Διεθνή

Εκλογές ΗΠΑ: Τι διακυβεύεται για την Ευρώπη


Οι φετινές προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ χαρακτηρίζονται από πολλούς ως οι πιο σημαντικές από το 1860. Πολλοί Ευρωπαίοι συμμερίζονται αυτή την άποψη, καθώς οι επιπτώσεις επεκτείνονται πέρα από το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας, αγγίζοντας την τύχη της διεθνούς τάξης που διαμορφώθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στην καρδιά αυτής της τάξης βρίσκεται η διατλαντική συνεργασία. Αυτή η σχέση είχε δεχθεί σημαντικό πλήγμα κατά την προεδρία του Τραμπ, ανακάμπτοντας κάπως υπό τον Μπάιντεν και τώρα αντιμετωπίζει νέο κίνδυνο, αν ο Τραμπ επιστρέψει στην εξουσία.

Οι εκλογές παραμένουν αβέβαιες. Με ελάχιστα 24ωρα να απομένουν, οι Χάρις και Τραμπ βρίσκονται σε σφιχτό ανταγωνισμό σε κρίσιμες Πολιτείες-κλειδιά. Οι κλιμακούμενες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή περιπλέκουν περαιτέρω το ήδη τεταμένο κλίμα πριν την ημέρα των εκλογών.

Η εκστρατεία του 2024 έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ταραχώδης, με δύο απόπειρες δολοφονίας κατά του Τραμπ, την πρόσφατη καταδίκη του για κακούργημα και την ξαφνική απόφαση του Μπάιντεν να αποχωρήσει υπέρ της αντιπροέδρου Χάρις. Λόγω του παρελθόντος του Τραμπ, υπάρχει πραγματική ανησυχία ότι ένα οριακό εκλογικό αποτέλεσμα ενδέχεται να αμφισβητηθεί, με καμία πλευρά να μην αποδέχεται την ήττα.

Παρόλο που μια νίκη της Χάρις πιθανώς θα έχει λιγότερες άμεσες αρνητικές επιπτώσεις για την ΕΕ σε σχέση με μια νίκη του Τραμπ, μια δεύτερη θητεία του Τραμπ θα μπορούσε να υπονομεύσει σοβαρά τη δημοκρατία των ΗΠΑ και να διαταράξει τις διατλαντικές σχέσεις. Η ανοιχτή υποστήριξη του Τραμπ προς τους αυταρχικούς ηγέτες της Ευρώπης, όπως το κόμμα Fidesz του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία, θα μπορούσε να ενισχύσει και να νομιμοποιήσει τα ακροδεξιά κόμματα στην ήπειρο.

Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, οι δεσμοί που ενώνουν τις ΗΠΑ και την Ευρώπη από το 1945 θα μπορούσαν να χαλαρώσουν και να σπάσουν ανεπανόρθωτα. Στην Ευρώπη, οι συνέπειες θα γίνουν πιο αισθητές σε τρεις βασικούς τομείς: την άμυνα, το εμπόριο και την πολιτική για το κλίμα.

Το ΝΑΤΟ και ο πόλεμος στην Ουκρανία

Ένα από τα πιο εμφανή σημεία διαφοροποίησης μεταξύ των υποψηφίων είναι η στάση του Τραμπ απέναντι στο ΝΑΤΟ και η έλλειψη υποστήριξης προς την Ουκρανία. Ο Τραμπ έχει ισχυριστεί ότι θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία μέσα σε 24 ώρες, αν και λίγοι πιστεύουν ότι ένα σχέδιο ειρήνης με τη Ρωσία που θα πρότεινε ο ίδιος, θα προστάτευε την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Ουκρανίας.

Όταν ήταν πρόεδρος, ο Τραμπ είχε απειλήσει ακόμη και με αποχώρηση από το ΝΑΤΟ. Μια τέτοια ενέργεια θα ενθάρρυνε αντιπάλους και θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της Ευρώπης.

Αντίθετα, η Χάρις έχει δείξει αταλάντευτη υποστήριξη προς το ΝΑΤΟ και την Ουκρανία. Μια προεδρία της θα ενίσχυε τη δομή ασφαλείας που έχει διατηρήσει τη σταθερότητα στην Ευρώπη από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, ακόμη και σε περίπτωση νίκης της Χάρις, η ΕΕ θα πρέπει να ενισχύσει τις δικές της αποτρεπτικές και αμυντικές δυνατότητες και να μειώσει την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ.

