Κεφαλαιακή ενίσχυση 2,7 δισ ευρώ με στόχο να στηριχθεί η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας θα δώσει η Πορτογαλία, σ' ένα σχέδιο με το οποίο η Ε.Ε είναι σύμφωνη αλλά δηλώνει πως δεν θα θεωρηθεί κρατική βοήθεια! Όπως αναφέρει η WSJ, η Caixa Geral δεσμεύθηκε να εκδώσει ομόλογα χαμηλής διαβάθμισης (subordinated debt) σε ιδιώτες επενδυτές. Το πορτογαλικό δημόσιο θα μεταβιβάσει, επίσης, τις μετοχές που έχει σε μία θυγατρική εταιρεία της Caixa Geral, την ParCaixa, στην τράπεζα και θα μετατρέψει σε μετοχές ένα ποσό 900 εκατ. ευρώ από ομόλογα που κατέχει τύπου Cocos.
Η Κομισιόν από την πλευρά της θέλοντας να αποφύγει παρερμηνείες και αντιδράσεις σημειώνει πως η ανακεφαλαιοποίηση γίνεται με όρους της αγοράς, εφόσον η αναμενόμενη απόδοση για το κράτος είναι επαρκώς υψηλή και αντίστοιχη με ό,τι θα αποδεχόταν ένας ιδιώτης επενδυτής.
Η συμφωνία θα δώσει στην πορτογαλική τράπεζα περισσότερα κεφάλαια για να εκκαθαρίσει τα "κόκκινα" δάνεια. Η ΕΕ και η Πορτογαλία ελπίζουν ότι αυτό θα επιτρέψει στην τράπεζα να επικεντρωθεί στην αύξηση του δανεισμού προς τις πορτογαλικές επιχειρήσεις. Το σχέδιο προβλέπει, επίσης, μέτρα μείωσης των δαπανών και βελτιωμένους κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης.
Η Caixa Geral ήταν μία από τις πορτογαλικές τράπεζες που έλαβαν κεφαλαιακή ενίσχυση από το κράτος το 2012, στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσης ύψους 78 δισ. ευρώ από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ. Ωστόσο, με την οικονομία της χώρας να έχει ακόμη δυσκολίες, η κυβέρνηση αποφάσισε ότι χρειάζεται μία ακόμη ανακεφαλαιοποίησή της. Η τράπεζα έχει 8.300 εργαζόμενους και περισσότερα από 1.200 καταστήματα. Έχει παρουσία σε 23 χώρες, μεταξύ των οποίων είναι η Βραζιλία, η Μοζαμβίκη και η Αγκόλα.
Εν κατακλείδι, το σκηνικό που διαμορφώνεται δεν είναι αυτό που είχαν υπολογίσει οι ιθύνοντες της Ε.Ε και του ιδιωτικού τομέα, βάσει των συμφωνιών που ισχύουν από αρχές του 2016 για τον τρόπο διάσωσης των τραπεζών. Οι προκλήσεις είναι μεγάλες σε Πορτογαλία, Ισπανία αλλά και Ιταλία αναζητάται η "χρυσή τομή" ώστε να μην υπάρξουν αντιδράσεις αλλά και η πιθανότητα κάποιου ντόμινο που θα συμπαρασύρει τις αγορές και τις οικονομίες σ' ένα νέο κύκλο βαθιάς ύφεσης.