Η αντίθεση δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη. Μόλις πριν από μερικές εβδομάδες η Αψίδα του Θριάμβου ακτινοβολούσε ως μεγαλόπρεπο σύμβολο της ειρήνης στην Ευρώπη. Περίπου 70 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων παρευρέθηκαν εκεί για τους εορτασμούς των 100 ετών από το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου υπό τους ήχους μουσικής και ακούγοντας την ομιλία του Εμμανουέλ Μακρόν στο Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη.
Τις τελευταίες ημέρες το μνημείο της γαλλικής πρωτεύουσας έγινε όμως εστία των χειρότερων συμπλοκών στο Παρίσι από το 1968. Είναι πλέον σαφές ότι πολλοί Γάλλοι δεν νοιάζονται καθόλου για τη διεθνή εικόνα του προέδρου τους. Φαίνεται ότι έχουν απαυδήσει πια με την πολιτική του Μακρόν και θέλουν να τον εξωθήσουν να ικανοποιήσει τις διεκδικήσεις τους.
Στόχος ο κατευνασμός των μετριοπαθών
Τελικά ο Γάλλος ηγέτης προέβη σε μια κίνηση υποχώρησης, αναστέλοντας την επιβολή αυξημένου φόρου στα καύσιμα. Αυτός ο λεγόμενος οικολογικός φόρος θα ανερχόταν σε έως και 6,5 σεντ ανά λίτρο καυσίμου, κάτι που συνιστά μεγάλη επιβάρυνση για όσους έχουν ανάγκη να χρησιμοποιούν αυτοκίνητο. Ωστόσο, αυτή η επιβάρυνση δεν εξηγεί και τις εικόνες λεηλασίας στο κέντρο του Παρισιού. Στο νέο κίνημα διαμαρτυρίας των κίτρινων γιλέκων συγκαταλέγονται οι μετριοπαθείς δυσαρεστημένοι, στους οποίους δεν αρέσει το πολιτικό στιλ του Μακρόν, θεωρούν τον γάλλο πρόεδρο υπερόπτη. Σε αυτά προστίθεται και εκτεταμένη κριτική περί ενός προέδρου των πλουσίων, όχι των εργαζομένων, αλλά του καπιταλισμού αγγλοσαξωνικού τύπου.
Αυτό δεν είναι βέβαια κάτι καινούριο στη Γαλλία. Κάθε φορά που κάποιος πρόεδρος επιχειρεί ορισμένες μεταρρυθμιστικές τομές συναντά μεγάλες αντιστάσεις στους δρόμους. Σε αυτούς τους μετριοπαθείς απευθύνεται ο πρόεδρος Μακρόν όταν λέει ότι «θα αποδέχομαι πάντα τη διαμαρτυρία, θα ακούω πάντα αυτά που λέει η αντιπολίτευση».
Βέβαια υπάρχουν και πιο ακραία στοιχεία στους κόλπους του νέου κινήματος –τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά του πολιτικού φάσματος, που θέλουν να εκμεταλλευθούν τη δυναμική των «κίτρινων γιλέκων». Το περασμένο Σάββατο εκτυλίχθηκαν κάποιες παράδοξες σκηνές όταν τόσο ακροδεξιοί όσο και αντιεξουσιαστές βρέθηκαν να διαδηλώνουν κατά της κυβέρνησης. Δεν έλειψαν μεν ορισμένες συμπλοκές ανάμεσα στις δύο πλευρές, ωστόσο χονδρικά μιλώντας φαίνεται να έχουν τον ίδιο στόχο: την ανατροπή του σημερινού συστήματος, ένα είδος επανάστασης. Σε αυτά τα άτομα που κάνουν χρήση βίας, λεηλατούν καταστήματα και προκαλούν ζημιές σε μνημεία απευθύνεται ο γάλλος πρόεδρος λέγοντας ότι «δεν θα δεχθώ ποτέ τη βία», όπως τόνισε από το Μπουένος Άιρες όπου διεξήχθη το περασμένο Σαββατοκύριακο η Σύνοδος των G20.
Η στρατηγική του Εμμανουέλ Μακρόν και της γαλλικής κυβέρνησης είναι, το αργότερο από χθες, ξεκάθαρη: επιδιώκουν να διχάσουν το κίνημα. Ήδη πολλοί συμμετέχοντες στις δράσεις των κίτρινων γιλέκων προβληματίζονται με τη βία ορισμένων που έχουν προσκολληθεί στο κίνημα. Παρότι τα κίτρινα γιλέκα δεν έχουν καλή οργάνωση και δεν διαθέτουν συγκεκριμένους εκπροσώπους, δεν θέτουν εν αμφιβόλω το σύστημα εκ βάθρων, αλλά απορρίπτουν την πολιτική της σημερινής κυβέρνησης. Αυτή τη μερίδα διαδηλωτών θέλει να ικανοποιήσει ο πρόεδρος Μακρόν προκειμένου να απόσχουν από μελλοντικές κινητοποιήσεις. Αυτό εξηγεί και την τακτική του υποχώρηση σε ό,τι αφορά τον φόρο στα καύσιμα.
Απομόνωση των εξτρεμιστών;
Εάν οι υπολογισμοί του αποδειχθούν ακριβείς, τότε το ερχόμενο Σαββατοκύριακο θα απομείνει στους δρόμους μόνο η πλέον ακραία μερίδα διαδηλωτών. Δεν θα είναι πλέον εκατοντάδες χιλιάδες όπως στο ξεκίνημα του κινήματος, αλλά ίσως μερικές χιλιάδες. Σε περίπτωση νέων συμπλοκών και επεισοδίων οι αστυνομικές δυνάμεις θα έχουν πια στο πλευρό τους την πλειοψηφία του γαλλικού λαού.
Το ερώτημα είναι επομένως εάν το σχέδιο του Εμμανουέλ Μακρόν θα λειτουργήσει και τα μετριοπαθή στοιχεία των κίτρινων γιλέκων πράγματι κατευναστούν με την αναστολή του πρόσθετου φόρου στα καύσιμα. Πάντως η χρονιά που κλείνει είχε πολλές βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές στο πεδίο του εργατικού δικαίου. Ως εκ τούτου υπάρχει διάχυτο αίσθημα δυσαρέσκειας στους Γάλλους πολίτες, το οποίο δεν θα είναι εύκολο απλά να εξανεμιστεί. Έτσι είναι απολύτως σαφές ότι η προσπάθεια του Γάλλου προέδρου να αντιμετωπίσει την πρώτη σοβαρή κρίση της θητείας του θα είναι δύσκολη και χρονοβόρα. Με τη χθεσινή του υποχώρηση μπόρεσε να πάρει μια… ανάσα. Είναι βέβαιο ότι θα την χρειαστεί.