Διεθνή

DW: Άρχισε η παροχολογία ενόψει εκλογών στην Ιταλία


 Οι καυγάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι φλυαρίες στις τηλεοπτικές εκπομπές, οι διαρκείς υποσχέσεις για «θαύματα» - όλα αυτά είναι δύσκολο να τα ανεχθεί κανείς, τόνισε διαμαρτυρόμενος ο καρδινάλιος Γκουαλτιέρο Μπασέτι, μιλώντας στον ιταλικό τύπο για τον προεκλογικό αγώνα στη χώρα του. Πράγματι, αν ακούσει κανείς τη ρητορική των κομμάτων πέντε μόλις εβδομάδες πριν από τις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές, είναι δύσκολο να πιστέψει ότι θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη για μια χώρα με υπέρογκο χρέος και έναν άκρως ευπρόσβλητο χρηματοοικονομικό τομέα.

Παρά το γεγονός ότι οι μνήμες της οικονομικής κρίσης είναι νωπές στην Ιταλία, στον προεκλογικό της αγώνα κυριαρχούν ασαφείς ιδέες και μη ρεαλιστικά σενάρια για το μέλλον. Ειδικά ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος συνέβαλε ως πρώην πρωθυπουργός στο να οδηγηθεί η χώρα κοντά στη χρεοκοπία, μοιράζει καθημερινά υποσχέσεις σε δυνητικούς ψηφοφόρους. «Δεν είναι αλήθεια ότι το δημόσιο χρέος δεν αποτελεί μέρος του πολιτικού διαλόγου», επισημαίνει ο Φάουστο Πανούντσι, καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου. «Όμως τα κόμματα φαίνεται να είναι απασχολημένα με το πώς τα αυξήσουν αντί να το μειώσουν», σχολιάζει καυστικά.

Ανησυχία στις Βρυξέλλες

Η ΕΕ παρακολουθεί τις εν λόγω εξελίξεις με ανησυχία. Η Ιταλία, όπως μεταδίδει η DW, θεωρείται το πιο προβληματικό παιδί της Ευρώπης μετά την Ελλάδα. Το ποσοστό του χρέους της ανέρχεται σε 130% του ΑΕΠ. Επιπλέον οι ιταλικές τράπεζες στενάζουν υπό το βάρος υπέρογκων κόκκινων δανείων. Εάν η επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 4ης Μαρτίου δεν επιδιώξει συμπαγή δημοσιονομική πολιτική και αγνοήσει ευρωπαϊκούς κανόνες για το χρέος, η κατάσταση ενδέχεται να γίνει ανεξέλεγκτη και οι επιπτώσεις θα γίνονταν σε τέτοια περίπτωση αισθητές και έξω από τα εθνικά σύνορα.

Στον τραπεζικό τομέα υπάρχουν πολλές διασυνδέσεις μεταξύ των τραπεζικών ιδρυμάτων της χώρας και αντίστοιχων της υπόλοιπης Ευρώπης. Εάν μια οικονομία με το μέγεθος της ιταλικής αρχίσει να κλονίζεται, θα υπάρξουν αισθητές επιπτώσεις και για τις υπόλοιπες χώρες της Eυρωζώνης. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ESM θα εξαντλούσε τα όριά του αν έπρεπε να παρέμβει για να συγκρατήσει την Ιταλία.

Παρόλα αυτά τα κόμματα της χώρας επιδεικνύουν ελάχιστη ευαισθησία απέναντι στα ευρωπαϊκά προτάγματα κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα. Αντιθέτως, το Κίνημα Πέντε Αστέρων υπόσχεται «λιγότερους φόρους, καλύτερη ποιότητα ζωής». Μάλιστα απειλεί να αγνοήσει τους ευρωπαϊκούς περιορισμούς για τα ετήσια όρια αύξησης του δημόσιου ελλείμματος προκειμένου να κάνει επενδύσεις. Σε δημοσκοπήσεις το κόμμα εμφανίζεται πρώτη δύναμη.

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι θέλει να οδηγήσει στη νίκη τη συμμαχία της συντηρητικής Forza Italia, της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά και μικρότερων δεξιών κομμάτων. Ο καταδικασθείς για φοροδιαφυγή πολιτικός υπόσχεται στους ψηφοφόρους μια «φορολογική επανάσταση», ενιαίο φορολογικό συντελεστή ύψους 23% και διπλασιασμό της κατώτατης σύνταξης στα 1.000 ευρώ.

Ανεδαφικές υποσχέσεις

Τέτοιες προτάσεις δεν είναι μόνο αδύνατο να τηρηθούν, σχολιάζουν αναλυτές του think tank Teneo, αλλά «είναι αμφίβολο ότι θα μπορούσε να υλοποιηθεί έστω και μία εάν κατόρθωνε να επικρατήσει τελικά η συγκεκριμένη συμμαχία».

Την ίδια ώρα ο ιταλός πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι και τα λοιπά στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος περιορίζονται στο να τονίζουν ότι η Ιταλία εξήλθε της σοβαρότερης κρίσης στη μεταπολεμική ιστορία της χάρη υπό την καθοδήγηση του κόμματός τους.

Οι Βρυξέλλες έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στις εκλογές της 4ης Μαρτίου. Με τα σημερινά δεδομένα κανένα κόμμα δεν μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και όλα δείχνουν ότι θα ακολουθήσουν δύσκολες διαπραγματεύσεις για σχηματισμό κάποιας κυβέρνησης συνασπισμού.

Ο ιταλός οικονομολόγος Φάουστο Πανούντσι σχολιάζει ότι «υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να ειπωθούν στον προεκλογικό αγώνα, αλλά μόνο λίγα συμβαίνουν. Παραδόξως μπορούμε μόνο να ελπίσουμε ότι οι πολιτικοί θα δίνουν υποσχέσεις που δεν θα τηρήσουν».