Για παραπλάνηση των πολιτών μέσω της χειραγώγησης της πληροφορίας αναφορικά με τις αυξήσεις μισθών και το κόστος ζωής κατηγορεί την κυβέρνηση η «Νίκη».
Σε σχετική ανακοίνωσή της αναφέρει: «Ο δείκτης αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) θα έπρεπε να χρησιμεύει εντός της ΕΕ στην εξάλειψη των διαφορών των επιπέδων τιμών και μισθών μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Αντιθέτως παρατηρείται μεγάλη απόκλιση που σημαίνει ότι τελικά το νόμισμα (Ευρώ) δεν είναι κοινό για όλα τα κράτη -μέλη όσον αφορά την αξία του. Έτσι λοιπόν η Ελλάδα κατέγραψε το δεύτερο χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετά την Βουλγαρία με ποσοστό -33% του μ. ο. (67%) της ΕΕ., ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ.
Οι περιστασιακές αυξήσεις του κατώτατου μισθού που εξαγγέλλει η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπορούν να καλύψουν την αισχροκέρδεια στην αγορά ούτε και την κατακόρυφη άνοδο των ενοικίων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να πείσει τον ελληνικό λαό ότι δεν είναι σήμερα φτωχότερος από ότι πριν 5 ή 10 χρόνια και χρησιμοποιεί ως εργαλείο παραπληροφόρησης άλλοτε τις αυξήσεις των κατώτατων μισθών και άλλοτε τον πληθωρισμό ή το δημόσιο χρέος.
Το 2022 ο υψηλός πληθωρισμός στο 9,6% σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ (στα ράφια όμως 30%) και η μείωση της αγοραστικής δύναμης κατά 7,4% συνέτριψαν τις εξαγγελίες τις κυβέρνησης περί αυξήσεων.
Ένας εργαζόμενος κατά μ.ο. έχει αποδοχές περίπου 15.000 Ευρώ δηλαδή 10.000 ευρώ λιγότερα από τον μ.ο. στην ΕΕ, ενώ μια οικογένεια με δύο εργαζόμενους και δύο παιδιά περίπου 33.000 Ευρώ που σημαίνει περίπου 20.000 Ευρώ λιγότερα από τον μ.ο. στην ΕΕ. !!!
Οι μισθοί βρίσκονται σε επίπεδα 2003-2004. Δραματικά στοιχεία που αποκρύπτει η αλαζονική κυβέρνηση Μητσοτάκη παραθέτοντας συνέχεια μέσα από τον τύπο στοιχεία για θετικές αξιολογήσεις από διάφορους Οίκους αξιολόγησης. Όμως ο Οίκος Moody’s διατηρεί το χρέος της Ελλάδας στην κατηγορία των σκουπιδιών BA1 (junk), χωρίς προοπτική αναβάθμισης της Ελλάδας για το 2024.
Η οικονομία της Ελλάδας εξαρτάται από τις ροές χρήματος από την ευρωζώνη, το ταμείο ανάκαμψης και την αφαίμαξη του ελληνικού λαού με υψηλούς έμμεσους και άμεσους φορολογικούς συντελεστές , ώστε να επιτύχει το πρωτογενές πλεόνασμα του 2% που υποχρεούται.
Οι τράπεζες επιτυγχάνουν υπερκέρδη, ενώ το δημόσιο πούλησε τις συμμετοχές σε τράπεζες με ζημία από τις 3 ανακεφαλαιοποιήσεις, 50 δισεκατομμύρια Ευρώ.
Προκειμένου να ξεφορτωθούν οι τράπεζες τα κόκκινα δάνεια, το ελληνικό δημόσιο μπήκε εγγυητής με τις τιτλοποιήσεις ΗΡΑΚΛΗΣ 1, 2 και 3, συνολικά 20 δισ. ευρώ.
Τελικά με την εργαλειοποίηση της φτώχειας δημιουργώντας ψευδαισθήσεις για ισχυρή οικονομία δεν λύνεται ούτε το δημογραφικό πρόβλημα ούτε η φυγή των νέων στο εξωτερικό και το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο για τις επόμενες γενιές Ελλήνων από όλες τις απόψεις.»