Κεφάλαια τα οποία ξεπερνούν σε αξία τα 3 δισ. ευρώ σχεδιάζει να επενδύσει το γερμανικό επιχειρείν, στην Ελλάδα, κατά την επόμενη τριετία, ενισχύοντας την παρουσία του στη χώρα, αλλά και την προσπάθεια της κυβέρνησης η οικονομία να εξέλθει της πολυετούς ύφεσης.
Μόνο το επενδυτικό πλάνο της ελληνογερμανικής κοινοπραξίας Fraport – Slentel, αξίας 1,2 δισ. ευρώ για την παραχώρηση 14 περιφερειακών αεροδρομίων και 330 εκατ. ευρώ για τις αναβαθμίσεις των σχετικών εγκαταστάσεων, καθώς και αυτό του ΟΤΕ που σε βάθος τριετίας θα φθάσει το 1,3 δισ. ευρώ με κύρια έμφαση τα δίκτυα νέας γενιάς, ανεβάζουν τον πήχη των μελλοντικών γερμανικών επενδύσεων στην Ελλάδα στα 2,8 δισ. ευρώ.
Σωρευτικά, οι γερμανικές επενδύσεις στη χώρα έχουν ήδη φθάσει τα 21 δισ. ευρώ, καλύπτοντας περίπου το 20% των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα.
Βάσει στοιχείων που συγκέντρωσε από την Γερμανική Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα και επεξεργάσθηκε το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, στην Ελλάδα σήμερα δραστηριοποιούνται 121 μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις, οι οποίες απασχολούν περί τους 29.000 εργαζόμενους, συγκεντρώνοντας, σε σύνολο, ένα τζίρο της τάξης των 7,3 δισ. ευρώ.
Η λίστα με τους ισχυρότερους επιχειρηματικούς ομίλους της Γερμανίας περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη Deutsche Telekom - βασικό μέτοχο του ΟΤΕ, τη Siemens, την Boehringer Ingelheim, τη Robert Bosch, την Allianz, τη Media Markt, τη LIDL, εταιρείες οι οποίες συνέχισαν καθ΄ όλη τη διάρκεια της ύφεσης να επενδύουν στη χώρα και θα επιμένουν ανάλογα τα επόμενα χρόνια.
Ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, κ. Μιχάλης Μαΐλλης, μιλώντας στη διάρκεια press lunch που παρέθεσε το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο για τις γιορτές των Χριστουγέννων σε δημοσιογράφους, τόνισε ότι «στρατηγική στόχευση του Επιμελητηρίου είναι η στήριξη των γερμανικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Η εισροή ξένων κεφαλαίων στη χώρα είναι αυτή που θα δώσει ώθηση στην οικονομία και θα τη βγάλει από τη στενωπό της ύφεσης» ανέφερε για να προσθέσει ότι «η επενδυτική ένταση στην εσωτερική αγορά συνδυαζόμενη με την τόνωση της εξωστρέφειας του ελληνικού επιχειρείν, θα αποτελέσουν ένα ισχυρό δίπολο ανάπτυξης, ικανό να θέσει την Ελλάδα εκτός μνημονιακών συμβάσεων. Πρόκειται για έναν ρεαλιστικό στόχο, τον οποίο θα επιτύχουμε ως χώρα υπό την προϋπόθεση ότι, παράλληλα, θα υλοποιηθούν όλες οι μεταρρυθμίσεις τις οποίες έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία ώστε να καταστεί ανταγωνιστική» δήλωσε ο κ. Μαΐλλης.