Παρότι ο νόμος δεν προστατεύει την πρώτη κατοικία έναντι πλειστηριασμών από το Δημόσιο, η αναμενόμενη έναρξη ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για χρέη στην εφορία δεν αναμένεται να θίξει τις κύριες κατοικίες πωλητών, οι οποίες προστατεύονται με ειδική εγκύκλιο του υπ. Οικονομικών και με αρκετά «γενναιόδωρα» όρια αξίας.
Η κυβέρνηση αναμένεται ότι θα εκπληρώσει την υποχρέωσή της έναντι των δανειστών για ένταξη και του Δημοσίου στο σύστημα ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, με σχετική διάταξη που θα περιληφθεί στο πολυνομοσχέδιο για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.
Έναντι του Δημοσίου δεν ισχύει η προστασία της πρώτης κατοικίας, όπως αυτή εξακολουθεί να υφίσταται, βάσει του νόμου Κατσέλη. Όμως, υπάρχει διοικητικό πλέγμα προστασίας της πρώτης κατοικίας, που έχει καθιερωθεί από το 2010, με σχετική εγκύκλιο (ΠΟΛ.1055/12.5.2010), η οποία παραμένει σε ισχύ και θα εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, που θα γίνονται μέσω της υφιστάμενης κοινής πλατφόρμας.
Όπως έχει διευκρινίσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, με έγγραφο που κατατέθηκε τον Οκτώβριο στη Βουλή, η υποχρέωση έκδοσης προγράμματος πλειστηριασμού εντός των προθεσμιών που ορίζει ο νόμος δεν υφίσταται, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος. Τέτοιος λόγος μπορεί να είναι ότι το ακίνητο του οφειλέτη αποδεδειγμένα αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του και η οποία καλύπτει τις στοιχειώδεις ανάγκες στέγασης.
Η αξία της κατοικίας, προκειμένου αυτή να εξαιρεθεί από τον πλειστηριασμό, δεν θα πρέπει να απέχει σημαντικά από τα όρια που τίθενται από τις κείμενες διατάξεις για την απαλλαγή Φόρου Μεταβίβασης Ακινήτου ως πρώτης κατοικίας. Δηλαδή, 200.000 ευρώ για τον άγαμο, 250.000 για τον έγγαμο (275.000 για έγγαμο ΑΜΕΑ), ποσά που προσαυξάνονται κατά 25.000 ευρώ για κάθε ένα από τα δύο πρώτα παιδιά και κατά 30.000 ευρώ για καθένα από τα επόμενα παιδιά.
Πάντως, η χρήση του εργαλείου του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού θα γίνεται με φειδώ και προσοχή από το Δημόσιο, καθώς θα υπάρχει το ενδεχόμενο να κινηθούν οι διαδικασίες και, στην κατάληξή τους, το κράτος να εισπράξει ψίχουλα, επειδή θα προηγούνται άλλοι πιστωτές, με πρώτες τις τράπεζες που έχουν ενέχυρα.
Το Δημόσιο έχει χαμηλή κατάταξη στον πίνακα των πιστωτών από το 2015, όταν αναθεωρήθηκε ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας. Σύμφωνα με το νέο Κώδικα, οι απαιτήσεις του Δημοσίου πέρασαν από τη δεύτερη στην τρίτη σειρά κατάταξης.
Πιστωτές με ειδικά προνόμια (τράπεζες με ενέχυρα) ικανοποιούνται έως το 65%, ενώ οι απαιτήσεις με γενικά προνόμια (εργαζόμενοι, ασφαλιστικά ταμεία, Δημόσιο) ικανοποιούνται έως 25%. Το υπόλοιπο 10% ορίζεται για την ικανοποίηση των μη προνομιούχων πιστωτών.
Το μέτρο των πλειστηριασμών θα αξιοποιηθεί κυρίως εναντίον ακραίων περιπτώσεων κακοπληρωτών, αλλά και για να αυξηθεί η συμμόρφωση οφειλετών που έχουν ρυθμίσει τα χρέη τους και πληρώνουν δόσεις.
Όπως αναφέρεται στο αναθεωρημένο μνημόνιο, είναι διαρκής η υποχρέωση του Δημοσίου να λαμβάνει μέτρα αναγκαστικής είσπραξης εις βάρος όσων διακόπτουν ή καθυστερούν τις πληρωμές δόσεων για ρυθμίσεις οφειλών.