Από 500 έως και 2.500 ευρώ είναι το πρόστιμο της εφορίας για την απώλεια των βιβλίων και των στοιχείων της εφορίας, τα οποία θα πρέπει να διαφυλάσσονται, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ακόμη και μετά την παραγραφή των υποθέσεων.
Ωστόσο, κάποιοι φορολογούμενοι μπορούν να αποφύγουν το πρόστιμα εάν η απώλεια συνέβη σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο που υπήρχε νομοθυετικό κενό!
Με εγκυκλίους της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, καθώς και με αποφάσεις των δικαστηρίων (ΣτΕ) αποσαφηνίστηκαν τα αυτοτελή πρόστιμα που επιβάλλονται, αλλά και οι κυρώσεις που ακολουθούν. Αναλυτικότερα:
- Με πρόστιμο 2.500 ευρώ βρίσκονται αντιμέτωποι οι επιτηδευματίες που δηλώνουν στις φορολογικές αρχές την απώλεια των λογιστικών βιβλίων ή των φορολογικών τους στοιχείων. Όμως το συγκεκριμένο πρόστιμο, ισχύει από τις 17 Οκτωβρίου 2015 (ν. 4174/2013) και μετά. Συγκεκριμένα η νομοθεσία προβλέπει ότι η απώλεια βιβλίων είναι «διαδικαστική» παράβαση από τις 17-10-2015 και μετά, η οποία τιμωρείται με αυτοτελές πρόστιμο 2.500 ευρώ.
- Στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποδείξει ότι η απώλεια των βιβλίων ή και των στοιχείων έλαβε χώρα κατά το χρονικό διάστημα από την 1-1-2014 έως και 16 Οκτωβρίου 2015 ή ότι οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας (κλοπή, πυρκαγιά κλπ) μπορεί να γλιτώσει το συγκεκριμένο πρόστιμο. Με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, έχει κριθεί στο παρελθόν, ότι σε περίπτωση απώλειας βιβλίων ή στοιχείων μέσα στο χρόνο που ορίζεται για τη διαφύλαξή τους, επιβάλλεται κατ’ αρχήν πρόστιμο, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι η απώλεια των βιβλίων ή στοιχείων οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας και η απώλεια έλαβε χώρα στο χρονικό διάστημα από την 1-1-2014 έως την 16η-10-2015, διάστημα στο οποίο υπήρχε νομοθετικό κενό ή ότι η απώλεια οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας (κλοπή, πυρκαγιά κ.λπ.). Επειδή το πρόστιμο επιβάλλεται κατά τον χρόνο που διαπιστώνεται ή πιστοποιείται η απώλεια των βιβλίων ή στοιχείων, εάν δεν μπορεί να πιστοποιηθεί η απώλεια σε προγενέστερο χρόνο, τότε θεωρείται ότι η απώλεια λαμβάνει χώρα στον χρόνο κατά τον οποίο δηλώνεται αυτή στην αρμόδια ελεγκτική αρχή.
- Όταν η απώλεια των βιβλίων και των στοιχείων συνέβη (και αποδειχτεί) έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, υπάρχει άλλη αντιμετώπιση από πλευράς προστίμων. Ειδικότερα, στην περίπτωση αυτή ισχύουν οι διατάξεις των νόμων 2523/1997 και 2238/1994, με τις οποίες προβλέπονται πρόστιμα 500 ευρώ ανά 50 φύλλα μπλοκ απολεσθέντων φορολογικών στοιχείων και εξωλογιστικός προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος με βάση τον ισχύοντα τότε μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους προσαυξημένο κατά 50%. Δηλαδή, για την περίπτωση απώλειας βιβλίων προ του 2014, εκτός από το αυτοτελές πρόστιμο των 500 ευρώ, ανά μπλοκ 50 φύλλων, θα προσδιοριστεί εξωλογιστικά και το εισόδημα του επιτηδευματία, με προσαύξηση κατά 50%, και θα του καταλογιστεί και ο διαφυγών φόρος εισοδήματος.
Μέχρι πότε φυλάσσονται
Όπως έχει γράψει το Σin, σε ότι αφορά στο χρόνο διαφύλαξης των βιβλίων, για τυχόν έλεγχο από την εφορία, κλειδί αποτέλεσε η απόφαση της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έκρινε ότι ο έλεγχος δεν μπορεί να επεκταθεί πέραν της πενταετίας, εκτός αν συντρέχουν ειδικές συνθήκες ελέγχους κ.λπ. Στο πλαίσιο, αυτό, η εγκύκλιος διευκρινίζει ότι τα λογιστικά αρχεία (βιβλία και στοιχεία), οι φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί, οι φορολογικές μνήμες και τα αρχεία που δημιουργούν οι φορολογικοί μηχανισμοί πρέπει να διαφυλάσσονται κατ' ελάχιστον:
α) για διάστημα πέντε (5) ετών από τη λήξη του αντίστοιχου φορολογικού έτους εντός του οποίου υπάρχει η υποχρέωση υποβολής δήλωσης ή
β) εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του Κώδικα, έως ότου παραγραφεί το δικαίωμα έκδοσης από τη Φορολογική Διοίκηση πράξης προσδιορισμού του φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή ή
γ) έως ότου τελεσιδικήσει η απαίτηση της Φορολογικής Διοίκησης σε συνέχεια διενέργειας φορολογικού ελέγχου ή έως ότου αποσβεστεί ολοσχερώς η απαίτηση λόγω εξόφλησης.
Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει σαφώς ότι η εν λόγω υποχρέωση καταλαμβάνει τα τηρούμενα λογιστικά αρχεία (βιβλία και στοιχεία), δηλαδή αυτά που έχουν χρησιμοποιηθεί και όχι αυτά που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί, δεδομένου ότι ο χρόνος διαφύλαξης αυτών συναρτάται με τις περιόδους που αυτά αφορούν.
Ανάλογα δηλαδή με το φορολογικό έτος (περίοδο) που αυτά αφορούν, καθορίζεται και ο χρόνος διαφύλαξής τους. Συνεπώς, τόσο τα χρησιμοποιηθέντα στοιχεία, τα οποία τεκμηριώνουν τις συναλλαγές, όσο και τα χρησιμοποιηθέντα βιβλία, στα οποία απεικονίζονται οι συναλλαγές, πρέπει να διαφυλάσσονται στον οριζόμενο, από τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 4174/2013, χρόνο, προκειμένου να είναι εφικτός ο έλεγχος και η εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων. Το συγκεκριμένο άρθρο 13 του ν. 4174/2013 προβλέπει τα ακόλουθα:
«Τα λογιστικά αρχεία, φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί, φορολογικές μνήμες και αρχεία που δημιουργούν οι φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί πρέπει να διαφυλάσσονται κατ' ελάχιστον:
α) για διάστημα πέντε (5) ετών από τη λήξη του αντίστοιχου φορολογικού έτους εντός του οποίου υπάρχει η υπάρχει η υποχρέωση υποβολής δήλωσης ή
β) εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του Κώδικα, έως ότου παραγραφεί το δικαίωμα έκδοσης από τη Φορολογική Διοίκηση πράξης προσδιορισμού του φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή ή
γ) έως ότου τελεσιδικήσει η απαίτηση της Φορολογικής Διοίκησης σε συνέχεια διενέργειας φορολογικού ελέγχου ή έως ότου αποσβεστεί ολοσχερώς η απαίτηση λόγω εξόφλησης».