Πολιτική

Εξισορρόπηση στις τιμές μέχρι το τέλους του 2016 εκτιμά ο ΟΠΕΚ


Σημάδια εξισορρόπησης βλέπει ο ΟΠΕΚ αναφορικά με την αγορά του πετρελαίου κατά το β' εξάμηνο παρά τις πολλές προκλήσεις διατηρώντας ωστόσο τις εκτιμήσεις του για παραγωγή και ζήτηση στα ίδια επίπεδα.

Όπως σημειώνεται, τα διάφορα προβλήματα στη Νιγηρία μείωσαν την παραγωγή του γκρουπ σε 32,36 εκατ. βαρέλια την ημέρα τον προηγούμενο μήνα, λίγο κάτω από τον μέσο όρο των 32,6 εκατομμυρίων που χρειάζεται για να αντισταθμιστεί η ζήτηση το δεύτερο εξάμηνο. Χαρακτηριστικό είναι πως οι ένοπλες συγκρούσεις τον προηγούμενο μήνα στη Νιγηρία έφερε μείωση κατά 99.000 βαρέλια επί το συνόλω. Ωστόσο, στα μέσα Ιουλίου προστίθεται ένα ακόμα μέλος, η Γκαμπόν, η οποία παράγει περίπου 200.000 βαρέλια ημερησίως. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία, η άνοδος της τιμής του πετρελαίου υπολογίζεται κατά 80% από τα χαμηλά του Φεβρουαρίου τη στιγμή που η παγκόσμια υπερπροσφορά μειώνεται λόγω των αναπάντεχων προβλημάτων στην παραγωγή και στην προσφορά των ΗΠΑ. Σαφής στόχος βέβαια δεν υπάρχει και τα μέλη ακολουθούν τις διαθέσεις της Σαουδικής Αραβίας. Πληθαίνουν βέβαια από την άλλη πλευρά οι φωνές για στήριξη της τιμής, αλλά ακόμα δεν έχει βρεθεί η "χρυσή τομή" με τις χώρες-παραγωγούς που δεν συμμετέχουν στο καρτέλ, ενώ διάσταση απόψεων εντοπίζεται ακόμα και σε μέλη του Οργανισμού.

Έντονος προβληματισμός στην ΕΚΤ για τις τιμές του πετρελαίου

Η πτώση της τιμής του πετρελαίου την τελευταία διετία ενισχύει λιγότερο από ό,τι θεωρείτο προηγουμένως την παγκόσμια οικονομία, ενώ η συνολική επίπτωση μπορεί να είναι ακόμη και αρνητική, σύμφωνα με ανάλυση που περιλαμβάνεται στο οικονομικό δελτίο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Οι εκτιμήσεις των μοντέλων υπογραμμίζουν τώρα ότι η επίδραση στην παγκόσμια οικονομία εξαρτάται από τις αιτίες της μείωσης των τιμών του πετρελαίου, σημειώνει η ΕΚΤ. Τα σενάρια δείχνουν ότι μία πτώση κατά 10% στις τιμές του πετρελαίου που οφείλεται αποκλειστικά στην αύξηση της προσφοράς οδηγεί σε αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 0,1% έως 0,2%, ενώ μία πτώση των τιμών πετρελαίου κατά 10%, που οφείλεται αποκλειστικά στη μείωση της ζήτησης, προκαλεί μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ περισσότερο από 0,2%.

Αν υποτεθεί, για παράδειγμα, ότι το 60% της μείωσης των τιμών του πετρελαίου από τα μέσα του 2014 οφειλόταν στην προσφορά και το υπόλοιπο στη ζήτηση, το μοντέλο δείχνει ότι το συνδυασμένο αποτέλεσμα των δύο αυτών σοκ στην παγκόσμια οικονομία θα είναι σχεδόν μηδενικό ή και ελαφρά αρνητικό, αναφέρει η έκθεση.

«Ενώ η πτώση των τιμών του πετρελαίου, που οφειλόταν στην προσφορά, αναμενόταν ότι θα είχε μία καθαρή θετική επίδραση στο παγκόσμιο ΑΕΠ, μία πτώση των τιμών του πετρελαίου που οφείλεται περισσότερο στη ζήτηση, είναι λιγότερο πιθανό να στηρίξει σημαντικά την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα», σημειώνει η έκθεση.

Με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν υποχωρήσει από περίπου 110 δολάρια το βαρέλι στα μέσα του 2014 στα 50 δολάρια σήμερα, πολλοί ανέμεναν μία ώθηση στον ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας από την αύξηση της κατανάλωσης, καθώς τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα έβλεπαν το εισόδημά τους να αυξάνεται από τη μείωση της δαπάνης για καύσιμα.

Ωστόσο, οι θετικές επιδράσεις έως τώρα ήταν περιορισμένες, ενώ η αρνητική επίπτωση στις πετρελαιοεξαγωγικές χώρες ήταν πολύ μεγάλη και μεταδόθηκε σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες, σημειώνει η ΕΚΤ. «Παίρνοντας ως παράδειγμα τις ΗΠΑ, που είναι μία από τις μεγαλύτερες εισαγωγικές χώρες, τα οφέλη για την κατανάλωση από τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου ήταν χαμηλότερα απ' ό,τι είχαν αρχικά εκτιμηθεί και εξουδετερώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τη μεγάλη πτώση των επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας», τονίζεται.

Η κατανάλωση δεν ωφελήθηκε, καθώς τα νοικοκυριά αύξησαν τις αποταμιεύσεις τους και πολλά δεν ανέμεναν ότι οι μειώσεις των τιμών θα διατηρηθούν, με αποτέλεσμα να μην προσαρμόσουν τις δαπάνες τους. Στην περίπτωση, όμως, των εξαγωγέων, το σοκ ήταν απροσδόκητα μεγάλο, με τις τιμές του πετρελαίου να υποχωρούν κάτω από το επίπεδο του κόστους παραγωγής τους, οδηγώντας σε σημαντικές μειώσεις του ΑΕΠ τους.