Πολιτική

Ενέργεια, το βασικό διπλωματικό «όπλο» της Ρωσίας


H  Ρωσία χρησιμοποιεί την ενεργειακή διπλωματία και τις ενεργειακές της εταιρείες για να διαδραματίσει τον ρόλο του διαπραγματευτή μεταξύ διαφόρων πλευρών, κυρίως μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας. Αυτή του επέτρεψε να διαπραγματευθεί εμπορικές συμφωνίες και στις δύο χώρες, παρέχοντας παράλληλα στήριξη για συνεργασία στο πλαίσιο του ΟΠΕΚ, κάτι που διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτό, δεδομένης της αρχικής απροθυμίας του Ιράν να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε συμφωνία παραγωγής [πετρελαίου] έως ότου η δική του πετρελαϊκή παραγωγή φθάσει στα επίπεδα πριν από την επιβολή κυρώσεων. 

Τα οφέλη από την διεύρυνση της παρουσίας της Ρωσίας στην Μέση Ανατολή δεν είναι μόνο πολιτικά. Τα σημαντικότερα αποτελέσματα των κυρώσεων των ΗΠΑ και της ΕΕ στην χώρα είναι οικονομικά. Με το να παρεμποδίσουν την πρόσβαση συγκεκριμένων ρωσικών εταιρειών στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, δυσχεραίνουν την εξυπηρέτηση του βραχυπρόθεσμου χρέους.

Σε απάντηση, η Ρωσία έχει αναζητήσει εναλλακτικές πηγές κεφαλαίων. Μια προφανής διαδρομή ήταν μέσω ενεργειακών εμπορικών εταιρειών όπως η Glencore, η Vitol και η Trafigura, οι οποίες ήταν έτοιμες να προσφέρουν συμφωνίες επαναγοράς πετρελαίου, όπου οι εμπορικοί οίκοι παρέχουν συγκεκριμένες πληρωμές (lump sum) σε αντάλλαγμα για παραδόσεις αργού πετρελαίου.

Δεδομένης της σημασίας της περιοχής για την αγορά πετρελαίου, αυτοί οι έμποροι έχουν φυσικά ισχυρούς δεσμούς στην Μέση Ανατολή και ως εκ τούτου παρέχουν έναν άλλο τρόπο για την αύξηση της εμπλοκής της Ρωσίας.

Ρωσικές εταιρείες έχουν συμμετάσχει στο εμπόριο του κουρδικού αργού πετρελαίου (εκμεταλλευόμενες τις τιμές του που διαμορφώνονται κάτω από τις τιμές της αγοράς). Η Rosneft για παράδειγμα αγόρασε κουρδικό πετρέλαιο για τα ευρωπαϊκά διυλιστήριά της, προπληρώνοντας την αξία του.

Πιο σημαντικό, οι έμποροι πετρελαίου είχαν επίσης την δυνατότητα να εισάγουν τις ρωσικές εταιρείες σε νέες πηγές κεφαλαίων. Το πιο εμφανές παράδειγμα είναι η επένδυση της Glencore και της Qatar Investment  στην Rosneft, όταν πουλήθηκε  19,5% της ρωσικής εταιρείαςτον Δεκέμβριο του 2016.

Η συμμετοχή των δύο εταιρειών στον ρωσικό πετρελαϊκό κολοσσό συνέβαλε περαιτέρω στη παγίωση των ρωσικών ενεργειακών δεσμών με την Μέση Ανατολή, καθώς επιβεβαιώθηκε ότι είναι ευπρόσδεκτες οι άμεσες αραβικές επενδύσεις σε ρωσικές επιχειρήσεις.

ΠΗΓΗ: premium.paratiritis.gr