Τράπεζες

Στο 1/10 των ευρωπαϊκών τα επιτόκια καταθέσεων στην Ελλάδα


Σχεδόν 10πλάσια επιτόκια καταθέσεων προσφέρουν, κατά μέσον όρο, οι τράπεζες της ευρωζώνης από τις ελληνικές, σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει η Κομισιόν στην έκθεση μεταπρογραμματικής εποπτείας της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες έχουν τη δεύτερη θέση στην ευρωζώνη, σε ό,τι αφορά τα λειτουργικά τους έξοδα. Αυτούς τους δύο παράγοντες επισημαίνει, μεταξύ άλλων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξηγώντας την ισχυρή κερδοφορία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών.

Σε ό,τι αφορά τα επιτόκια καταθέσεων, τα στοιχεία της Επιτροπής αναδεικνύουν την τεράστια διαφορά ελληνικών και ευρωπαϊκών τραπεζών. Στις καταθέσεις μίας ημέρας, που αποτελούν και τον κύριο όγκο των καταθέσεων, το μέσο επιτόκιο στην Ελλάδα τον Αύγουστο ήταν σχεδόν μηδενικό (0,04%), ενώ κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη ήταν 0,38%, δηλαδή 9,5 φορές μεγαλύτερο! Στις προθεσμιακές καταθέσεις, η διαφορά είναι επίσης σημαντική, καθώς στην Ελλάδα το μέσο επιτόκιο καταθέσεων με 12μηνη δέσμευση χρημάτων ήταν 1,88%, ενώ στην ευρωζώνη σχεδόν 3% (2,98%).

Αναφερόμενη στην κερδοφορία, τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 94% του τραπεζικού συστήματος, η Κομισιόν τονίζει ότι συνέχισαν το 2024 την ισχυρή παραγωγή κερδών. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν κατά 25% σε ετήσια βάση. Αυτό οφείλεται κυρίως στην αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους, καθώς τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια ήταν υψηλότερα σε ετήσια βάση, και επιπλέον στην αύξηση των εσόδων από καθαρές αμοιβές και προμήθειες.

Ο δείκτης κόστους προς έσοδα των συστημικών τραπεζών ύψους 34,2% το 1ο τρίμηνο του 2024 είναι ο δεύτερος χαμηλότερος στην ΕΕ. Τα συνολικά λειτουργικά έξοδα ήταν ελαφρώς υψηλότερα, ενώ οι προβλέψεις για ζημίες από δάνεια μειώθηκαν.

Η οργανική παραγωγή κεφαλαίου των τραπεζών βελτίωσε τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Τον Μάρτιο του 2024 ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 του ελληνικού τραπεζικού τομέα διαμορφώθηκε σε 15,4%, έναντι 13,4% τον Μάρτιο του 2023. Λόγω της βελτιωμένης κερδοφορίας και των κεφαλαιακών θέσεων τα τελευταία δύο χρόνια, οι ελληνικές συστημικές τράπεζες μπόρεσαν να καταβάλουν μερίσματα το 2024, για πρώτη φορά από το 2007. Οι δείκτες πληρωμής μερισμάτων ήταν μεταξύ 10% και 30% των κερδών του 2023.

Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες συνεχίζουν να αυξάνουν την καταθετική τους βάση και να διατηρούν υψηλές θέσεις ρευστότητας. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των καταθέσεων για τον ιδιωτικό τομέα ήταν 3,3% έως τον Αύγουστο του 2024, παρά τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων το πρώτο οκτάμηνο του 2024. Το μέσο επιτόκιο τον Αύγουστο του 2024 για τις καταθέσεις μίας ημέρας ήταν 0,04% και 1,88% για τις προθεσμιακές καταθέσεις διάρκειας ενός έτους, έναντι 0,38% και 2,98% στη ζώνη του ευρώ, αντίστοιχα. Οι καταθέσεις παρέχουν στις τράπεζες χρηματοδότηση χαμηλού κόστους για το χαρτοφυλάκιο δανείων, με ακόμη μεγάλα περιθώρια στήριξης της ανάπτυξης, καθώς ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις ήταν 64,6% τον Ιούνιο του 2024.

Ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες παρέμεινε σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ, παραμένοντας πάνω από το 200% καθ' όλη τη διάρκεια του τελευταίου έτους (206,8% τον Ιούνιο του 2024), παρά τις αποπληρωμές εκκρεμών Στοχευμένων Πράξεων Πιο Μακροπρόθεσμης Αναχρηματοδότησης.

Δάνεια στις επιχειρήσεις

Ο καθαρός δανεισμός προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) αυξήθηκε περαιτέρω το 2024, ενώ παρέμεινε αρνητικός για τα νοικοκυριά. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των πιστώσεων προς τις ΜΧΕ ήταν 7,7% τους πρώτους οκτώ μήνες του 2024, έναντι 7,2% την ίδια περίοδο το 2023. Τα νέα δάνεια, υποστηριζόμενα επίσης από το Ταμείο Ανάκαμψης, κατευθύνθηκαν κυρίως στη βιομηχανία, το εμπόριο, την ενέργεια και τον τουρισμό.

Ο καθαρός δανεισμός προς τα νοικοκυριά συνέχισε να μειώνεται το 2024 λόγω των επίμονα αρνητικών καθαρών στεγαστικών δανείων. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των στεγαστικών δανείων ήταν -3,0% το πρώτο οκτάμηνο του 2024, σε σύγκριση με -3,8% την ίδια περίοδο του 2023. Ενώ η μηνιαία μέση ακαθάριστη ροή ενυπόθηκων δανείων αυξήθηκε, το συνολικό απόθεμα ενυπόθηκων δανείων μειώθηκε λόγω του υψηλού ποσού αποπληρωμής κεφαλαίου από ενυπόθηκα δάνεια παλαιότερης εσοδείας.

Το κόστος δανεισμού μειώθηκε λίγο. Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των ΜΧΕ τον Ιούλιο του 2024 διαμορφώθηκε σε 5,75%, μειωμένο κατά 26 μονάδες βάσης. σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2023. Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο χορηγήσεων για τα νοικοκυριά ήταν 6,01% τον Ιούλιο του 2024, μειωμένο κατά 32 μ.β. σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2023, ενώ την ίδια περίοδο το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων μειώθηκε κατά 50 μ.β. στο 3,87%.

Οι βασικές προκλήσεις

Οι πρόσφατες μειώσεις των επιτοκίων νομισματικής πολιτικής αναμένεται να ασκήσουν πίεση στα περιθώρια επιτοκίων και, ως εκ τούτου, στην κερδοφορία των τραπεζών. Η νομισματική πολιτική έχει αρχίσει να χαλαρώνει στη ζώνη του ευρώ, με σαφή αντίκτυπο στα επιτοκιακά περιθώρια των τραπεζών. Οι τράπεζες σχεδιάζουν να αντισταθμίσουν τα χαμηλότερα περιθώρια κέρδους με επέκταση δανείων και υψηλότερα έσοδα από δραστηριότητες δημιουργίας προμηθειών και προμηθειών, αλλά βραχυπρόθεσμα τα καθαρά κέρδη θα μπορούσαν να μειωθούν.

Οι κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών έχουν βελτιωθεί, αλλά το επίπεδο και η ποιότητα των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας είναι πιθανό να αυξηθούν μόνο σταδιακά. Ακόμη και μετά τις πρόσφατες αυξήσεις, ο δείκτης CET1 του 15,4% παραμένει ο δεύτερος χαμηλότερος στην ΕΕ. Επιπλέον, το 41% των συνολικών προληπτικών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών (ή 12,5 δισεκ. ευρώ) αποτελούνταν από πιστώσεις αναβαλλόμενου φόρου (DTC) τον Ιούνιο του 2024, σημειώνοντας μείωση από 44% και 12,9 δισεκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα τον Δεκέμβριο του 2023.

Νέα σχέδια για ταχεία απόσβεση των DTC εξετάζονται (σ.σ.: πλέον, έχουν ήδη αποφασισθεί) από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Η εξισορρόπηση του επιπέδου διανομής μερισμάτων με την ανάγκη μείωσης του μεριδίου των DTC στο τραπεζικό κεφάλαιο παραμένει σημαντική, υπό το πρίσμα των επιχειρηματικών σχεδίων των τραπεζών για ταχεία αύξηση των δεικτών πληρωμής μερισμάτων (έως και 50%).