πηγές προμήθειας. Συνεπώς, η διαπραγματευτική δύναμη ανήκει στις εταιρείες της χονδρικής, οι οποίες με τη σειρά τους περιορίζονται από την έλλειψη εναλλακτικών πηγών προμήθειας στο στάδιο της διύλισης, Ως εμπόδια εισόδου σημειώνονται ο υψηλός βαθμός καθετοποίησης σε συνδυασμό με τις οικονομίες κλίμακας και φάσματος, η συρρίκνωση του μικρού μεγέθους της ελληνικής αγοράς, η έντονη παραβατικότητα, οι δυσκολίες εισαγωγής πετρελαιοειδών από τις εταιρείες εμπορίας, λόγω του συστήματος τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας, οι περιορισμοί που συνδέονται με την αδειοδότηση των αποθηκευτικών χώρων. Τέλος, σημειώνεται ότι η αποδοτικότητα των εταιρειών εμπορίας σε επίπεδο μικτών αποτελεσμάτων εμφανίζει περιορισμένο εύρος και με διαχρονικά μικρές σχετικά διακυμάνσεις και οριακά θετικά λειτουργικά περιθώρια κερδοφορίας. 

Η δυσκολία εξεύρεσης εναλλακτικής πηγής προμήθειας μέσω εισαγωγών έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία άσκησης πίεσης των εταιρειών εμπορίας προς τις εταιρείες διύλισης και συνεπώς τη δυνατότητα των τελευταίων να πωλούν τα προϊόντα τους σε αυξημένες τιμές, το οποίο συνιστά δομικό εμπόδιο εισόδου ή επέκτασης ανταγωνιστών των εταιρειών διύλισης ή έστω άσκησης πίεσης εκ μέρους των πελατών αυτών. Ως εκ τούτου, η αδυναμία εισαγωγών σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στην αδειοδότηση αποθηκευτικών χώρων, αλλά και του αυξημένου κόστους τήρησης αποθεμάτων, συνιστούν παράγοντες που περιορίζουν τον ανταγωνισμό.  Ως προς τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης των τριών υπό κρίση προϊόντων, σημειώνεται ότι υφίστανται γεωγραφικές περιοχές στην εγχώρια αγορά, όπου διατηρεί εγκατάσταση μόνο μία εταιρεία. Το γεγονός αυτό μπορεί να δυσχεραίνει την αποθήκευση καυσίμων ιδιαιτέρως στη νησιωτική Ελλάδα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι συμβάσεις συν-αποθήκευσης και συνεξυπηρέτησης δύναται να επιλύσουν ζητήματα περιορισμού στην αποθήκευση, εντούτοις παρατηρείται σε κάποιες από τις συμβάσεις συν-αποθήκευσης να περιλαμβάνονται συμφωνίες αποκλειστικότητας, οι οποίες δύνανται υπό προϋποθέσεις να δημιουργούν συνθήκες μη αποτελεσματικού ανταγωνισμού, καθώς περιορίζουν την πρόσβαση ενδιαφερόμενων τρίτων μερών σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης, σημαντικές για την περαιτέρω δραστηριοποίησή τους, ιδίως σε νησιωτικές ή απομακρυσμένες περιοχές, όπου οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης είναι ούτως ή άλλως πεπερασμένες σε αριθμό. 

Στο στάδιο της λιανικής δραστηριοποιούνται 6.117 πρατήρια από τα οποία τα 5.825 λειτουργούν με το σήμα κάποιας εταιρείας, ενώ τα υπόλοιπα είναι ανεξάρτητα πρατήρια. Ως εμπόδια εισόδου στο επίπεδο της λιανικής προμήθειας σημειώνονται το ύψος της επένδυσης για τη δημιουργία ενός πρατηρίου, τα χαμηλά περιθώρια κέρδους και η παραβατικότητα (νοθεία). Αντίστοιχα και στο στάδιο λιανικής οι εισαγωγές θα μπορούσαν να συνιστούν εναλλακτικές πηγές προμήθειας των εταιρειών εμπορίας, ασκώντας ανταγωνιστική πίεση στις εταιρείες διύλισης. 

Η μη ύπαρξη εισαγωγών σε συνδυασμό με τους περιορισμούς που τίθενται στους αποθηκευτικούς χώρους και το αυξημένο κόστος τήρησης αποθεμάτων, συνιστούν εμπόδια εισόδου/επέκτασης που περιορίζουν τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό.

Με βάση την παραπάνω ανάλυση, διαμορφώθηκε το κείμενο των απόψεων της ΕΑ για δημόσια διαβούλευση.

Στη δημόσια διαβούλευση μπορεί να λάβει μέρος οποιοδήποτε πρόσωπο, ανεξάρτητα από την επίκληση έννομου συμφέροντος. Η κατάθεση των απόψεων νομικού προσώπου που συμμετέχει στη διαβούλευση γίνεται από τον νόμιμο εκπρόσωπό του. Όλες οι παρατηρήσεις και οι απόψεις όσων ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στη διαβούλευση και να γνωστοποιήσουν τυχόν στοιχεία που διαθέτουν και τα οποία είναι χρήσιμα για τη διαμόρφωση της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι ευπρόσδεκτες. Η διάρκεια της διαβούλευσης διαρκεί έως και τις 30.09.2024. Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους γραπτώς και επώνυμα ηλεκτρονικά (σε επεξεργάσιμη μορφή) στη διεύθυνση fuels@epant.gr μέχρι την ημερομηνία αυτή. 

Σημειώνεται ότι οποιεσδήποτε απαντήσεις πέραν της καταληκτικής ημερομηνίας ή/και τροποποιήσεις απαντήσεων στη δημόσια διαβούλευση δεν θα γίνονται δεκτές.