Την επιτακτική ανάγκη, η ανθρωπότητα να κατανοήσει πώς οι παρεμβάσεις της οδηγούν στο να είναι τόσο έντονος ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής και μετά να ξεκινήσει να σχεδιάζει μέτρα για την αποτροπή φυσικών καταστροφών, υπογράμμισαν οι εισηγητές στην ενότητα «Φυσικές καταστροφές στις μέρες μας: εκτίμηση των πραγματικών επιπτώσεων» του συνεδρίου του Economist, με θέμα «Διαχείριση φυσικών καταστροφών: Προστατεύοντας τη ζωή - Χτίζοντας Ανθεκτικότητα», που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της 87ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με τη ΔΕΘ-HELEXPO.
«Πρέπει να σταματήσουμε να κάνουμε ό,τι κάνουμε όλα αυτά τα χρόνια και να δούμε πώς μπορούμε να συνεχίσουμε τη δραστηριότητά μας, αλλά διαφορετικά» επισήμανε ο πρόεδρος της Εθνικής Επιστημονικής Επιτροπής για την κλιματική αλλαγή Κώστας Συνολάκης.
Χαρακτήρισε το καλοκαίρι του 2023 ως ένα καλοκαίρι των ακραίων φυσικών καταστροφών που δύσκολα θα ξεχαστεί επισημαίνοντας πως ακόμη και ο μεγαλύτερος αρνητής της κλιματικής αλλαγής/κρίσης θα πρέπει πλέον να έχει πειστεί ότι αυτή είναι εδώ και ο αντίκτυπός της είναι μεγάλος.
Αναφέρθηκε στις πυρκαγιές σε Ρόδο και Έβρο, αλλά και στις πλημμύρες της Θεσσαλίας, λόγω της κακοκαιρίας Daniel, υπογραμμίζοντας πως δυστυχώς κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τα συμβάντα των τελευταίων μηνών. Επισήμανε, δε, ότι οι ακραίες βροχοπτώσεις που εκδηλώθηκαν φέτος στην Ελλάδα έσπασαν κάθε ρεκόρ, με κάποιους μάλιστα να μιλάνε «για ρεκόρ βροχοπτώσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο».
Είναι θολές οι γραμμές ανάμεσα στις φυσικές καταστροφές που εκδηλώνονται και την ανθρωπογενή δραστηριότητα; Σε αυτή την ερώτηση, ο πρόεδρος της Εθνικής Επιστημονικής Επιτροπής για την κλιματική αλλαγή απάντησε δίνοντας ένα παράδειγμα για τη Θεσσαλία, όπου οι πεδιάδες είναι πολύ εύφορες καθώς πλημμυρίζουν από τα ύδατα των ποταμών και ο κόσμος έχτισε πάνω σε αυτές γιατί δεν γνώριζε, όπως σημείωσε χαρακτηριστικά. Όπως είπε, ο ίδιος μίλησε με μηχανικούς που συνέδραμαν στην ανοικοδόμηση της Θεσσαλίας τη δεκαετία του 1950, οι οποίοι τού μετέφεραν ότι «οι εντολές που ακολουθούσαν ήταν να προχωρήσουν όσο πιο γρήγορα, να αποξηράνουν τους βάλτους, χωρίς σχέδια και μετρικά δεδομένα» σημειώνοντας ότι κομμάτια των περιοχών που σήμερα πλημμύρισαν ήταν βάλτοι που αποξηράθηκαν για τη δημιουργία αγροτικών εδαφών και για την κατασκευή άλλων υποδομών. «Δημιουργήσαμε το πρόβλημα σε μεγάλο βαθμό εμείς» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Η αλληλεπίδραση λοιπόν του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον και η συμβολή του, όταν δεν υπάρχουν σχέδια και δεν λαμβάνονται υπόψη μετρικά δεδομένα και απλώς προχωρούν επειδή υπάρχουν τα τεχνολογικά εργαλεία, προφανώς αποτέλεσε φενάκη» σημείωσε υπογραμμίζοντας πως «πληρώνουμε το αντίτιμο τώρα».
