«Αδυνατίζουν» τα ακραία σενάρια καταστροφής των τραπεζών και των μετόχων τους, που «φούντωσαν» με αφορμή την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και προκάλεσαν διόρθωση σχεδόν 10% στον τραπεζικό δείκτη του ΧΑ από τις 24 Ιουλίου (παραμονή της εξόδου του Δημοσίου στην αγορά ομολόγων) μέχρι και τη συνεδρίαση της 31ης Ιουλίου.
Ο «μπαμπούλας» της ανακεφαλαιοποίησης, τον οποίο… θέριεψαν και ορισμένα δημοσιεύματα ακραίου περιεχομένου, έκανε την εμφάνισή του στον ορίζοντα των ελληνικών τραπεζών στις 20 Ιουλίου, όταν έγινε γνωστή η έκθεση του ΔΝΤ για το νέο οικονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας, μέσω της οποίας το Ταμείο επανέλαβε τη γνωστή θέση του για την ανάγκη να κρατηθούν «στην άκρη» 10 δισ. ευρώ, ενόψει πιθανής ανάγκης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Αυτή την φορά, το Ταμείο δεν στάθηκε μόνο σε αυτή τη γνωστή επισήμανση, αλλά ζήτησε από τον ευρωπαϊκό Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) να αλλάξει τον προγραμματισμό του για τους ελέγχους στις ελληνικές τράπεζες και να προχωρήσει πριν το τέλος του έτους σε τεστ αντοχής και έλεγχο ποιότητας ενεργητικού (AQR), ώστε να επικαιροποιηθεί η εκτίμηση των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών, με βάση τα σημερινά δεδομένα.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έσπευσε να δηλώσει τη διαφωνία της με αυτές τις παραινέσεις και να ξεκαθαρίσει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα περάσουν μόνο από τεστ αντοχής, το 2018, όπως έχει εξαρχής προγραμματισθεί. Το ίδιο επανέλαβε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, την Κυριακή (συνέντευξη στην «Καθημερινή»), ενώ με την τελευταία τροπολογία, που έδωσε λύση στο πρόβλημα των προνομιούχων μετοχών της Eurobank και της Τράπεζας Αττικής, η κυβέρνηση έστειλε σαφές μήνυμα στην αγορά ότι έχει την πρόθεση να διευκολύνει τους ιδιώτες μετόχους των τραπεζών, αποφεύγοντας «άγαρμπες» και επιζήμιες για τους μετόχους κινήσεις, όπως θα ήταν η αντικατάσταση των προνομιούχων μετοχών με κοινές (μίνι κρατικοποίηση).
Όμως,ήδη στο Χρηματιστήριο προβαλλόταν… ταινία τραπεζικής καταστροφής. Οι επενδυτές δεν είχαν λόγους να μην πάρουν στα σοβαρά τα «μαύρα» σενάρια. Όλοι γνωρίζουν ότι ο έλεγχος ποιότητας ενεργητικού σε τράπεζες με προβληματικά δάνεια που καταλαμβάνουν σχεδόν το ήμισυ των χαρτοφυλακίων χορηγήσεων κρύβουν πάντα επικίνδυνες παγίδες. Άλλωστε, στην τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, όλοι θυμούνται ότι η μεγαλύτερη «ζημιά» έγινε από το AQR, βάσει του οποίου υπολογίσθηκαν πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες 9 δισ. ευρώ.
Πολιτικό παιχνίδι
Στην πραγματικότητα, πίσω από το θέμα των τραπεζών, βρίσκεται ένα πολιτικό πρόβλημα: το ΔΝΤ έχει δεσμευθεί επί της αρχής σε ένα πρόγραμμα για την Ελλάδα, αλλά δεν έχει την πολιτική βούληση να φθάσει ως την εκταμίευση της πρώτης δόσης του (συμβολικού) νέου δανείου του και αναζητεί προφάσεις για να το αποφύγει, την ώρα που είναι γνωστό από δηλώσεις του Β. Σόιμπλε ότι μετά τις γερμανικές εκλογές και οι Γερμανοί θα αναζητήσουν τρόπο απεμπλοκής του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα, για να αναλάβει τον πρώτο ρόλο ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
Το θέμα των τραπεζών είναι μια θαυμάσια δικαιολογία για να διατηρήσει το Ταμείο τις επιφυλάξεις του για τη βιωσιμότητα του χρέους και να αναβάλει την εκταμίευση δανείου, αφού όσο παραμένει αβεβαιότητα για τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών διατηρείται ένας «άγνωστος Χ» στις παραμέτρους της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους.
