Δεν αντιμετωπίζονται πλέον ως επενδυτικό μέσο υψηλού κινδύνου τα ελληνικά ομόλογα από τους επενδυτές, αλλά περισσότερο ως ασφαλές καταφύγιο, καθώς ακόμη και σε ημέρες έντονης αβεβαιότητας στις αγορές, οι επενδυτές σπεύδουν να… πληρώσουν το Δημόσιο για να το δανείσουν με τίτλους βραχυχρόνιας διάρκειας, ενώ οι αποδόσεις των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά παραμένουν σε πτωτική τροχιά.
Η συμπεριφορά των ελληνικών κρατικών τίτλων σε τίποτα δεν θυμίζει άλλες εποχές, όταν με την πρώτη αναστάτωση στις αγορές οι επενδυτές έσπευδαν να τους «ξεφορτωθούν». Αντίθετα, έχουν συμπεριφορά ασφαλούς καταφυγίου, όπως λένε στελέχη της αγοράς, καθώς ακόμη και σε ημέρες δύσκολες για τις διεθνείς αγορές και για το ελληνικό χρηματιστήριο, οι εισροές κεφαλαίων στα ομόλογα συνεχίζονται και οι αποδόσεις υποχωρούν.
Οι αποδόσεις των ομολόγων
Επιπλέον, θετικά εξελίχθηκε και η πρόσφατη δημοπρασία εντόκων γραμματίων 3μηνης διάρκειας, όπου οι επενδυτές δέχθηκαν να… πληρώσουν ακόμη περισσότερο το ελληνικό κράτος για να «παρκάρουν» κεφάλαια σε τίτλους βραχυχρόνιας διάρκειας. Το επιτόκιο διάθεσης των τίτλων, που ήταν ήδη αρνητικό από την προηγούμενη δημοπρασία (-0,02%), υποχώρησε ακόμη χαμηλότερα, στο -0,08%. Ο ΟΔΔΗΧ άντλησε 488 εκατ. ευρώ, με την έκδοση να υπερκαλύπτεται κατά 1,91 φορές.
Το μεγάλο στοίχημα των επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα είναι ότι οι τιμές τους θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν φέτος και οι αποδόσεις να υποχωρούν, παρά την εντυπωσιακή μείωση που καταγράφηκε ήδη το 2019, καθώς η οικονομία έχει εισέλθει σε τροχιά ανάπτυξης, αναμένονται νέες αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, ενώ -το σημαντικότερο, ίσως- ο ΟΔΔΗΧ έχει διαμορφώσει μια στρατηγική δανεισμού που προβλέπει μικρού ύψους εκδόσεις ομολόγων και απόσυρση εντόκων γραμματίων, κάτι που αναμένεται να διευκολύνει την ανατίμηση των ελληνικών τίτλων, καθώς η ζήτηση θα είναι πολύ μεγαλύτερη από την προσφορά.
Μικρό πρόγραμμα εκδόσεων σε σχέση με τη ζήτηση τίτλων
Με βάση τα δύο σενάρια του ΟΔΔΗΧ για τη στρατηγική δανεισμού, το 2020 θα αντληθούν 4 ή 8 δισ. ευρώ με νέες εκδόσεις ομολόγων, ποσά πολύ χαμηλά σε σχέση με την αναμενόμενη ζήτηση τίτλων από τους επενδυτές.
Στα δύο σενάρια του ΟΔΔΗΧ, τα χρεολύσια υπολογίζονται σε ποσό μόλις 2,90 δισ. ευρώ, ενώ οι τόκοι (στους οποίους περιλαμβάνονται και 600 εκατ. ευρώ που θα πληρωθούν σε δημόσιους οργανισμούς για ρέπος) φθάνουν τα 6,15 δισ. ευρώ. Αυτά «αντικρίζονται» από ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 6,36 δισ. ευρώ, το οποίο υπερκαλύπτει το ποσό που πρέπει να πληρωθεί για τόκους.
Η μόνη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα δύο σενάρια είναι ότι στο πρώτο προβλέπεται πρόωρη εξόφληση εντόκων γραμματίων και χρέους στον επίσημο τομέα (δάνεια ΔΝΤ), ύψους 4,40 δισ. ευρώ, ενώ στο δεύτερο σενάριο οι πρόωρες εξοφλήσεις αυξάνονται στα 7,40 δισ. ευρώ. Έτσι, στο πρώτο σενάριο οι χρηματοδοτικές ανάγκες διαμορφώνεται σε 7,65 δισ. ευρώ, ενώ στο δεύτερο ανεβαίνουν στα 10,65 δισ. ευρώ.
Για τη χρηματοδότηση των αναγκών του πρώτου σεναρίου, ο ΟΔΔΗΧ υπολογίζει ότι θα χρειασθεί να εκδοθούν νέα ομόλογα ύψους μόλις 4 δισ. ευρώ, ενώ στο δεύτερο σενάριο το ποσό των νέων εκδόσεων ανεβαίνει στα 8 δισ. ευρώ. Επιπλέον, στο δεύτερο σενάριο αυξάνεται το ποσό που θα αντληθεί από το «μαξιλάρι» ρευστότητας του Δημοσίου κατά 1 δισ. ευρώ, σε σχέση με το πρώτο σενάριο (από 0,52 σε 1,52 δισ. ευρώ).
Το τελικό αποτέλεσμα και των δύο σεναρίων για τη χρηματοδότηση του Δημοσίου είναι ότι, παρότι η χώρα θα εκδώσει νέο χρέος, το χρέος θα μειωθεί σε απόλυτα ποσά, κατά 3,3 δισ. ευρώ στο πρώτο σενάριο και κατά 2,3 δισ. ευρώ στο δεύτερο.