Χρηστικά

Απροστάτευτη η Ά κατοικία – Απέτυχε ο μηχανισμός


Μετά από 10 χρόνια οικονομικής καταστροφής, υπάρχει ουσιαστική προστασία της Ά κατοικίας στην Ελλάδα;  Απάντηση ανεπίδεκτη αμφισβήτησης δίνουν οι αριθμοί, με ένα ξεκάθαρο «ΌΧΙ».

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα χθες (5/11) ειδική γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, μέσα σε 4 μήνες λειτουργίας (από 1 Ιουλίου, μέχρι 3 Νοεμβρίου) της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για την προστασία της πρώτης κατοικίας δανειοληπτών με ληξιπρόθεσμες οφειλές στις τράπεζες, έχουν τακτοποιηθεί μόνο 10 περιπτώσεις!

Και μπορεί για επικοινωνιακούς λόγους η ειδική γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους να προτάσσει στην ανακοίνωσή της τις χιλιάδες δανειοληπτών που μπήκαν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα και ξεκίνησαν τη διαδικασία, όμως η ουσία είναι πόσες υποθέσεις διεκπεραιώθηκαν. Και αυτές είναι 2,5 ανά μήνα!

Το επόμενο ερώτημα είναι:  γιατί ο μηχανισμός είναι αναποτελεσματικός μέχρι τώρα; Δύο θεωρούνται οι βασικοί λόγοι αποτυχίας του συστήματος: α) Οι προϋποθέσεις ένταξης, που αποκλείουν την πλειονότητα των «κόκκινων» δανειοληπτών και β) η πολυπλοκότητα των διαδικασιών, που λειτουργούν αποτρεπτικά.

Σε σχέση με την πρώτη και κυριότερη αιτία αποτυχίας του μηχανισμού, δηλαδή τους περιοριστικούς όρους, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι, μεταξύ άλλων, ένας δανειολήπτης με χρέη στις τράπεζες, για να ενταχθεί στο καθεστώς προστασίας της κύριας κατοικίας του θα πρέπει:

  • Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου (συνυπολογιζομένων λογιστικοποιημένων τόκων και τυχόν εξόδων εκτέλεσης) κατά την ημερομηνία υποβολής της ηλεκτρονικής αίτησης να ανέρχεται μέχρι 130.000 ευρώ ή 100.000 ευρώ για επιχειρηματικά δάνεια. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι και μόνο αυτός ο όρος θέτει εκτός ρύθμισης τους περισσότερους, αν ληφθούν υπόψη τα σωρευμένα χρέη από τα μεγάλα δάνεια, τα οποία χορηγούσαν οι τράπεζες προ κρίσης, μετά την επιβάρυνση των τόκων από την στιγμή που κατέστησαν ληξιπρόθεσμα.
  • Η αξία (η φορολογητέα για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ) της κύριας κατοικίας να μην υπερβαίνει το ποσό των 250.000 ευρώ και για επιχειρηματικά δάνεια, 175.000 ευρώ.
  • Το οικογενειακό εισόδημα να μην υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ, κατά το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για το σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα 3 εξαρτώμενα μέλη.   
  • Η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας, καθώς και των μεταφορικών μέσων του αιτούντα και της συζύγου του, να μην ξεπερνά το ποσό των 80.000 ευρώ.

Και μόνο αυτοί οι τέσσερις όροι κόβουν δεκάδες χιλιάδες δανειοληπτών με ληξιπρόθεσμες οφειλές στις τράπεζες, επιτρέποντας μόνο σε κάποιες δεκάδες να περάσουν τελικά.

Η κυβέρνηση δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ή να προσποιείται ότι δεν καταλαβαίνει, που βρίσκεται η αιτία του προβλήματος και αντί μετά από 4 μήνες λειτουργίας της ηλεκτρονικής πλατφόρμας να διευρύνει τα όρια ένταξης, προχωράει σε βελτιώσεις, που αφορούν υποπεριπτώσεις, εστιάζοντας στην επικοινωνιακή διαχείριση.

Ωστόσο, οι τράπεζες ετοιμάζουν μπαράζ πλειστηριασμών από τις αρχές του 2020, με πολλές κύριες κατοικίες φτωχών και μεσαίων νοικοκυριών να μπαίνουν στο στόχαστρό τους. Και τότε η επικοινωνιακή διαχείριση ενός μείζονος προβλήματος, που γέννησε η πρωτοφανής μείωση των εισοδημάτων χιλιάδων νοικοκυριών, δεν θα αρκεί.

Δημήτρης Κυριακόπουλος

 

Διαβαστε επισης