Πολιτική

Επικίνδυνο παιχνίδι με το σχέδιο «Β»


Ένα επικίνδυνο παιχνίδι για την ανάπτυξη και τη δοκιμαστική επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές παίζει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, καθώς όλα δείχνουν ότι προετοιμάζει άλλη μια αναβολή των αποφάσεων για το χρέος και την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Η εαρινή σύνοδος του ΔΝΤ μπορεί να πρόσφερε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να εμφανισθεί σαν «καλός μαθητής» στη δημοσιονομική πολιτική, χάρη στο απροσδόκητα υψηλός πλεόνασμα του 2016, αλλά τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων για την αναδιάρθρωση του χρέους ήταν, άλλη μια φορά, απογοητευτικά.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιμένει στη βασική του τοποθέτηση για το χρέος, τονίζοντας ότι η Ελλάδα δεν «σηκώνει» υψηλά πλεονάσματα, γι’ αυτό και χρειάζεται μια σχετικά γενναιόδωρη ρύθμιση του χρέους, κάτι που σημαίνει ότι το Eurogroup θα πρέπει να συμφωνήσει επί της αρχής ότι θα γίνει χρήση εργαλείων ελάφρυνσης του χρέους, για τα οποία έχει ασκήσει «βέτο» ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, όπως είναι η μετάθεση των πληρωμών τόκων και το «κλείδωμα» χαμηλού επιτοκίου στα δάνεια από τον EFSF.

Ο Π. Τόμσεν τόνισε, εκ μέρους του ΔΝΤ, προκειμένου να αποκλείσει σκέψεις για συμβιβασμό με εποικοδομητικά ασαφείς διατυπώσεις, ότι δεν είναι το ζητούμενο να προσδιορισθούν όλα τα μέτρα μέχρι τελευταίου δεκαδικού ψηφίου, αλλά πρέπει να είναι γνωστά εκ των προτέρων όλα τα εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν για την ελάφρυνση του χρέους, όπως βεβαίως και να καθορισθεί ένα δημοσιονομικό «μονοπάτι», με βάση λογικές προβλέψεις για το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας.

Άκαμπτος ο Σόιμπλε

Είναι σαφές, πλέον, ότι σε αυτή τη συζήτηση θετική κατάληξη για την Ελλάδα μπορεί να υπάρξει τον Μάιο ή τον Ιούνιο μόνο εάν κάνει η γερμανική πλευρά μια πολύ μεγάλη, για τα δικά της δεδομένα, υποχώρηση: αν, δηλαδή, αποδεχθεί ότι σε ένα ανακοινωθέν του Eurogroup θα αποτυπωθεί μια σχετικά «χαλαρή» για την Ελλάδα πορεία, σε ό,τι αφορά το στόχο για το πλεόνασμα, σε συνδυασμό με ένα «πακέτο» μέτρων, το οποίο θα είναι επαρκές για να αντιμετωπισθεί αξιόπιστα το 2018 το πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους.

Όμως, το μήνυμα που εκπέμπει προς το παρόν ο Β. Σόιμπλε είναι ότι δεν προτίθεται να συμφωνήσει σε μια χαλάρωση της λιτότητας για την Ελλάδα, που θα έχει κόστος για τους δανειστές της, ούτε και να αποδεχθεί τη χρήση εργαλείων με υπολογιζόμενο από το υπουργείο του κόστος άνω των 100 δισ. ευρώ ως το 2060.

Μάλιστα, υπάρχει η υποψία ότι ο κ. Σόιμπλε όχι μόνο δεν θέλει να φανεί, εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας, «ενδοτικός» προς την Ελλάδα για το θέμα της λιτότητας και του χρέους, αλλά δεν επιθυμεί και την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, που ενδεχομένως θα έδινε σε πολλούς Γερμανούς συντηρητικούς παρατηρητές την ευκαιρία να επικρίνουν την κυβέρνηση επειδή θέτει σε κίνδυνο τα κεφάλαια της κεντρικής τράπεζας, επιτρέποντας αγορές ελληνικών ομολόγων υψηλού κινδύνου.

