Τράπεζες

«Έκαψαν» πάνω από 1,1 δισ. οι τράπεζες για την πανδημία


Το λογαριασμό της κρίσης του «κορονοϊού» άρχισαν να γράφουν οι ελληνικές τράπεζες από το πρώτο τρίμηνο της χρήσης 2020. Όπως φαίνεται από τις ανακοινώσεις τους, το «χτύπημα» ήταν αρκετά βαρύ, καθώς οι πρόσθετες υπολογίζονται σε 1,156 δις. ευρώ συνολικά και ήδη έχουν εγγραφεί στα βιβλία των τραπεζών, με εξαίρεση την Eurobank, η οποία προτίμησε να ακολουθήσει διαφορετική πολιτική, περιμένοντας μέχρι να ξεκαθαρίσει περισσότερο το τοπίο.

Όπως επισημαίνουν αναλυτές, οι ελληνικές τράπεζες προσπαθούν να κρατήσουν μια λεπτή ισορροπία στην καταγραφή των αναμενόμενων ζημιών από αυτή την κρίση: από τη μια, προκειμένου να είναι πειστικοί οι ισολογισμοί τους, εγγράφουν προβλέψεις ήδη από το πρώτο τρίμηνο, ώστε να απορροφήσουν έγκαιρα ένα αρκετά σημαντικό μέρος των ζημιών που εκτιμούν ότι θα προκαλέσει η κρίση του κορονοϊού.

Από την άλλη, όμως, φροντίζουν και να αποφεύγουν… υπερβολές στην εγγραφή προβλέψεων, ώστε να μην εκτεθούν στον κίνδυνο του κλεισίματος αυτής της χρήσης με ζημιές στην τελική γραμμή των αποτελεσμάτων, κάτι που θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να εκδώσουν μετοχές υπέρ του Δημοσίου για τον αναβαλλόμενο φόρο (εάν δεν αλλάξει κάτι στη σχετική διάταξη του νόμου, σε συμφωνία με την Κομισιόν). Επιπλέον, στόχος είναι να κρατήσουν τους υψηλότερους δυνατούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, καθώς το 2021 είναι προγραμματισμένο το πανευρωπαϊκό stress test, που αναβλήθηκε φέτος λόγω της κρίσης.

Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, οι τραπεζικές διοικήσεις χειρίσθηκαν με διαφορετικούς τρόπους την εγγραφή προβλέψεων για πιστωτικές ζημιές στις οικονομικές καταστάσεις α’ τριμήνου:

  • Με διαφορά η περισσότερο… large διοίκηση ήταν αυτή της Εθνικής Τράπεζας, που ξεκίνησε από διαφορετική αφετηρία, αφού η ανταλλαγή του Titlos με κρατικά ομόλογα, βάσει συμφωνίας με το υπ. Οικονομικών, εξακολουθεί να προσφέρει στην τράπεζα ένα μεγάλο «μαξιλάρι» έκτακτων κερδών, τα οποία μπόρεσε να «κάψει» σε προβλέψεις και παρ’ όλα αυτά να παραμείνει με ισχυρή κερδοφορία. Ειδικότερα, τα έκτακτα κέρδη από το swap και οι πωλήσεις κρατικών ομολόγων απέφεραν μη επαναλαμβανόμενο κέρδος 775 εκατ. ευρώ στην Εθνική, που επέτρεψε στην τράπεζα να εγγράψει μια «παχυλή» πρόβλεψη για ζημιές από την πανδημία, ύψους 416 εκατ. ευρώ.
  • Η διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς ακολούθησε επίσης επιθετική πολιτική σχηματισμού προβλέψεων, εγγράφοντας το α’ τρίμηνο 324 εκατ. ευρώ, ενώ μαζί με τις ζημιές από συναλλαγές που προκάλεσε η αναταραχή στις αγορές η συνολική ζημιά της τράπεζας ανήλθε στα 370 εκατ. ευρώ. Τα στελέχη της Πειραιώς τόνισαν χθες στους αναλυτές ότι οι προβλέψεις που σχηματίσθηκαν στη διάρκεια του α’ τριμήνου πιθανότατα εξαντλούν την αναμενόμενη ζημιά όλης της χρήσης και η τράπεζα τώρα μπορεί να προχωρήσει στα επόμενα τρίμηνα εφαρμόζοντας κανονικά τον προϋπολογισμό της.
  • Πιο συγκρατημένη στην εγγραφή προβλέψεων ήταν η διοίκηση της Alpha Bank. Στο πρώτο τρίμηνο αναγνώρισε ζημιές απομείσης για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου, οι οποίες συνδέονται με την πανδημία, ύψους 120 εκατ. ευρώ. Η τράπεζα εμφάνισε μικρές ζημιές μετά τους φόρους, ύψους 10,9 εκατ. ευρώ, δηλαδή χωρίς τις προβλέψεις για την πανδημία θα είχε εμφανίσει αρκετά υψηλή κερδοφορία.
  • Εντελώς διαφορετική ήταν η πολιτική της διοίκησης της Eurobank. Από τη μια, αναγνώρισε μια μεγάλη αύξηση (πάνω από 60%) στο κόστος ρίσκου (από 90 μονάδες βάσης σε 140 – 160 μονάδες), την οποία απέδωσε στην πανδημία. Τα κορυφαία στελέχη της τράπεζας επιβεβαίωσαν στους αναλυτές ότι αυτή η αύξηση στο κόστος ρίσκου αντιστοιχεί σε πρόσθετες προβλέψεις της τάξεως των 250 εκατ. ευρώ. Όμως, η διοίκηση της Eurobank επέλεξε να μην εγγράψει από το πρώτο τρίμηνο τις πρόσθετες προβλέψεις, καθώς, όπως τονίσθηκε, θα περιμένουν τις εξελίξεις των επόμενων τριμήνων, προκειμένου να διαμορφωθεί μια καλύτερη εικόνα της κατάστασης.