Για την κατάσταση στη Θεσσαλία είπε ακόμη πως «δυστυχώς δεν υπάρχει τέλος εδώ κοντά, αφού δεν υπάρχουν υδρογραφικοί χάρτες, άρα δεν υπάρχει και η γνώση του πόσο σύντομα θα στεγνώσει η πεδιάδα».
«Δεν είμαστε αβοήθητοι απέναντι στους φυσικούς κινδύνους»
«Δεν είμαστε θύματα και αβοήθητοι απέναντι στους φυσικούς κινδύνους, μπορούμε και πρέπει να τους διαχειριστούμε με υπευθυνότητα» ανέφερε, από την πλευρά του, ο Γερμανός καθηγητής Reimund Schwarze από το «The Helmholtz Centre for Environmental Research» (UFZ), επικεφαλής της ομάδας έρευνας για την κλιματική αλλαγή και τα ακραία γεγονότα (Climate Change and Extreme Events), μέλος ΔΣ DKKV.
Αν και αναγνώρισε ότι οι κίνδυνοι αυξάνουν σε συχνότητα, οξύτητα και μέγεθος, λόγω κλιματικής αλλαγής/κρίσης, σημείωσε ωστόσο ότι το μέγεθος των απωλειών και ζημιών που αποδίδεται στην κλιματική αλλαγή/κρίση «παραμένει χαμηλό- λιγότερο από 20% σύμφωνα με τις μελέτες καταλογισμού, καθώς βλέπουμε ότι ένα μεγάλο κομμάτι οφείλεται σε ανθρωπογενή δραστηριότητα».
Ανέφερε ότι η πρόληψη απέναντι στις φυσικές καταστροφές είναι μεν σημαντική, αλλά όχι η μοναδική για βιώσιμη ανάπτυξη, και υπογράμμισε τη σημασία της διεθνούς συνεργασίας, καθώς «όταν αντιμετωπίζουμε παγκόσμιες προκλήσεις, η απάντηση και οι λύσεις πρέπει να δίνονται αντίστοιχα σε παγκόσμιο επίπεδο».
Μεταξύ άλλων, είπε ότι οι κυβερνήσεις έχουν μείνει πίσω στο θέμα ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των κοινωνιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τους φυσικούς κινδύνους, επισήμανε την ανάγκη αύξησης των πιέσεων προς αυτή την κατεύθυνση και έστειλε το μήνυμα ότι «δεν υπάρχει φυσική καταστροφή. Πρέπει εμείς να κάνουμε τους κινδύνους κτήμα μας και να τους διαχειριστούμε με ευθύνη, διότι μπορούμε να ελέγξουμε τον βαθμό της ευαλωτότητας που μας χαρακτηρίζει ως κοινωνίες».
Η σημασία της εκπαίδευσης για τους φυσικούς κινδύνους
Στο υπαρκτό και μεγάλο χάσμα μεταξύ αυτού που είναι γνωστό σε επιστημονικό επίπεδο σε σχέση με όσα γνωρίζει ο πληθυσμός -λόγω αδιαφορίας ή και άγνοιας- σχετικά με την κατάσταση που αφορά την εκδήλωση φυσικών καταστροφών λόγω κλιματικής αλλαγής και κρίσης, τοποθετήθηκαν οι κ.κ. Συνολάκης και Schwarze διατυπώνοντας την κοινή θέση ότι η απάντηση βρίσκεται στην εκπαίδευση.
Συμφώνησαν ότι η συζήτηση για την ανθρωπογενή επίδραση στην ένταση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής/κρίσης «δεν είναι αυτή που περιμέναμε ότι θα ήταν πριν από πέντε με δέκα χρόνια», ωστόσο επισήμαναν πως «ακόμη υπάρχει πολιτική σύγκρουση και αρνητές της κλιματικής αλλαγής/κρίσης, ενώ είναι διαφορετικά τα επίπεδα δέσμευσης που αναλαμβάνονται για την αντιμετώπισή της ανά τον κόσμο».
