Τα αρνητικά επιτόκια, το τελευταίο όπλο που έχουν χρησιμοποιούν οι κεντρικές τράπεζες για την ανάταξη των οικονομιών τους, έχει γίνει πολύ κοινό. Η κεντρική τράπεζα της Δανίας ήταν η πρώτη που υιοθέτησε αρνητικά επιτόκια τον Ιούλιο του 2012, για να την ακολουθήσει τη ΕΚΤ, η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας, της Σουηδίας και πιο πρόσφατα, η Bank of Japan.
Η απόφαση υιοθέτησης πολιτικής αρνητικών επιτοκίων είναι μια κατανοητή προσέγγιση προκειμένου να δοθεί ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα. Όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις συνέβη το αντίθετο. Όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα της BofA Merrill Lynch, τον επόμενο μήνα που ακολούθησε την υιοθέτηση πολιτικής αρνητικών επιτοκίων, δεν υπήρξε ούτε αποδυνάμωση νομισμάτων, ούτε αύξηση πληθωριστικών προσδοκιών ούτε κέρδη στις χρηματιστηριακές αγορές (διάγραμμα). Θα μπορούσε βέβαια να πει κανείς ότι τα πράγματα θα ήταν χειρότερα χωρίς τα αρνητικά επιτόκια.
Όπως σημειώνει η BofA Merrill Lynch, ίσως να υπάρχει ένας απλός λόγος γιατί η πολιτική αρνητικών επιτοκίων δεν έχει αποδώσει τα αποτελέσματα: οι αγορές έχουν εξαντληθεί από τα μέτρα τόνωσης και ως συνέπεια αυτή η πολιτική χάνει τη δυναμική της.
Χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα τα αρντητικά επιτόκια
Κατά την εκτίμηση της Bank of America Merrill Lynch, «η μη αποτελεσματικότητα της πολιτικής αρνητικών επιτοκίων μπορεί να οφείλεται στο ότι οι αγορές την ερμηνεύουν ως εξάντληση της πολιτικής, καθώς απαιτούν ολοένα αυξανόμενη προσαρμογή για να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα».
«Αν η αποτελεσματικότητα των μέτρων τόνωσης των κεντρικών τραπεζών συνεχίσει να μειώνεται, η πιθανότητα περαιτέρω πολιτικής εξάντλησης θα συνεχίσει να αυξάνεται και οι κίνδυνοι για δυσμενή σοκ θα αυξάνονται», επισημαίνεται επενδυτική τράπεζα.