Τα καλά νέα

Πάντως, αξίζει να τονισθεί ότι η πανδημία δεν έφερε μόνο δυσάρεστα νέα για τις τράπεζες, αλλά και ευχάριστες εξελίξεις και εκπλήξεις:

  • Όλες οι διοικήσεις τόνισαν ότι υπάρχει σημαντική αύξηση των νέων χορηγήσεων, η οποία θα συνεχισθεί τα επόμενα τρίμηνα, σε μεγάλο βαθμό χάρη και στα προγράμματα που έχει ενεργοποιήσει η κυβέρνηση για την υποστήριξη της ρευστότητας (ΤΕΠΙΧ ΙΙ και έπεται το πρόγραμμα εγγυημένων δανείων της Αναπτυξιακής Τράπεζας).  Από αυτή την πλευρά, οι τράπεζες προβλέπουν ότι θα έλθει σημαντική αύξηση στα έσοδα από τόκους. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες κερδίζουν σημαντικά ποσά χάρη στα προγράμματα παροχής ρευστότητας για την πανδημία που εφαρμόζει η ΕΚΤ, κυρίως δηλαδή από τα αρνητικά επιτόκια στα μακροπρόθεσμα δάνεια (TLTRO). Αυτός ο συνδυασμός αυξημένων δανείων και φθηνότερης χρηματοδότησης δημιουργεί αισιοδοξία στις διοικήσεις για αναχαίτιση των πιέσεων στα καθαρά έσοδα τόκων.
  • Παρότι διατυπώνονταν προβλέψεις για μεγάλη έξαρση στα «κόκκινα» δάνεια, τα μέχρι στιγμής στοιχεία είναι αρκετά ενθαρρυντικά. Τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του πρώτου τριμήνου δεν ήταν πολλά, ενώ και στο δεύτερο τρίμηνο προβλέπεται ότι η καμπύλη θα παραμείνει σχετικά επίπεδη. Αν και είναι νωρίς για να βγουν οριστικά συμπεράσματα, οι φόβοι για «τσουνάμι» προβληματικών δανείων προς το παρόν δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Ταυτόχρονα, όλες οι τραπεζικές διοικήσεις ανέφεραν ότι ήταν πολύ μικρότερος από το αναμενόμενο ο αριθμός των πελατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, που θέλησαν να κάνουν χρήση του μέτρου της αναστολής πληρωμής δόσεων κεφαλαίου. Η Eurobank, για παράδειγμα, κατέγραψε ότι μόλις ένας στους πέντε πελάτες ζήτησαν την αναστολή. Μια εξήγηση που δίνεται για αυτή τη συμπεριφορά των δανειοληπτών είναι ότι το προνόμιο της αναστολής δόθηκε σε όσους είχαν ενήμερα δάνεια στο τέλος του 2019, άρα σε δανειολήπτες που είχαν καταφέρει όλα τα προηγούμενα χρόνια να αντέξουν στις πιέσεις μιας μεγάλης κρίσης και εξακολουθούν να δείχνουν ανθεκτικότητα.

Το ζητούμενο για τις τράπεζες τώρα είναι να επιβεβαιωθεί το βασικό σενάριο για την εξέλιξη αυτής της κρίσης, δηλαδή ότι θα έχει βραχεία διάρκεια και δεν θα εξελιχθεί σε μια σοβαρή χρηματοπιστωτική κρίση, που θα έβαζε σε περιπέτειες τις τράπεζες με μεγάλη έξαρση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί πιθανότερο το καλό σενάριο, όμως δεν παύει να προετοιμάζεται και για τα χειρότερα, σημειώνοντας στην τελευταία έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ότι, σε αυτή την περίπτωση, θα ήταν χρήσιμη μια πανευρωπαϊκή bad bank.

Διαβαστε επισης