«Είναι απίστευτο, πόσο μικρή πληροφόρηση εξακολουθούν να έχουν οι άνθρωποι για τους φυσικούς κινδύνους, όπως πλημμύρες, τσουνάμι, πυρκαγιές και σεισμοί» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Συνολάκης και στο πλαίσιο αυτό υπογράμμισε την επιτακτική ανάγκη σχολικής εκπαίδευσης γι' αυτά τα φαινόμενα και από μικρή ηλικία. Επειδή ακριβώς «έχει χαθεί η παλαιά γνώση και οι άνθρωποι σήμερα δεν γνωρίζουν για τις φυσικές καταστροφές που έχουν συμβεί στις περιοχές που διαμένουν, πρέπει να υπάρχει εκπαίδευση για τους φυσικούς κινδύνους και τα βήματα που πρέπει να ακολουθούνται για να προστατευθούν. Ο δρόμος είναι μακρύς» τόνισε.
Η εκπαίδευση είναι αναγκαία, αλλά είναι αναγκαία και η δημιουργία νέων και καλών εργαλείων «έτσι ώστε οι νέοι σήμερα να μπορούν να διαβάζουν τι συμβαίνει με την ανθεκτικότητα των κοινωνιών τους σε εκδήλωση φυσικών φαινομένων και καταστροφών» είπε ο κ. Schwarze υπογραμμίζοντας πως θα «πρέπει να βελτιώσουμε την αντίληψη των ανθρώπων για τους κινδύνους που διατρέχουν λόγω των φυσικών καταστροφών».
Απευθυνόμενος, μάλιστα, στην επιστημονική κοινότητα, την κάλεσε να εξοικειωθεί με τη μη καταστροφική αλλά ρεαλιστική αναζήτηση επιχειρημάτων, ώστε να πείθουν αποτελεσματικά για την ανάγκη λήψης μέτρων οχύρωσης απέναντι σε επερχόμενες φυσικές καταστροφές. «Πρέπει να τους αποδείξουμε με ρεαλιστικά επιχειρήματα τι θα γίνει τα επόμενα 50 χρόνια και έτσι θα πειστούν να προχωρήσουν στη λήψη των μέτρων που πρέπει να υλοποιηθούν» επισήμανε.
Ο υπερ-καταναλωτισμός πρέπει να σταματήσει
Είναι ένας από τους λόγους που η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει τις ακραίες φυσικές καταστροφές που εκδηλώνονται ολοένα και πιο έντονα, η υπέρμετρη κατανάλωση που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες ανά τον κόσμο;
«Αναμφίβολα δεν μπορούμε να συνεχίσουμε στο μοντέλο καταναλωτισμού που βαδίζουμε ως ανθρωπότητα, αλλιώς δεν θα είμαστε βιώσιμοι σε καμία περίπτωση» απάντησε στο ερώτημα αυτό ο κ. Συνολάκης δηλώνοντας ένθερμος υποστηρικτής της ανακύκλωσης, της επαναχρησιμοποίησης κ.ά.
«Η ανθρωπότητα έχει ήδη εξαντλήσει τους πόρους του πλανήτη που της αναλογούν τον φετινό Αύγουστο και από τον τρέχοντα μήνα ξεκίνησε να αντλεί πόρους που η γη δεν έδωσε ακόμη. Δηλαδή χρησιμοποιούμε τους πόρους του μέλλοντος» σημείωσε, από την πλευρά του, ο κ. Schwarze.
«Πρέπει να επικεντρωθούμε στην ανάπτυξη και όχι στη μεγέθυνση» τόνισε, λέγοντας πως αποτελεί μονόδρομο για το μέλλον της ανθρωπότητας η μείωση της κατανάλωσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια καλύτερη ζωή.
ΑΠΕ-ΜΠΕ