Χρηστικά

«Έκαψαν» γιατρό πιστωτικές κάρτες και καταθέσεις


Βαριά «καμπάνα» έριξε η Εφορία σε γιατρό, τόσο για αδήλωτες καταθέσεις, αλλά και για αγορές μέσω χρεωστικής/πιστωτικής κάρτας με χρέωση εταιρικού  λογαριασμού, οι οποίες θεωρήθηκαν ως «παροχή σε είδος προς εταίρο» από επιχείρηση στην οποία συμμετείχε.

Όπως αποκαλύπτεται από το πλήθος των αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ), τα τελευταία χρόνια οι φορολογικοί έλεγχοι έχουν περάσει σε άλλη διάσταση, καθώς σε κάθε περίπτωση, η πρώτη κίνηση των ελεγκτών είναι το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών του ελεγχόμενου.

Επίσης, τις περισσότερες φορές, οι τραπεζικές καταθέσεις και η διαφορά τους σε σχέση με τα δηλωθέντα εισοδήματα είναι η αφορμή για τη διενέργεια εξονυχιστικού φορολογικού ελέγχου.

Βασικό εργαλείο των ελεγκτών είναι το «Ειδικό Λογισμικό Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας», το οποίο σαρώνει σε 24ωρη βάση τους τραπεζικούς λογαριασμούς στις ελληνικές τράπεζες, όλων των φορολογουμένων, συγκρίνει τα ποσά με τα εισοδήματα και όταν διαπιστώσει διαφορές, καλεί τον κάτοχο του λογαριασμού για έλεγχο.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο γιατρός ελέγχθηκε από το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.) και διαπίστωσε πιστώσεις στους τραπεζικούς του λογαριασμούς, συνολικού ποσού 98.252,72 ευρώ  για τη χρήση 2013 και ποσού 70.937 ευρώ, για τη χρήση 2014.

Σύμφωνα με τους ελεγκτές, αλλά και την απόφαση της ΔΕΔ (1503/17/7/2020), για τα ποσά αυτά, ο ελεγχόμενος δεν έδωσε επαρκείς εξηγήσεις και τις οποίες θεώρησαν ως «μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη».

Επίσης, για τη χρήση 2014 θεώρησε, επίσης, ποσό 216.892,91 ευρώ από πιστώσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς του προσφεύγοντα ως παροχή σε είδος προς εταίρο από την επιχείρηση στην οποία συμμετείχε.

Βάσει των διαπιστώσεων αυτών, εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2014 και καταλογίστηκε στον ελεγχόμενο διαφορά φόρου εισοδήματος ποσού 106.898,64 ευρώ, πρόστιμο λόγω ανακρίβειας, ύψους 53.449,32 ευρώ και διαφορά εισφοράς αλληλεγγύης ύψους 12.163,64 ευρώ. Συνολικά δηλαδή του καταλογίστηκαν φόροι και πρόστιμα ύψους 172.511,60 ευρώ.

Ο φορολογούμενος προσέφυγε στη ΔΕΔ, η οποία όμως, απέρριψε την προσφυγή του και του βεβαίωσε το ποσό που επιβλήθηκε από τον έλεγχο.

Οι πιστωτικές/χρεωστικές κάρτες

Σε σχέση με τις πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες, από την απόφαση της ΔΕΔ κάρτες προκύπτουν τα ακόλουθα.

Ο  έλεγχος διαπίστωσε ότι ποσό 74.050,01 ευρώ αφορά σε πληρωμές από τον προσφεύγοντα για την εταιρία. Επίσης, ποσό 85.968,10 ευρώ μεταφέρθηκε από τραπεζικούς λογαριασμούς του προσφεύγοντα σε λογαριασμό της εταιρίας.

Εκ των προαναφερθέντων συνάγεται ότι συνολικό ποσό 74.050,01 ευρώ + 85.968,10 ευρώ = 160.018,11 ευρώ εκταμιεύτηκε από λογαριασμούς του προσφεύγοντα για λογαριασμό της εταιρίας. Το υπόλοιπο ποσό που παρέμεινε σε λογαριασμούς του προσφεύγοντα προερχόμενο από λογαριασμούς της εταιρίας θεώρησε ο έλεγχος ότι αποτελεί παροχή σε είδος προς εταίρο από νομικό πρόσωπο και αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν.4172/2013 και της ΠΟΛ.1219/2014.

