Την προσωρινή συμφωνία που επετεύχθη με το Συμβούλιο, τον περασμένο Ιούνιο, σχετικά με την ενεργειακή απόδοση, την ανανεώσιμη ενέργεια και τη διακυβέρνηση της ενεργειακής ένωσης, επιβεβαίωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά τη χθεσινή συνεδρίαση της Ολομέλειας.
Αυτοί οι τρεις σημαντικοί νομοθετικοί φάκελοι αποτελούν μέρος της δέσμης "Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους", η οποία εμπεριέχει φιλόδοξους νέους στόχους για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής με αύξηση κατά 32,5% της ενεργειακής απόδοσης έως το 2030, με τις ανανεώσιμες ενέργειες να πρέπει να αντιπροσωπεύουν το 32% της κατανάλωσης ενέργειας έως το 2030 και προσανατολισμό προς βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς.
Για πρώτη φορά, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ειδικά μέτρα ενεργειακής απόδοσης που θα ωφελήσουν τους πολίτες που πλήττονται από την καύσιμη ύλη.
Τα κράτη μέλη θα χρειαστεί επίσης να διασφαλίσουν ότι οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να παράγουν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για ιδία κατανάλωσή τους, να την αποθηκεύουν και να πωλούν την πλεονάζουσα παραγωγή. Όπως δήλωσε ο εισηγητής για την ενεργειακή απόδοση, Μίροσλαβ Πότσε (S&D, Τσεχία) η μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση είναι μια κερδοφόρα πολιτική για όλους τους Ευρωπαίους. «Πρόκειται για μια καλή συμφωνία για τους πολίτες μας, διότι θα προωθήσει σημαντικές μειώσεις στην κατανάλωση ενέργειας και συνεπώς από πλευράς λογαριασμού ενέργειας. Αυτά είναι επίσης πολύ καλά νέα για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, καθώς το κόστος θα μειωθεί και οι επενδύσεις θα ενισχυθούν», είπε χαρακτηριστικά.
Τα βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των μεταφορικών μέσων και τουλάχιστον το 14% των καυσίμων για τις μεταφορές θα πρέπει να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως το 2030.
Παράλληλα, τα βιοκαύσιμα πρώτης γενιάς δεν υπολογίζονται πλέον στους στόχους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από το 2030, και από το 2019 η συμβολή τους σε αυτούς τους στόχους θα μειωθεί σταδιακά με στόχο να φθάσει στο μηδέν το 2030.
Σημειώνεται ότι κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποβάλει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019 ένα δεκαετές «ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα», το οποίο θα ανανεώνεται κάθε δέκα χρόνια στη συνέχεια, με στόχους, εισφορές, πολιτικές και μέτρα σε εθνικό επίπεδο.