Αν το 2000 η Αυστρία απομονώθηκε πολιτικά όταν η Ακροδεξιά εισήλθε για πρώτη φορά σε κυβερνητικό συνασπισμό, σήμερα το ερώτημα είναι πού μπορεί να φθάσουν οι παρενέργειες της εισόδου του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας ως ήσσονος εταίρου σε κυβερνητικό συνασπισμό με το Λαϊκό Κόμμα. Σε ποιο βαθμό θα εμποδίσει την πολιτική απομόνωσης της Εναλλακτικής για την Γερμανία, όπως και μέχρι ποιο σημείο θα θωρακίσει τις αποκλίσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας από το ευρωπαϊκό δημοκρατικό κεκτημένο.
Για δεύτερη φορά μετά την πενταετία 2000-5, το Κόμμα της Ελευθερίας, η ακροδεξιά στην Αυστρία, εισέρχεται σε κυβερνητικό συνασπισμό ως ήσσων εταίρος της Δεξιάς του Λαϊκού Κόμματος. Τότε με Καγκελάριο τον Σούσελ, σήμερα με τον Σεμπάστιαν Κουρτς.
Τότε με παρουσία συμβολική, σήμερα με βαρύνουσα, καθώς το Κόμμα της Ελευθερίας ανέλαβε τα κρίσιμα υπουργεία Εσωτερικών, Εξωτερικών και Άμυνας.
Η ύπαρξη προηγούμενου, αντί να αποδραματοποιεί, ενισχύει την ανησυχία για τις παρενέργειες των εξελίξεων στη Βιέννη, σε μια ευρωπαϊκή συγκυρία πολύ πιο δυσμενή από αυτήν του 2000, όταν η είσοδος της Ακροδεξιάς στην κυβέρνηση οδήγησε, με πρωτοβουλία του τότε Πρόεδρου της Γαλλίας Σιράκ, σε πολιτική καραντίνα της κυβέρνησης Σούσελ–Χάιντερ από την τότε ΕΕ των 15.
Σήμερα, η δεύτερη αποδοχή της ακροδεξιάς της Αυστρίας, ως μιας πολιτικής δύναμης σαν τις άλλες, δεν καταργεί κάποια διαχωριστική γραμμή η οποία ήταν ούτως ή άλλως αχνή στην χώρα, από το 1945 και μετά.
Η ακροδεξιά ως κυβερνητικός εταίρος στη Βιέννη θα επηρεάσει δύο εκτός συνόρων μέτωπα: Την πολιτική σκηνή στο Βερολίνο αλλά και στο Μόναχο, καθώς και την ευρωπαϊκή και εσωτερική πολιτική των δύο χωρών που τα τελευταία χρόνια φαίνεται να αποκλίνουν από την ευρωπαϊκή πολιτική δημοκρατική ορθότητα, την Πολωνία και την Ουγγαρία.
Αν στη γερμανόφωνη Αυστρία η άκρα Δεξιά είναι αποδεκτή ως ένα κόμμα σαν τα άλλα, τότε εκ των πραγμάτων δυσχεραίνεται σε τοπικό και ομοσπονδιακό επίπεδο η απομόνωση της Εναλλακτικής για την Γερμανία. Εξυπακούεται ότι ο κίνδυνος είναι αυξημένος στη Βαυαρία, το ομόσπονδο κράτος που μοιάζει πιο πολύ με την Αυστρία σε ό,τι αφορά τον κοινωνικό συντηρητισμό. Άλλωστε τα αποτελέσματα των εκλογών της 24ης Σεπτεμβρίου, που καταγράφηκαν σοβαρές απώλειες της Χριστιανοκοινωνιστικής Ένωσης σε όφελος της Εναλλακτικής πιστοποιούν την ύπαρξη του κινδύνου.
Σε ό,τι αφορά τη Βαρσοβία και τη Βουδαπέστη η κυβερνητική αλλαγή στην Βιέννη δεν επιτρέπει πλέον να θεωρήσουμε την ενίσχυση της Ακροδεξιάς ως φαινόμενο που αφορά μόνο την Ανατολική Ευρώπη και τις τέσσερις χώρες του Visegrad, αλλά πολιτική τάση πανευρωπαϊκών διαστάσεων.
Σε αντίθεση με την ολιγόμηνή της απομόνωση στην Ευρώπη των «15» το 2000, σήμερα, στις αρχές του 2018, η Αυστρία διαθέτει ερείσματα στην Ευρώπη των 27 από την τετράδα του Visegrad και τις τρεις Βαλτικές Χώρες μέχρι και την Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ευρωπαϊκής πολιτικής ορθότητας και επιθετικού αναθεωρητικού εθνικισμού είναι δυσδιάκριτες.
Η αυστριακή περιπλοκή και οι πιθανές παρενέργειες της στη Γερμανία και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη υπονόμευσαν σε μεγάλο βαθμό τη βεβαιότητα που φώτιζε την πλήρη ένταξη των χωρών του πρώην Ανατολικού Μπλοκ στην Ε.Ε ως απόλυτη εγγύηση αποφυγής παλινδρόμησης της περιοχής στο σκοτεινό παρελθόν του Μεσοπολέμου.
Ένα σκοτεινό παρελθόν, στο οποίο όλες οι χώρες της περιοχής - περιλαμβανομένης της Αυστρίας από το 1934 και μετά και με μοναδική εξαίρεση την Τσεχοσλοβακία μέχρι τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938 - ήταν αυταρχικά καθεστώτα εθνικιστικής η φασίζουσας και ακόμη χειρότερα, απροκάλυπτα φασιστικής ταυτότητας.
* Το ΕΝΑ είναι ένα ανεξάρτητο, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ερευνητικό κέντρο. Αποτελεί ένα βήμα ελεύθερου διαλόγου και ένα χώρο δημιουργίας και διάδοσης εναλλακτικών ιδεών με τελικό στόχο το μετασχηματισμό τους σε εφαρμόσιμες θεωρίες και πολιτικές τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.