Εμπορικές σχέσεις

Η οικονομική συνεργασία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη παγκοσμίως, με την αξία του εμπορίου μεταξύ των δύο μπλοκ να ξεπερνά τα 1,3 τρισ. δολάρια ετησίως. Συγκριτικά, το εμπόριο ΗΠΑ-Κίνας ανέρχεται στα 758 δισεκατομμύρια δολάρια, με τις ΗΠΑ να έχουν σημαντικά ελλείμματα και στις δύο περιπτώσεις.

Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί την επιβολή δασμού 10% σε όλες τις εισαγωγές και νέους δασμούς 60% ή περισσότερο σε όλα τα προϊόντα από την Κίνα. Βλέπει την ΕΕ ως ανταγωνιστή παρόμοιο με την Κίνα.

Η Χάρις δεν αναμένεται να είναι πολύ πιο επιεικής όσον αφορά το εμπόριο, καθώς και ο Μπάιντεν είχε υιοθετήσει αυστηρή στάση απέναντι στην ΕΕ. Η εκστρατεία της έχει επίσης προσαρμόσει μια στάση αντι-Κίνας.

Αυτό θέτει την ΕΕ σε δίλημμα, καθώς θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπη με δασμούς στις εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ και παράλληλα με πιέσεις από τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ να υιοθετήσει σκληρή στάση κατά της Κίνας. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος των εκλογών, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος ενίσχυσης του ανταγωνισμού μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, με κάθε πλευρά να αντιδρά στους δασμούς της άλλης με προστατευτικές πολιτικές.

Για να αποφύγει ή να μετριάσει τις συγκρούσεις στο εμπόριο, η ΕΕ θα πρέπει να επιδιώξει διάλογο μέσω του Συμβουλίου Εμπορίου και Τεχνολογίας ΕΕ-ΗΠΑ (TTC), ώστε να αποτρέψει τις διαμάχες προτού αυτές εμφανιστούν. Πρέπει επίσης να επιδιώξει τη διαφοροποίηση και τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών με άλλους εταίρους, όπως η Mercosur και η Ινδία.

Πολιτική για το κλίμα

Τέλος, η πολιτική του νέου Αμερικανού προέδρου για το κλίμα θα είναι καθοριστική. Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να αποσύρει και πάλι τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού του 2015, αν επανεκλεγεί, και να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αυτά τα μέτρα θα δυσκολέψουν την επίτευξη του στόχου περιορισμού της παγκόσμιας υπερθέρμανσης στον 1,5°C.

Η Χάρις έχει τηρήσει ανησυχητικά σιωπηλή στάση σχετικά με τα θέματα του κλίματος κατά την προεκλογική της εκστρατεία, κάτι που επίσης δεν προοιωνίζεται θετικά για τις ευρωπαϊκές προσπάθειες αντιμετώπισης της κλιματικής πρόκλησης.

Αναπόφευκτη η αλλαγή

Είναι ξεκάθαρο: είτε εκλεγεί ο Τραμπ είτε η Χάρις, οι Ευρωπαίοι πρέπει να αντιληφθούν ότι οι διατλαντικές σχέσεις έχουν αλλάξει ανεπανόρθωτα και ότι τα συμφέροντα και οι αξίες της ΕΕ δεν συμπίπτουν πλέον πλήρως με εκείνα των ΗΠΑ.

Μια προεδρία της Χάρις μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερη προβλεψιμότητα από μια του Τραμπ, αλλά για πόσο; Και τι θα συμβεί σε τέσσερα χρόνια;

Όπως εύστοχα αναρωτήθηκε πρόσφατα ο Πίτερ Μπέικερ, επικεφαλής ανταποκριτής του Λευκού Οίκου για τους New York Times: «Είναι ο Τραμπ η εξαίρεση ή ο Μπάιντεν; Ποιος από τους δύο εκπροσωπεί πραγματικά την πορεία που σκοπεύει να ακολουθήσει η Αμερική στο μέλλον;»

Ανεξαρτήτως του ποιος θα κερδίσει στις 5 Νοεμβρίου, οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να προετοιμαστούν για μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, όπου θα βασίζονται περισσότερο στον εαυτό τους και σε άλλους πιθανούς συμμάχους (το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα) παρά στους παραδοσιακούς διατλαντικούς τους εταίρους.

Φωτογραφία: Image by freepik

Διαβαστε επισης