Χρηστικά

Εγγύηση απαιτεί η εφορία από πρώην φοροφυγάδες


Στην καταβολή εγγύησης προς την εφορία υποχρεώνονται και οι μέτοχοι εταιρειών που διέπραξαν φοροδιαφυγή, πτώχευσαν ή «φέσωσαν» το δημόσιο με χρέη, εφόσον θέλουν να ασκήσουν ξανά επιχειρηματική δραστηριότητα.

Η  διάταξη του ν. 4174/2013,  προέβλεπε  την καταβολή εγγυήσεων μόνο από τα νομικά πρόσωπα και δεν είχε κανένα ουσιαστικό αντικείμενο, καθώς αρκούσε μια αλλαγή επωνυμίας, ενώ άφηνε εκτός των φυσικά πρόσωπα, τους μετόχους των εταιρειών, οι οποίοι μπορούσαν να ασκήσουν ξανά επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ωστόσο, σύμφωνα με το πολυνομοσχέδιο, η καταβολή εγγύησης και οι λοιποί περιοριστικοί όροι επεκτείνονται και στους μετόχους των εταιρειών που εντοπίστηκαν να φοροδιαφεύγουν, όπως και σε όσους υπήρξαν μέτοχοι επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν δημιουργήσει ανεξόφλητα χρέη προς το δημόσιο.

Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται να μπαίνει φρένο στην φάμπρικα της ίδρυσης επιχείρησης, με σκοπό τη φοροδιαφυγή και την δημιουργία χρεών, στη συνέχεια να κλείνει και κατόπιν ο μέτοχος ή οι μέτοχοι να ανοίγουν άλλη επιχείρηση χωρίς κανένα πρόβλημα.

Με το πολυνομοσχέδιο προβλέπεται πλέον ότι η εφορία θα απαιτεί την καταβολή εγγύησης από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο όταν πρόκειται να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα εφόσον, την τελευταία πενταετία έχει προηγηθεί αδίκημα φοροδιαφυγής, πτώχευση, ή ληξιπρόθεσμη οφειλή προς την εφορία άνω των 100.000 ευρώ.

Το ελάχιστο ποσό της εγγύησης είναι 15.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται ανάλογα με τη βαρύτητα των παραβάσεων του παρελθόντος. Η διάταξη για την καταβολή εγγύησης θα ενεργοποιηθεί από την 1-1-2019.

Όλες οι αλλαγές

Ειδικότερα το άρθρο 112 του πολυνομοσχεδίου προβλέπει τις ακόλουθες: 
Τροποποίηση των άρθρων 10 και 11 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας
(ν. 4174/2013)
1. α. Οι περίπτ. δ΄ και ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) αντικαθίστανται ως εξής:
«δ. Η Φορολογική Διοίκηση απαιτεί εγγύηση από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που πρόκειται να ασκήσει δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου, εάν:

i) το ίδιο το φυσικό πρόσωπο, οποτεδήποτε κατά το τρέχον και τα προηγούμενα πέντε (5), πριν από την υποβολή της δήλωσης έναρξης, φορολογικά έτη, πτώχευσε ή κατέστη εν γένει αφερέγγυο ή υπήρξε διευθυντής, πρόεδρος, διαχειριστής, διευθύνων σύμβουλος ή πρόσωπο εντεταλμένο στη διοίκηση νομικού προσώπου ή οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που πτώχευσαν ή κατέστησαν αφερέγγυα κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο, είτε

ii) μέτοχος με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%) ή εταίρος ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας υπήρξε οποτεδήποτε κατά το τρέχον και τα προηγούμενα πέντε (5), πριν από την υποβολή της δήλωσης έναρξης, φορολογικά έτη, διευθυντής, πρόεδρος, διαχειριστής, διευθύνων σύμβουλος ή πρόσωπο εντεταλμένο στη διοίκηση νομικού προσώπου ή οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που πτώχευσαν ή κατέστησαν εν γένει αφερέγγυα κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο, 
και η πτώχευση ή άλλη αφερεγγυότητα είχε ως αποτέλεσμα να οφείλεται στη Φορολογική Διοίκηση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης έναρξης, συνολική βασική ληξιπρόθεσμη φορολογική οφειλή από φόρο εισοδήματος, φόρο προστιθέμενης αξίας, παρακρατούμενους φόρους μισθωτών υπηρεσιών και πρόστιμα, τουλάχιστον εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Εξαιρούνται ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές, οι οποίες κατά την υποβολή της δήλωσης τελούν σε αναστολή που έχει χορηγηθεί με προσωρινή διαταγή, δικαστική απόφαση, πράξη διοικητικού οργάνου ή εκ του νόμου καθώς και οφειλές οι οποίες έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής η οποία τηρείται και έχουν καταβληθεί τουλάχιστον τρεις (3) δόσεις αυτής.

