Η επανεκλογή του Ταγίπ Ερντογάν στον προεδρικό θώκο της Τουρκίας επαναφέρει στο προσκήνιο τα μείζονα ερωτήματα που απασχολούν την Αθήνα για την επόμενη ημέρα στα ελληνοτουρκικά. Αυτά είναι άρρηκτα συνυφασμένα με τη συνολική στάση που θα τηρήσει ο «Σουλτάνος» απέναντι στη Δύση.
Αν επιμείνει στην επιθετική ρητορική απέναντι στους δυτικούς, συνεχίζοντας να απομακρύνεται από το ΝΑΤΟ και την αμερικανική επιρροή, θεωρείται βέβαιο ότι θα δυναμώσει την «πολεμική» κατά της Ελλάδος, ενισχύοντας τα αφηγήματα της «γαλάζιας πατρίδας» και του αναθεωρητισμού στο Αιγαίο. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή ο Ερντογάν επιχειρήσει επαναπροσέγγιση με τη Δύση και κυρίως αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, τότε είναι πιθανόν να επιλέξει μια πιο ήπια στάση στα ελληνοτουρκικά, αποφεύγοντας τις εμπρηστικές ενέργειες και την ακραία διπλωματική γλώσσα.
Ο δίαυλος επικοινωνίας και το «παράθυρο» διαλόγου-κατευνασμού της έντασης, που άνοιξε πριν μήνες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, με αφορμή τους καταστροφικούς σεισμούς στη γειτονική χώρα και με «φόντο» τις εκλογές στις δύο χώρες, είχε ασφαλώς θετικό πρόσημο αλλά ταυτόχρονα και βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Η Αθήνα γνωρίζει άριστα ότι η Τουρκία και δη αυτή που εκφράζει η ερντογανική έκφανσή της, δεν απεμπολεί στον ελάχιστο τα πάγια γεωστρατηγικά της δόγματα, που αποτελούν θεμέλιους λίθους της εξωτερικής πολιτικής. Το νεοθωμανικό δόγμα, η ευθεία αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, το γκριζάρισμα νησιών και βραχονησίδων και το «κατηγορώ» απέναντι στην Ελλάδα για παραβίαση διεθνών συνθηκών-συμφωνιών, θα παραμείνουν σε ισχύ. Αυτό που μένει να φανεί και είναι συνδεμένο με τη συνολική «θεώρηση» του Ταγίπ Ερντογάν απέναντι στον δυτικό παράγοντα, είναι πώς θα εκδηλώνεται-εκφράζεται η «αλά Τούρκα» προσέγγιση στα ελληνοτουρκικά.
Για τις ΗΠΑ, παρά τα τερτίπια του Ερντογάν και το γεωπολιτικό του άνοιγμα προς τη Ρωσία, η Τουρκία παραμένει ένας πολύ σημαντικός εταίρος στο ΝΑΤΟ. Η Ουάσιγκτον και οι δυτικοί που «λοιδορήθηκαν» και καταγγέλθηκαν ως εχθροί της Τουρκίας από τον Ερντογάν, προτιμούσαν τον κεμαλιστή Κιλιτσντάρογλου, εκτιμώντας ότι η εκλογή θα εκκινούσε τη αναστροφή της χώρας και πάλι προς τη Δύση.
Ευλόγως υπήρχε η προσδοκία ότι ο Κιλιτσντάρογλου θα έκανε βήματα προσέγγισης προς τη Δύση, η οποία θα μπορούσε πιο εύκολα να επιβάλει την… επιθυμία της για διατήρηση ήρεμων νερών στην Ανατολική Μεσόγειο. Με τον απρόβλεπτο Ερντογάν, όμως, ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος για τις επόμενες κινήσεις.
Τι θα επιλέξει ο Ερντογάν;
Θα επιλέξει ο Ερντογάν να αποστασιοποιηθεί και άλλο από τον νατοϊκό πόλο και να αφοσιωθεί στη εξέλιξη της Τουρκίας ως ηγέτιδας δύναμης του ισλαμικού κόσμου ή θα αλλάξει ρότα δίνοντας μια νέα ευκαιρία στις σχέσεις του με τη Δύση;
Κάθε επιλογή θα έχει αντίκτυπο και στα ελληνοτουρκικά. Η ελληνική διπλωματία δεν τρέφει αυταπάτες και επιχειρεί με ρεαλισμό να αναλύσει το όποιο ενδεχόμενο, στο οποίο εμπεριέχεται ο «σπόρος» των αέναων τουρκικών διεκδικήσεων.