Υψίστης σημασίας χαρακτήρισε την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, ενώ επεσήμανε ότι οι μειώσεις στους κατώτατους βαθμούς δεν βοήθησαν στην επανένταξη των ανέργων στην Ελλάδα.
Κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Πέμπτη στο Βερολίνο με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, η κα. Αχτσιόγλου δήλωσε ότι με τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα των συλλογικών διαπραγματεύσεων από το 2010, στόχος ήταν να προωθηθεί ένα σύστημα διαπραγματεύσεων σε επιχειρησιακό επίπεδο, αντί για ένα σύστημα διαπραγματεύσεων σε κλαδικό επίπεδο. Πρόσθεσε ότι αυτό που συνέβη τελικά ήταν η κατάρρευση του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
«Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις έπαψαν να είναι πραγματικότητα για την πλειοψηφία των εργαζόμενων στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι οι ατομικές συμβάσεις εργασίας ορίζουν τους κανόνες για την πλειοψηφία των εργαζομένων, και ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα, στην πραγματικότητα δεν υφίστανται». «Είναι αυτό συμβατό με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο ή είναι αυτό συμβατό με την έμφαση που θέλει να δώσει η Συνθήκη της Λισαβόνας στον κοινωνικό διάλογο; Προφανώς όχι» είπε η κα. Αχτσιόγλου.
Υπογράμμισε επίσης ότι η Ελλάδα είναι πλέον μία χώρα με χαμηλό κατώτατο μισθό σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, στάθηκε στην αύξηση της μετανάστευσης υψηλά καταρτισμένου νεανικού εργατικού δυναμικού, ενώ επεσήμανε ότι περισσότερο από 50% των προσλήψεων το 2015 αφορούν ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
Όπως ανέφερε, «ενώ ο στόχος ήταν να περάσουμε σε ένα αποκεντρωμένο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, οδηγηθήκαμε σε κατάρρευση του συστήματος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τώρα στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ιδιαίτερης σημασίας την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη χώρα».