Δυναμικό «παρών» δίνει το Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) στην 88η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, το stand του ΤΕΚΑ στο περίπτερο 15 συγκεντρώνει καθημερινά πολυάριθμους επισκέπτες, οι οποίοι έχουν την ευκαιρία να πληροφορηθούν για τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα του Ταμείου, καθώς και για τη διαδικασία προαιρετικής ένταξης στο ΤΕΚΑ.
Επίκεντρο του ενδιαφέροντος, κατά το πρώτο διήμερο της Έκθεσης, ήταν η ενημερωτική εκδήλωση, που διοργάνωσε το ΤΕΚΑ το Σάββατο, 7 Σεπτεμβρίου 2024, με τίτλο «Κεφαλαιοποιητικό Σύστημα και Ασφάλιση: Επενδύοντας στο Μέλλον».
Στην εκδήλωση συμμετείχαν η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΕΚΑ, Κίμων Βολίκας, και ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νικόλαος Βέττας.
Στις τοποθετήσεις τους, οι ομιλητές αναφέρθηκαν στα οφέλη των ασφαλισμένων από τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις, στην επενδυτική στρατηγική και τους στόχους του ΤΕΚΑ, καθώς και στον ρόλο του Ταμείου στην τόνωση της ρευστότητας και της κεφαλαιακής επάρκειας της ελληνικής οικονομίας.
Τονίστηκε, επίσης, η δυνατότητα προαιρετικής υπαγωγής στο ΤΕΚΑ, μέχρι το τέλος του 2024, για τους ασφαλισμένους στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ, που έχουν γεννηθεί από 1/1/1987, μέσα από την πλατφόρμα be.teka.gov.gr.
Εστιάζοντας στις θεσμικές πρωτοβουλίες και τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών για το ασφαλιστικό, η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, κ. Κεραμέως, υπογράμμισε: «Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τα τελευταία πέντε χρόνια έχει λάβει θεσμικές και πολιτικές πρωτοβουλίες στήριξης του ελληνικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Ως προς την απασχόληση, είναι σαφές ότι περισσότεροι εργαζόμενοι - με μείωση της ανεργίας κάτω από το 10% για πρώτη φορά από το 2009, σε συνδυασμό με την αύξηση των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης και μισθωτών - σηματοδοτούν και περισσότερες εισφορές υπέρ των Ταμείων, με καλύτερες ασφαλιστικές παροχές για τους ίδιους, χαμηλότερη εξάρτηση από την επιδοματική πολιτική, μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή και διευρυμένη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού.
Με ένα μακρόπνοο όραμα σχεδιάστηκαν και οι μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική μας ασφάλιση. Μείωση γραφειοκρατίας, διευκόλυνση και στήριξη των εργαζομένων και των συνταξιούχων ήδη στο σήμερα. Επενδύσαμε όμως και στο αύριο, με πρωτοβουλίες όπως η δημιουργία του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης και ο εξορθολογισμός και η απλοποίηση των διαδικασιών σύστασης Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης».
Από την πλευρά του, ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, κ. Τσακλόγλου, αναφέρθηκε ειδικότερα στους λόγους δημιουργίας του ΤΕΚΑ, σημειώνοντας τα εξής: «Η ίδρυση του ΤΕΚΑ αποτέλεσε ένα μεγάλο βήμα εκσυγχρονισμού του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Η νέα επικουρική ασφάλιση μειώνει την έκθεση του συνόλου της κοινωνικής ασφάλισης στους κινδύνους που απορρέουν από τη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού, παρέχει ισχυρά αντικίνητρα για τη συμμετοχή των νέων εργαζομένων σε ανασφάλιστη εργασία και δημιουργεί κεφάλαια που θα συμβάλουν στην ταχύτερη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Στην επενδυτική στρατηγική του ΤΕΚΑ και στα οφέλη για τους ασφαλισμένους εστίασε ο διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου, κ. Βολίκας, επισημαίνοντας τα ακόλουθα: «Οι επενδύσεις βραχυχρόνια έχουν κίνδυνο, μακροχρόνια, όμως, ο κίνδυνος εξομαλύνεται και σχεδόν μηδενίζεται. Με δεδομένα την ηλικία των ασφαλισμένων, τα εμπειρικά δεδομένα και τις εκτιμήσεις των αναμενόμενων αποδόσεων, γνωρίζουμε με σχετική βεβαιότητα ότι η μακροχρόνια τάση ανάπτυξης των οικονομιών, άρα και των κεφαλαιαγορών, θα είναι ανοδική. Το πιστεύουμε αυτό, διότι θεωρούμε ότι η ανάπτυξη θα έρχεται εν πολλοίς από τη βελτίωση της τεχνολογίας, της τεχνογνωσίας, από την καινοτομία και τη συνεπαγομένη αύξηση της παραγωγικότητας».
Τέλος, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, κ. Βέττας, μίλησε για τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, τονίζοντας τον ρόλο του ΤΕΚΑ στην ενίσχυση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς. Όπως σχολίασε, «η επίδραση που μπορεί να έχει το ΤΕΚΑ γίνεται εκεί ακριβώς που πονάει η ελληνική οικονομία, στις επενδύσεις, αλλά κυρίως στα κίνητρα, ώστε να υπάρχει περισσότερη και περισσότερο καθαρή εργασία».