Οι ξένοι αναλυτές, όμως, έχουν αρχίσει να ξεχωρίζουν τα πολιτικά παιχνίδια από τους πραγματικούς κινδύνους, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αντιλαμβάνονται ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που έχει τον τελευταίο λόγο για την εποπτεία των τραπεζών, επιδιώκει πάση θυσία να αποφύγει πρόωρους πειραματισμούς με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που θα κλόνιζαν την επενδυτική εμπιστοσύνη στις ελληνικές τράπεζες, αλλά επιμένει στην απόφασή της να δώσει χρόνο ως το 2018 στους τραπεζίτες, προκειμένου να αποδείξουν ότι μπορούν να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια, αξιοποιώντας κατάλληλα και νέα εργαλεία (εξωδικαστικός συμβιβασμός, πωλήσεις σε fund κ.λπ.).
Δεν… μάσησαν οι αναλυτές
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο οίκος Wood, που παρακολουθεί αρκετά στενά το ελληνικό Χρηματιστήριο, αγνόησε εντελώς τη συζήτηση που άνοιξε με τις παρεμβάσεις του Ταμείου και αύξησε θεαματικά, σε νέα έκθεσή του, τις τιμές – στόχους των ελληνικών τραπεζικών μετοχών:
- Για την Alpha Bank, η τιμή - στόχος αυξήθηκε από την Wood στα 3 ευρώ, από 2,45 ευρώ (αύξηση 22,5%), για την Εθνική στα 0,55 ευρώ από 0,35 ευρώ (αύξηση 57%), για την Πειραιώς στα 6 ευρώ από 4 ευρώ (αύξηση 50%) και για την Eurobank (που επωφελείται από την τροπολογία για τις προνομιούχες) στα 1,2 ευρώ από 0,7 ευρώ (αύξηση 71,4%).
Πίσω από αυτές τις αναθεωρήσεις κρύβεται η εντυπωσιακή αναθεώρηση των εκτιμήσεων της Wood για την τραπεζική κερδοφορία και την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, που εκτιμάται από τον οίκο ότι θα συμπιέσει τη σχέση τιμής/κερδών (P/E) από το 21,2 φέτος στο 8 το 2019, ενώ την ίδια περίοδο εκτιμάται ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων (με βάση τα ενσώματα ίδια κεφάλαια: RoTE) θα τριπλασιασθεί, από 2% σε 6%. Προφανώς, αν ο οίκος προεξοφλούσε αποτυχία στην προσπάθεια για τα «κόκκινα» δάνεια και ανακεφαλαιοποίηση δεν θα διατύπωνε τέτοιες προβλέψεις.
Αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση αυτής της έκθεσης, οι αναλυτές της Morgan Stanley έστειλαν στους πελάτες της τράπεζας έκθεση, όπου αναφέρουν τα συμπεράσματά τους από τις επαφές που είχαν με κορυφαία τραπεζικά στελέχη στην Αθήνα. Τα συμπεράσματα είναι αρκετά καθησυχαστικά:
- Σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι είναι περιορισμένη η ανησυχία για την επίτευξη των στόχων για τα «κόκκινα» δάνεια, ότι, ακόμη και αν υπάρξουν αστοχίες, η προθεσμία για μείωση των προβληματικών δανείων κατά 40% ως το τέλος του 2019 δεν είναι εντελώς ανελαστική και δεν συνεπάγεται αυτόματες κυρώσεις, με τη μορφή της υποχρεωτικής άντλησης πρόσθετων κεφαλαίων, ενώ δεν είναι πιθανό το ενδεχόμενο να υπάρξουν έκτακτοι έλεγχοι, παρότι το ζήτησε το ΔΝΤ, καθώς δεν συμφωνούν με αυτό το αίτημα οι άλλοι θεσμοί των δανειστών.
Χρηματιστηριακοί αναλυτές στην Αθήνα σημειώνουν ότι οι προβλέψεις περί καθήλωσης των τραπεζικών μετοχών, που θα έχουν συνέπεια την ακύρωση των σεναρίων σημαντικής ανόδου του ΧΑ αποδεικνύονται υπερβολικές και ήδη, όπως φάνηκε στη χθεσινή συνεδρίαση, η διόρθωση των τραπεζικών μετοχών αντιμετωπίζεται από τους ξένους διαχειριστές κεφαλαίων σαν ευκαιρία για τοποθετήσεις, αντί να προκαλεί πανικόβλητη φυγή κεφαλαίων.