Συνελήφθη, μετά από συντονισμένη αστυνομικής επιχείρησης του Τμήματος Διαχείρισης Μετανάστευσης της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής, που πραγματοποιήθηκε χθες στο κέντρο της Αθήνας, 35χρονος αλλοδαπός κατηγορούμενος για σύσταση συμμορίας, πλαστογραφία, κατοχή ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων προσώπων και κατάρτιση ψευδών υπεύθυνων δηλώσεων, ενώ αναζητείται ακόμα ένας αλλοδαπός συνεργός του.
Ειδικότερα, όπως τονίζεται στη σχετική ανακοίνωση, μετά από κατάλληλη αξιοποίηση πληροφοριών διαπιστώθηκε ότι ο 35χρονος συμμετείχε σε κύκλωμα που δραστηριοποιούνταν στην κατάρτιση και εμπορία πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων που προορίζονταν για την παράνομη διακίνηση μεταναστών σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κυρίως μέσω της αεροπορικής οδού.
Επίσης σε συνεργασία με τη EUROPOL, διαπιστώθηκε ότι το υπό έρευνα κύκλωμα δραστηριοποιείται από το 2021 στην κατάρτιση και εμπορία ταξιδιωτικών εγγράφων ενώ οι γερμανικές Αρχές είχαν προβεί σε κατάσχεση δέματος που περιείχε πλαστά διαβατήρια το 2021, αποστολέας των οποίων ήταν ο 35χρονος.
Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ ο 35χρονος λειτουργούσε πλήρες εργαστήριο κατάρτισης πλαστών εγγράφων, το οποίο διέθετε εξειδικευμένο επαγγελματικό εξοπλισμό εκτύπωσης και εγχάραξης εγγράφων και πλαστικών καρτών, σύγχρονης τεχνολογίας laser, αλλά και κατάλληλες πρώτες ύλες.
Επίσης σημειώνεται ότι μεταξύ των κατασχεθέντων βρέθηκε και σύγχρονη, επαγγελματικού τύπου συσκευή εκτύπωσης με τεχνολογία laser, η οποία δεν αποτελεί σύνηθες εύρημα σε κοινά εργαστήρια κατάρτισης πλαστών εγγράφων, καθώς πολλαπλασιάζει τις δυνατότητες κατάρτισης πλαστών εγγράφων τόσο σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, όσο και ως προς την «γκάμα» των εγγράφων που δύναται να παραχθούν και ιδίως σε έντυπα νέου τύπου που έχουν τη μορφή πλαστικής κάρτας.
Προκειμένου ο 35χρονος και ο συνεργός του να αποκρύπτουν τη δράση τους, είχαν εγκαταστήσει το εργαστήριο σε σπίτι που δεν το χρησιμοποιούσαν ως μόνιμη κατοικία, αλλά αποκλειστικά και μόνο για τη λειτουργία του εργαστηρίου.
Η ποσότητα των εγγράφων που έχει διακινηθεί εκτιμάται σε πολλές χιλιάδες, ενώ τα έγγραφα τα διοχέτευαν σε συνεργαζόμενα δίκτυα παράνομης διακίνησης μεταναστών ή απευθείας σε υποψήφιους για προώθηση μετανάστες.
Από την εμπορία των εγγράφων εκτιμάται πως αποκόμιζαν χρηματικά ποσά που κυμαίνονταν από 600 έως και 900 ευρώ ανά έγγραφο, ανάλογα με το είδος και τη χώρα προέλευσης του εγγράφου.