Σε αυτό το πλαίσιο, όλα δείχνουν σε μια νέα μεθόδευση Σόιμπλε με στόχο την αναβολή των αποφάσεων για το ελληνικό χρέος. Το πιθανότερο είναι ότι θα τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο «Β» των Ευρωπαίων, που προβλέπει κλείσιμο της αξιολόγησης του ευρωπαϊκού προγράμματος, έστω και χωρίς συμφωνία για είσοδο και του ΔΝΤ στο χρηματοδοτικό σκέλος, ώστε να «ξεκλειδώσει» η παροχή χρηματοδότησης στην Ελλάδα, για να αντιμετωπίσει τις «φουσκωμένες» πληρωμές τοκοχρεολυσίων του Ιουλίου, χωρίς να υπάρξει νέα αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης.

Αυτό ακριβώς το σενάριο περιέγραψε σε δηλώσεις του ο Γιώργος Προβόπουλος, τέως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και καλός γνώστης των συζητήσεων για το ελληνικό πρόγραμμα. Όπως τόνισε, η αξιολόγηση «πιθανότατα να κλείσει τους αμέσως επόμενους μήνες με κάποιες επιφυλάξεις, με κάποιους όρους, αλλά το τοπίο θα ξεκαθαρίσει απολύτως μετά τις γερμανικές εκλογές». Προέβλεψε, μάλιστα, ότι η δόση του δανείου θα καταβληθεί και χωρίς την επιστροφή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα.

Τι φοβάται η κυβέρνηση

Η αναβολή των αποφάσεων για το χρέος μετά τις γερμανικές εκλογές προβληματίζει έντονα την κυβέρνηση, καθώς θα διαψευσθεί το αφήγημα περί ευνοϊκών αποφάσεων με αντάλλαγμα τα σκληρά μέτρα που συμφωνήθηκαν για το 2019-2020, θα επιδεινωθεί το οικονομικό κλίμα, δυσκολεύοντας την προσπάθεια επιστροφής στην ανάπτυξη και θα απομακρυνθεί, λόγω της νέας αναβολής στην ένταξη στο QE, η δοκιμαστική έξοδος στην αγορά ομολόγων.

Αυτόν ακριβώς τον προβληματισμό θέλησε να εκφράσει ο Αλέξης Τσίπρας, με το άρθρο του στην “Wall Street Journal”, που είχε χαρακτήρα μηνύματος στους συμμετέχοντες στη σύνοδο του Ταμείου: αφενός υπογράμμισε ότι υπάρχουν τρόποι ρύθμισης του χρέους χωρίς να πληρώσουν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι δεκάρα και θα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα, αφετέρου τόνισε ότι η σύγκρουση μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ για το δημόσιο χρέος της Ελλάδας στερεί την οικονομία μας από πολύτιμο χρόνο, κάτι που θα καθυστερούσε την πολυαναμενόμενη επιστροφή στην ανάπτυξη.

Νέο μνημόνιο χωρίς ελάφρυνση χρέους;

Πέραν του προβληματισμού αυτού, όμως, υπάρχει και μια ακόμη σοβαρότερη ανησυχία: αν το Ταμείο, ακόμη και μετά τις γερμανικές εκλογές, δεν βρεθεί τρόπος να μετάσχει στο παρόν πρόγραμμα, είναι πολύ σοβαρό το ενδεχόμενο να ακυρωθεί το πρόγραμμα του καλοκαιριού 2015 και να εκπονηθεί νέο, μόνο με συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, δηλαδή χωρίς την «ενοχλητική» παρουσία του ΔΝΤ, που διαρκώς υποστηρίζει την αναγκαιότητα ελάφρυνσης του χρέους.

Ένα νέο μνημόνιο με τον ESM θα φέρει την Ελλάδα σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς θα υπάρχουν όλες οι απαιτήσεις των Ευρωπαίων δανειστών για σκληρή λιτότητα, αλλά θα έχει πάψει να υπάρχει οποιαδήποτε πίεση για ελάφρυνση του χρέους.

Για αυτό το ενδεχόμενο, ο Γ. Προβόπουλος τόνισε με νόημα, στην πρόσφατη συνέντευξη του (στον ρ/σ “Real”): «Σας θυμίζω και μία δήλωση που έκανε ο Ρέγκλινγκ για τα ελληνικά θέματα, όπως και άλλη δήλωση που έκανε ο ίδιος ο Σόιμπλε, ο οποίος με βάση την ειδησεογραφία εισηγήθηκε στη Γερμανίδα καγκελάριο να αντικατασταθεί μελλοντικά το ΔΝΤ από τον ESM».