Με Άποψη

Από τα μέτρα στήριξης στη νεοφιλελεύθερη απάντηση


Η ανακοίνωση των μέτρων φορολογικής ελάφρυνσης και εισοδηματικής στήριξης από την κυβέρνηση για την διετία 2019-2020 αποτέλεσε και αποτελεί ένα σημείο καμπής στην προεκλογική περίοδο που διανύουμε. Παρότι η αντιπολίτευση επιχειρεί να στρέψει αλλού το ενδιαφέρον, με θέματα «κλειδαρότρυπας» ή ακόμη και με γκεμπελικής έμπνευσης προπαγάνδα, αυτό που μετρά για την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών είναι το αν η ασκούμενη πολιτική βελτιώνει την καθημερινότητα του και βέβαια ποιο είναι το σχέδιο και το όραμα για τη χώρα που καταθέτει η αντιπολίτευση στο τραπέζι του διαλόγου.

Του ΜΑΚΗ ΝΤΟΒΟΛΟΥ

Η κυβέρνηση απαλλαγμένη από την σκληρή επιτροπεία του μνημονίου και πατώντας πάνω στα πολύ καλά δημοσιονομικά αποτελέσματα, όσο και στην ανοδική πορεία της οικονομίας, προχωρεί ήδη από τον Σεπτέμβριο σε μέτρα ενίσχυσης πλατιών λαϊκών στρωμάτων μετά από μια 8ετία σκληρής λιτότητας. 

Η μείωση του ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμικά κατά 30% τη διετία 2019-20 και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στους εμπόρους και ελεύθερους επαγγελματίες ήταν από τα πρώτα μέτρα που ανακοινώθηκαν το Σεπτέμβριο του 2018. Ακολούθησαν η επαναφορά σε ισχύ των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11%, με ταυτόχρονη κατάργηση του υποκατώτατου. 

Συνέχεια υπήρξε αυτές τις ημέρες, καθώς ανακοινώθηκαν και ήδη  ψηφίστηκαν μέτρα όπως η ρύθμιση, έως και σε 120 δόσεις, των οφειλών σε ταμεία, εφορίες και ΟΤΑ, η μείωση του ΦΠΑ στη εστίαση και στα τρόφιμα από το 24% στο 13%, όπως επίσης στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο από το 13% στο 6%, και η απόδοση της 13ης σύνταξης (πλήρως ή μερικώς) σε όλους τους συνταξιούχους. 

Επιπλέον ανακοινώθηκαν μέτρα που θα εφαρμοστούν από το 2020 όπως η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως τα 20.000 ευρώ και η δραστική μείωσή της για το σύνολο των εισοδημάτων, η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών επιχειρήσεων για πρόσληψη νέων εργαζόμενων μέχρι 25 ετών με ποσοστό 80% τόσο για τον εργοδότη όσο και για τον εργαζόμενο, η περαιτέρω μείωση συντελεστών ΦΠΑ, οι φορολογικές ελαφρύνσεις στους νησιώτες, η περαιτέρω μείωση του κόστους θέρμανσης για τους κατοίκους των ορεινών περιοχών, η απαλλαγή των τόκων στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας από το φορολογητέο εισόδημα, η μείωση φόρου συνεταιρισμών και συνεταιρισμένων αγροτών κ.α.

Μάλιστα ο υπουργός Οικονομικών άφησε ανοικτό να ανακοινωθεί νέο πακέτο μέτρων εισοδηματικής ενίσχυσης το φθινόπωρο, με κυριότερο την επαναφορά, με κάποια μορφή, του ΕΚΑΣ. 

Η αντίδραση της αντιπολίτευσης, ιδιαίτερα της αξιωματικής, απέναντι στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης ήταν από αμήχανη και αρνητική έως και συγκεκαλυμμένα υπονομευτική. 

Αρνητική ήταν στο ζήτημα της αύξησης του κατώτατου μισθού και της χορήγησης της 13ης σύνταξης (άσχετα αν αναγκάστηκε να το υπερψηφίσει στη Βουλή). Στα υπόλοιπα μέτρα η αμηχανία της ήταν έκδηλη, κάνοντας λόγο για προεκλογικές παροχές, φιλοδωρήματα, προσπάθεια εξαγοράς ψήφων και άλλα παρόμοια. 

Επίσης, η αμηχανία της αντιπολίτευσης γίνεται ολοφάνερη και από το εξής: ενώ μέχρι πρόσφατα κατακεραύνωνε την κυβέρνηση για την σημαντική υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, πλέον η κριτική της στην κυβέρνηση επικεντρώνεται στο ότι θα πετύχει μεν, αλλά οριακά, το στόχο του 3,5% του ΑΕΠ.

Προς την κατεύθυνση αυτή κινήθηκε και ο πάντα πρόθυμος να ικανοποιήσει τους πολιτικούς σχεδιασμούς της αντιπολίτευσης, Διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας, ο οποίος ως υπουργός Οικονομικών είχε συμφωνήσει σε θηριώδη πλεονάσματα διαρκείας της τάξης του 4,2-4,5% του ΑΕΠ.  

Την ίδια στιγμή στην αξιωματική αντιπολίτευση είναι έτοιμοι να πανηγυρίσουν, αν δεν την προκαλούν κιόλας με υπόγειες πολιτικές παρεμβάσεις και δήθεν αθώες δημοσιογραφικές ερωτήσεις, μια αντίδραση των Βρυξελλών που θα θέτει εμπόδια στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Πρόκειται για τους ίδιους κύκλους που παρακαλούσαν να μην κλείσουν οι αξιολογήσεις και όταν έκλειναν κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι «τα έδινε όλα», ή που δεν ήθελαν να βγει η χώρα από τα μνημόνια και ζητούσαν προληπτική γραμμή στήριξης - δηλαδή νέα μνημόνια με άγνωστη χρονική κατάληξη. 

Και ενώ οι πολίτες βλέπουν το έργο της κυβέρνησης και θα το κρίνουν στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, ακόμη ψάχνουν να βρουν και να κρίνουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα επόμενα χρόνια. Όμως οι «κρίσεις ειλικρίνειας» που πιάνουν όλο και πιο συχνά τον Κ. Μητσοτάκη σχετικά με τα εργασιακά, τους μισθούς, τις συντάξεις, την υγεία, την παιδεία, την κοινωνική ασφάλιση και τα κοινωνικά δικαιώματα είναι ενδεικτικές και άκρως αποκαλυπτικές για το σκληρά νεοφιλελεύθερο και αντικοινωνικό πρόγραμμα που θα εφαρμόσει σε περίπτωση που υπερψηφιστεί από τον ελληνικό λαό. 

Βέβαια, οι απόψεις που διατυπώνει ο Κ. Μητσοτάκης είναι συνεπείς με την ιδεολογική και πολιτική του τοποθέτηση. Βρίσκονται όμως σε πλήρη αντίθεση με τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας, καθώς εξυπηρετούν, με εξόφθαλμο μάλιστα τρόπο, τα συμφέροντα μιας ελίτ, που ευθύνεται εν πολλοίς και για τη χρεοκοπία της χώρας.