Ως αφερέγγυο για την εφαρμογή του παρόντος πρόσωπο, πλέον αυτού που πτώχευσε, νοείται και κάθε πρόσωπο που έχει υπαχθεί σε διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης εν λειτουργία, σε διαδικασία εξυγίανσης, σε ειδική διαχείριση του άρθρου 68 του ν. 4307/2014 (Α΄ 246) καθώς και κάθε πρόσωπο που έχει υπαχθεί στη ρύθμιση του ν. 3869/2010. Εξαιρούνται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, αμιγείς ή μεικτές επιχειρήσεις Ο.Τ.Α. και των συνδέσμων Δήμων, δημόσιοι οργανισμοί, καθώς και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.

ε. Η εγγύηση, σύμφωνα με την περίπτ. δ, απαιτείται μόνο μετά από απόφαση της Φορολογικής Διοίκησης, από την οποία προκύπτει, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της ανωτέρω περίπτ. δ΄ και με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της εγγύησης. Η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να κοινοποιεί στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή στη νομική οντότητα που υποβάλλει τη δήλωση την απαίτηση για παροχή εγγύησης. Στην περίπτωση αυτή η έναρξη στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης. Εάν με την υποβολή της δήλωσης έναρξης υποβάλλεται ταυτόχρονα και δήλωση εγγραφής, η εγγραφή του φορολογούμενου στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης.

Το ύψος της εγγύησης προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψιν ενδεικτικά το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών της ανωτέρω περίπτ. δ΄ καθώς και τη νομική μορφή του υποβάλλοντος τη δήλωση προσώπου.

Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ορίζονται το είδος, η διάρκεια, το ύψος και η διαδικασία κατάθεσης της εγγύησης, οι περιπτώσεις κατάπτωσης αυτής, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των περιπτ. δ΄ και ε΄ της παρούσας παραγράφου.»

β. Η περίπτ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

«δ. Η δήλωση για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών συναλλαγών υποβάλλεται πριν την πραγματοποίηση της πρώτης συναλλαγής».

γ. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτ. β΄ της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 καταργείται.

2. Η περίπτ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Για τα φυσικά πρόσωπα, που προβαίνουν σε νέα έναρξη εργασιών, και κατά την άσκηση προηγούμενης δραστηριότητας επιχειρηματικού περιεχομένου ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου τους είχε ανασταλεί ή πληρούνται οι προϋποθέσεις αναστολής αυτού,, σε εφαρμογή των οριζομένων στην περίπτ. α΄ της παρ. 4 του παρόντος άρθρου, απαιτείται η κατάθεση εγγύησης.

Το ύψος της εγγύησης προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη το ύψος της φοροδιαφυγής, τον λόγο της αναστολής, και την τυχόν υποτροπή, με ελάχιστο ποσό εγγύησης τα δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.

Η εν λόγω εγγύηση καταπίπτει αυτοδικαίως σε περίπτωση νέας αναστολής χρήσης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υποβάλλει δήλωση έναρξης και μέτοχος με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%) ή εταίρος ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, που υποβάλλει τη δήλωση,

i) υπήρξε οποτεδήποτε κατά το τρέχον και τα προηγούμενα πέντε (5), πριν από την υποβολή της δήλωσης, φορολογικά έτη, διευθυντής, πρόεδρος, διαχειριστής, διευθύνων σύμβουλος ή πρόσωπο εντεταλμένο στη διοίκηση νομικού προσώπου ή οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, του οποίου ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου είχε ανασταλεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτ. α΄ της παρ. 4, ή

ii) άσκησε οποτεδήποτε κατά το τρέχον και τα προηγούμενα πέντε (5), πριν από την υποβολή της δήλωσης, φορολογικά έτη, ως φυσικό πρόσωπο, δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του είχε ανασταλεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτ. α΄ της παρ. 4 ή,
iii) άσκησε οποτεδήποτε κατά το τρέχον και τα προηγούμενα πέντε (5) φορολογικά έτη πριν την υποβολή της δήλωσης, ως νομικό πρόσωπο, δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του είχε ανασταλεί, σύμφωνα με την ανωτέρω περίπτ. α΄ της παρ. 4.».

3. Οι διατάξεις των άρθρων 10 και 11 σχετικά με την απαίτηση κατάθεσης εγγύησης έχουν εφαρμογή από την 1/1/2019 και μετά.

Διαβαστε επισης