Μπορεί ο ΕΝΦΙΑ να είναι μειωμένος φέτος, ωστόσο εξακολουθεί να είναι δυσβάστακτος και ενίοτε εξοργιστικός σε χιλιάδες περιπτώσεις.
Μία από αυτές αφορά την υποχρέωση του Ασύλου Ανιάτων στην Κυψέλη να καταβάλλει ΕΝΦΙΑ για το 2019 ύψους 870.000 ευρώ! Ένα ποσό δυσθεώρητο, που δυσκολεύει την εύρυθμη λειτουργία ενός κοινωφελούς ιδρύματος, με βαριές οικονομικές ανάγκες από την φύση της σπουδαίας αποστολής του.
Το Άσυλο Ανιάτων Κυψέλης σήμερα περιθάλπει περίπου 180 ασθενείς από όλη την Ελλάδα, οι οποίοι πάσχουν από παραπληγίες, τετραπληγίες, εγκεφαλοπάθειες, σκλήρυνση κατά πλάκας και παθήσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος με κύριο χαρακτηριστικό τις διαταραχές της κινητικότητας κ.λπ.
Το 80% των ασθενών είναι κατάκοιτοι και ακρατικοί. Το Άσυλο Ανιάτων φιλοξενεί ανθρώπους που η πάθησή τους είναι ανίατη και τoυς καθιστά ανίκανους να αυτοεξυπηρετηθούν, με μοναδική προϋπόθεση να μην έχουν μολυσματικές και ψυχιατρικές ασθένειες, δυσεπούλωτα τραύματα και να μην έχουν οξύ νόσημα ή καρκίνο που απαιτεί ειδική νοσηλεία.
Οι ασθενείς παραμένουν στο ίδρυμα ως το τέλος της ζωής τους γεγονός που συνεπάγεται ιδίως κατά το τελικό στάδιο του αγώνα τους, αυξημένη ιατρική, νοσηλευτική και φαρμακευτική φροντίδα.
Για την περίθαλψή τους εργάζονται 110 άτομα (ιατροί, φυσικοθεραπευτές, νοσοκόμοι, εργασιοθεραπευτές, διοικητικό προσωπικό, εργατοτεχνίτες κ.α.), προσφέροντας 24ωρη υποστήριξη.
Το θέμα αναδείχθηκε σε ρεπορτάζ του χθεσινοβραδυνού (20/9) δελτίου ειδήσεων του Ant1, προκαλώντας αίσθηση.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι το Άσυλο Ανιάτων είναι κοινωφελές μη κερδοσκοπικό φιλανθρωπικό σωματείο, λειτουργεί χωρίς οποιαδήποτε κρατική επιδότηση και από το 1893 μέχρι σήμερα έχει παράσχει σε χιλιάδες άπορους ασθενείς.
Η ιστορία της έπαυλης Μάλκολμ
Η έπαυλη Μάλκολμ όπου λειτουργεί σήμερα το Άσυλο Ανιάτων στην οδό Αγίας Ζώνης στην περιοχή της Κυψέλης. Ανήκε στο Βρετανό ναύαρχο Σερ Πάλτνι Μάλκολμ (Sir Pulteney Malcolm), που είχε γεννηθεί στη Σκωτία το 1768. Ο Μάλκολμ διοικούσε τον αγγλικό ναύσταθμο στη Μάλτα και ήταν αρχηγός του βρετανικού στόλου της Μεσογείου από το 1828 μέχρι το 1831 και ξανά από το 1833 μέχρι το 1834.
Ο Μάλκολμ γοητεύτηκε από το κλίμα της Αθήνας και έχτισε την εξοχική βίλα του στο "χωριό Πατήσια μισή ώρα μακρυά από την πόλη". Ξόδεψε για την έπαυλή του τρεις χιλιάδες λίρες, υπέρογκο ποσό για την εποχή, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να δείξει την πεποίθησή του για την απελευθέρωση της τουρκοκρατούμενης Ελλάδος και την αισιοδοξία του για το μέλλον της.
Όταν ο Βρετανός ναύαρχος Σερ Πάλτνι Μάλκολμ άρχισε να θεμελιώνει την εξοχική έπαυλή του, σε ολόκληρη την Αθήνα, όπως αναφέρει ο ιστοριογράφος και αγωνιστής του 1821 Διονύσιος Σουμερλής, υπήρχε μονάχα ένα σπίτι κατοικήσιμο. Και προσθέτει ακόμη πως οι Αθηναίοι, ως συνέπεια του πολέμου "εύρον την πόλιν πάσαν ερείπιον". Αλλά και ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, που είδε την Αθήνα το χειμώνα του 1830 - 31, γράφει στα απομνημονεύματά του ότι πόλη δεν υπήρχε παρά μόνον "ερείπια επί ερειπίων".
Ο Γερμανός αρχαιολόγος και καθηγητής στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Χάλλης Λουδοβίκος Ρος (Ludwig Ross, 1806 - 1859), που επισκέφτηκε την Αθήνα στα 1832 - 33, γράφει στις "Αναμνήσεις" του ότι ο Μάλκολμ από καθαρό φιλελληνισμό έχτιζε την εξοχική έπαυλή του, προκειμένου να δώσει ένα ενθαρρυντικό παράδειγμα.
Ο Ρος, ερχόμενος στην Αθήνα τον Αύγουστο του 1832, περιγράφει πως αυτό που αντίκρισε ήταν μια "εικόνα ερήμωσης". Αισθάνθηκε φοβερή απογοήτευση για την Αθήνα των χρόνων εκείνων, μια μικρή πολιτεία των 6.000 - 7.000 κατοίκων, κάτω από την τουρκική κυριαρχία, με τα στενά δρομάκια, τα χαμηλά σπίτια, τις κατεστραμμένες εκκλησίες και τα ερείπιά της.
Το κτίσιμο της έπαυλης του Μάλκολμ στα Πατήσια επέβλεπαν οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ. Η ανασφάλεια όμως εκείνα τα χρόνια ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι αρχιτέκτονες, όπως διηγείται και πάλι ο Ρος, ήταν αναγκασμένοι να πηγαίνουν στην οικοδομή του Μάλκολμ στα Πατήσια με συνοδεία και ένοπλοι, επειδή ληστές παραμόνευαν για να τους πάρουν ομήρους για λύτρα. Είχε μάλιστα διαδοθεί ότι οι αρχιτέκτονες του ναυάρχου είχαν μαζί τους πολύ "μετρητό χρήμα".
Ένα μεγάλο γεγονός, που είχε προκαλέσει φοβερή εντύπωση στο λαό της Αθήνας εκείνο τον καιρό, ήταν δυο δίτροχα κάρα, που ο ναύαρχος Μάλκολμ είχε φέρει από τη Μάλτα και τα έστελνε στα Πατήσια φορτωμένα οικοδομικά υλικά για το χτίσιμο της βίλας του. Έκπληκτοι οι Αθηναίοι μαζεύονταν στην Οδό Πειραιώς για να δουν το θαύμα αυτό της "φράγκικης μηχανικής".
Η έπαυλη του Μάλκολμ έχει χτιστεί στη θέση ακριβώς όπου ο Κιουταχής, κατά την πολιορκία της Ακρόπολης, είχε στήσει τη σκηνή του. Την έπαυλη την αγόρασε αργότερα ο Σπυρίδων Τρικούπης για κατοικία του. Ένα διάστημα στέγασε και τη γαλλική πρεσβεία.