Επειδή, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 13 του ν.4172/2013 και τις οδηγίες της ΠΟΛ.1219/2014, ορθά θεωρήθηκε από τον έλεγχο το ποσό των 376.911,01 ευρώ -160.018,11 ευρώ = 216.892,90 ευρώ ως παροχή σε είδος σε εταίρο νομικού προσώπου, καθώς το ποσό αυτό μεταφέρθηκε από τραπεζικούς λογαριασμούς του νομικού προσώπου και δεν μεταφέρθηκε – αναλώθηκε για ανάγκες του νομικού αυτού προσώπου.

Δεν προσκομίστηκαν στοιχεία κατά τη διάρκεια του ελέγχου ή στο παρόν στάδιο της ενδικοφανούς προσφυγής που να αποδεικνύουν ότι μεγαλύτερο ποσό εκταμίευσε ο προσφεύγων για τις ανάγκες τις εταιρίας, ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντα προβάλλεται παρελκυστικά, καθώς ο έλεγχος σε κανένα σημείο της έκθεσης ελέγχου δεν αναφέρει ότι οικειοποιήθηκε ως διαχειριστής ο προσφεύγων το συγκεκριμένο ποσό και δεν προσκομίζονται στοιχεία που να αναιρούν ή μεταβάλλουν τις διαπιστώσεις του ελέγχου, και απορρίπτεται.

Η απόφαση του ΣτΕ

Επίσης η ΔΕΔ επικαλείται και την Απόφαση του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ 1897/2018, σύμφωνα με την οποία τα ποσά που δαπανώνται από τραπεζικό λογαριασμό με τη χρήση καρτών αποτελούν «προσαύξηση περιουσίας» εφόσον είναι αδικαιολόγητα, βάσει των δηλωθέντων εισοδημάτων.

Συγκεκριμένα η απόφαση του ΣτΕ αναφέρει:
«6. Επειδή, τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη, τα οποία κρίθηκαν με την απόφαση ΣτΕ 884/2016 του Δικαστηρίου, ισχύουν κατ' αναλογίαν και σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι δικαιούχος τραπεζικού λογαριασμό από κοινού με ένα ή περισσότερα άλλα πρόσωπα. Πράγματι, και σε τέτοια περίπτωση, το (σημαντικό) χρηματικό ποσό που εισέρχεται στον κοινό λογαριασμό και το οποίο δεν καλύπτεται από τα (νομίμως φορολογηθέντα ή απαλλαχθέντα του φόρου) εισοδήματα που έχουν δηλώσει στη φορολογική αρχή οι συνδικαιούχοι του λογαριασμού ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη πηγή ή αιτία, την οποία είτε επικαλείται ο ελεγχόμενος συνδικαιούχος του λογαριασμού είτε εντοπίζει η φορολογική αρχή, λαμβάνοντας τα αναγκαία, κατάλληλα και εύλογα, ενόψει των περιστάσεων, μέτρα ελέγχου και έρευνας (στα οποία περιλαμβάνεται και η κλήση των λοιπών συνδικαιούχων του λογαριασμού για παροχή πληροφοριών και, ενδεχομένως, συναφών αποδεικτικών στοιχείων, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικούς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη), μπορεί να θεωρηθεί, κατ' εκτίμηση του συνόλου των στοιχείων και των συνθηκών της υπόθεσης (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η τυχόν μεταφορά του ποσού αυτού στον επίμαχο λογαριασμό από ατομικό τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου συνδικαιούχου του ή η κατάθεσή του από αυτόν, καθώς και χρεώσεις του επίμαχου κοινού τραπεζικού λογαριασμού, όπως η μεταφορά χρηματικού ποσού από το λογαριασμό αυτό σε ατομικό τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου συνδικαιούχου ή σε τραπεζικό λογαριασμό προσωπικής ή κεφαλαιουχικής εταιρείας στην οποία αυτός είναι εταίρος ή μέτοχος ή σε λογαριασμό τρίτου προσώπου με το οποίο αυτός έχει επαγγελματική/οικονομική συνεργασία ή οικονομική συναλλαγή, ή η αφαίρεση από τον κοινό λογαριασμό χρημάτων για την κάλυψη αγορών που έγιναν μέσω της χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας του συγκεκριμένου συνδικαιούχου ή άλλης δαπάνης για την κτήση εκ μέρους του εμπράγματων ή ενοχικών δικαιωμάτων) ότι συνιστά εισόδημα του συγκεκριμένου συνδικαιούχου του λογαριασμού.»
 

Διαβαστε επισης