Πολιτική

Δημογραφικό και μετανάστευση


Το δημογραφικό πρόβλημα το οποίο καταγράφεται σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες μπορεί να αποτελέσει τα επόμενα χρόνια αιτία μαζικών μεταναστευτικών ροών. Πρόκειται για μία προοπτική με εντελώς διαφορετικά αίτια απο την προσφυγική κρίση που βιώνει σήμερα η Ευρώπη. Ομως, με τις σημερινές δημογραφικές τάσεις  μπορεί να μετατραπεί σε ένα διαρκές πρόβλημα.

 Οπως υποστηρίζουν πολλοί δημογράφοι, το πληθυσμιακό χάσμα μεταξύ πλουσίων και  φτωχών περιοχών του πλανήτη μπορεί να διευρυνθεί τόσο, ώστε κάποιες ανεπτυγμένες χώρες θα χρειαστεί να δεχθούν μαζική εισροή μεταναστών για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε εργατικό δυναμικό. Όμως, αυτή η μαζική μετανάστευση πιθανόν να αποδειχθεί πολιτικά ανεπιθύμητη.

Το σίγουρο είναι ότι η μείωση του πληθυσμού δημιουργεί έναν σοβαρό κίνδυνο στον ανεπτυγμένο κόσμο. Εντούτοις, τίποτα δεν είναι αναπόφευκτο. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι κυβερνήσεις έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τα ποσοστά γεννήσεων κοντά στα επίπεδα ανανέωσης, αρκεί μόνο να υιοθετήσουν τις ενδεδειγμένες πολιτικές υπέρ των γεννήσεων.

Αυτό σημαίνει να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις μιας υψηλής ποιότητας και οικονομικά προσιτής φροντίδας για το παιδί, προσφέροντας στις οικογένειες την οικονομική στήριξη και στις μητέρες τη δυνατότητα να συνεχίσουν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία.
Στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, ο υψηλός ρυθμός γεννήσεων και η υψηλή θνησιμότητα είχαν την τάση να εξισορροπούνται. Η ισορροπία αυτή άρχισε να διαταράσσεται κατά τον 19ο αιώνα, όταν η βελτίωση της υγιεινής και της διατροφής επιμήκυναν τη διάρκεια ζωής. Ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε από το περίπου ένα δισεκατομμύριο που ήταν το 1800, σε επτά δισεκατομμύρια, που είναι σήμερα.

Ενώ ο υπερπληθυσμός μαστίζει το μεγαλύτερο μέρος του αναπτυσσόμενου κόσμου, πολλές ανεπτυγμένες κοινωνίες υποφέρουν σήμερα από το αντίθετο πρόβλημα: ο ρυθμός γεννήσεων είναι τόσο χαμηλός, ώστε κάθε γενιά καθίσταται σαφώς μικρότερη από την προηγούμενη. Το μεγαλύτερο τμήμα της νότιας και της ανατολικής Ευρώπης, καθώς και η Αυστρία, η Γερμανία, η Ρωσία και οι ανεπτυγμένες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, σημειώνουν ανησυχητικά χαμηλούς δείκτες γονιμότητας, καθώς κατά μέσο όρο σε κάθε γυναίκα αντιστοιχεί λιγότερο από 1,5 παιδιά. Για παράδειγμα, ο συνολικός δείκτης γονιμότητας είναι 1,6 στη Ρωσία, 1,4 στην Πολωνία, και 1,2 στη Νότια Κορέα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο δείκτης βρίσκεται στο 2,05, δηλαδή περίπου στο όριο ανανέωσης.

Την ίδια ώρα που στις ανεπτυγμένες χώρες οι γυναίκες γεννούν λιγότερα παιδιά, το προσδόκιμο ζωής έχει φθάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης εξάρτησης (η αναλογία μεταξύ των ηλικιακά ικανών και των μη ικανών για εργασία ατόμων) γίνεται ολοένα δυσμενέστερος και προβλέπεται να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο.

Σε πολλές χώρες, η ηλικιακή κατανομή θα πάρει κάποια μέρα τη μορφή της αντεστραμμένης πυραμίδας, της οποίας η φαρδιά βάση με τους ηλικιωμένους θα στρογγυλοκάθεται πάνω σε στενή κορυφή με τους νέους. Όταν θα έχουν λιγότερους οικονομικά ενεργούς ανθρώπους για να φορολογήσουν, οι κυβερνήσεις θα βρεθούν ενώπιον μερικών δυσάρεστων επιλογών: κατάργηση παροχών, αύξηση ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης, αύξηση της φορολογίας.

Πηγή:premium.paratiritis.gr