Με ερωτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης προς τον μάρτυρα αστυνομικό του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής Θεσσαλονίκης θα συνεχιστεί στις 2 Μαρτίου η δίκη των 12 κατηγορουμένων για τη δολοφονία του 'Αλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του, ύστερα από την άγρια οπαδική επίθεση που δέχθηκαν, τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 2022, στην περιοχή της Χαριλάου.
Καταθέτοντας από το πρωί, ο συγκεκριμένος αστυνομικός αναφέρθηκε στο χρονικό των 12 συλλήψεων, τις πρώτες αντιδράσεις και θέσεις που μετέφεραν οι κατηγορούμενοι στους αστυνομικούς ως προς το βαθμό εμπλοκής τους στο φονικό επεισόδιο, αλλά και όσα προηγήθηκαν το προηγούμενο βράδυ, όταν άρχισαν να καταφθάνουν σε κεντρικό σύνδεσμο οπαδών του ΠΑΟΚ, απ' όπου κινήθηκαν με πομπή τριών αυτοκινήτων προς το σημείο τέλεσης του εγκλήματος.
Μίλησε για «οργανωμένη» επίθεση, η οποία ήταν προϊόν «αντιποίνων» για προγενέστερο οπαδικό επεισόδιο στην περιοχή του Ωραιοκάστρου όπου «Αρειανοί κυνήγησαν ΠΑΟΚτζήδες». Στηριζόμενος στο πρώτο σκέλος της κατάθεσής τους στην εκδοχή που μετέφερε στην υπηρεσία του ο τρίτος κατηγορούμενος («ανέφερε τα περισσότερα»), ο μάρτυρας κατονόμασε τον πρώτο χρονικά συλληφθέντα ως το πρόσωπο που έλαβε την απόφαση για την εκδήλωση της επίθεσης. «Είχε ηγετικό ρόλο στον σύνδεσμο […] έκανε κουμάντο στις μικρότερες ηλικίες» σημείωσε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στο συγκεκριμένο πρόσωπο.
«Στόχος τους ήταν οπαδοί του Άρη […] Πήγαν για να βλάψουν» ανέφερε ο μάρτυρας σε άλλο σημείο της κατάθεσής του, κατονομάζοντας τα πρόσωπα που κρατούσαν το δρεπάνι, το κάραμπιτ, το ξύλινο στειλιάρι κι ένα μαχαίρι το οποίο όμως δεν βρέθηκε κατά τις αστυνομικές έρευνες. Επιπλέον, κατονόμασε, με βάση τα βίντεο που περιήλθαν στην κατοχή της υπηρεσίας του, τα τέσσερα άτομα που «έφυγαν τελευταία πάνω από τον 'Αλκη».
Όταν κλήθηκε να απαντήσει σε ερώτηση της εισαγγελέως για το ποιοι προκάλεσαν τα χτυπήματα στον 19χρονο 'Αλκη με βάση όσα εκείνοι μετέφεραν αρχικά στους αστυνομικούς, απάντησε ότι κανένας δεν αποδέχθηκε ότι τον χτύπησε. «Όσοι παραδέχθηκαν ότι χτύπησαν, είπαν ότι χτύπησαν τον φίλο του» σημείωσε.
«Ο Άλκης προσπάθησε να αμυνθεί»
Αναφερόμενος σε γενετικό υλικό (αίμα) του 'Αλκη που εντοπίστηκε στο δρεπάνι και συγκεκριμένα στο «κομβίο» αναδίπλωσής του, ο μάρτυρας είπε ότι ο 19χρονος «προσπάθησε να αμυνθεί». Για τον φίλο του 'Αλκη που τραυματίστηκε πιο σοβαρά σε σχέση με τον δεύτερο τραυματία νεαρό, κατέθεσε ότι επέζησε χάρη στην άμεση ανταπόκριση του ΕΚΑΒ, «διαφορετικά ενδεχομένως να είχε κι αυτός μοιραία κατάληξη».
Ο ίδιος μάρτυρας διέψευσε τον ισχυρισμό τού 4ου κατηγορούμενου ότι κυνήγησε τους δύο φίλους του 'Αλκη και μετά επέστρεψε στο αυτοκίνητο, επισημαίνοντας - βάσει του βιντεοληπτικού υλικού - ότι μετά το κυνηγητό γύρισε στο σημείο της δολοφονίας και ακολούθως κινήθηκε προς το όχημα.
Κληθείς δε, να αναφερθεί στις δύο μανσέτες (μεγάλα μαχαίρια) που εντοπίστηκαν κοντά στο σημείο του φονικού επεισοδίου και δεν προέκυψε να συνδέονται με τους δράστες, κατέθεσε ότι ανήκαν στα άτομα που μόλις αντιλήφθηκαν το συμβάν κινήθηκαν προς το σημείο της επίθεσης, αναγκάζοντας τους κατηγορούμενους να τραπούν σε φυγή (όπως φάνηκε και σε βίντεο). «Ενδεχομένως να είχαμε θύματα κι από τις δύο πλευρές» είπε ο αστυνομικός αναφερόμενος στο ενδεχόμενο να ακολουθούσε μεταξύ τους συμπλοκή.
Το περιστατικό στα κρατητήρια
Σε ερώτηση για το εάν οι κατηγορούμενοι έδειξαν μεταμέλεια ο αστυνομικός απάντησε ως εξής: «Κανένας δεν με έπεισε ότι έδειξε μεταμέλεια. Είπαν κάποια λόγια, για να τα πούνε», ενώ μετέφερε στο δικαστήριο περιστατικό που έγινε είκοσι μέρες μετά τη δολοφονία κατά την κράτησή τους στα κρατητήρια της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης.
Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, φίλος κατηγορούμενου είχε φέρει κάποια ρούχα και κατά την αποχώρηση του φώναξε "κρατάτε γερά". «Τότε οι κατηγορούμενοι ξεκίνησαν να φωνάζουν συνθήματα του ΠΑΟΚ. Επικράτησε οχλαγωγία για περίπου δέκα λεπτά μέχρι να σταματήσουν», ανέφερε ο αστυνομικός περιγράφοντας το περιστατικό.
Η δίκη διεκόπη λόγω παρέλευσης ωραρίου και θα επαναληφθεί στις 2/3 με την κατάθεση του ίδιου μάρτυρα. Στη συνέχεια, είναι προγραμματισμένο να εξεταστούν διασώστες και γιατρός του ΕΚΑΒ που κλήθηκαν να μεταβούν στον τόπο τέλεσης του εγκλήματος.