Μετά από μια δεκαετή περίοδο καθίζησης, κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης και πρόσφατα της πανδημίας, η αγορά ακινήτων δείχνει να περνά σε φάση ανάπτυξης. Ασφαλείς ενδείξεις αποτελούν οι αυξανόμενοι αριθμοί αγοραπωλησιών, η αναζωπυρούμενη ζήτηση στεγαστικών δανείων και η ανοδική τάση των τιμών κατοικιών και επαγγελματικών χώρων.
Η δυναμική αυτή ενισχύεται και από την παρατηρούμενη συνεχή αύξηση των΄χορηγήσεων στεγαστικών και άλλων ενυπόθηκων δανείων από τις τράπεζες, οι οποίες εκτιμάται ότι θα υπερβούν φέτος τα 1,2 δισ. ευρώ.
Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων στεγαστικών δανείων είναι με σταθερό επιτόκιο, γεγονός που αποτελεί μεγάλο κίνητρο για τους δανειολήπτες, που σπεύδουν να εκμεταλλευτούν τη θετική συγκυρία και να λάβουν δάνειο με εξαιρετικούς γι΄ αυτούς όρους. Σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών, που πιστοποιούν τη ραγδαία αύξηση στη ζήτηση στεγαστικών δανείων, το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο διαμορφώνεται στο 2,30%-3%, ενώ το αντίστοιχο σταθερό επιτόκιο, με εικοσαετή μάλιστα διάρκεια, διαμορφώνεται πλησίον του 2,80%.
Το ευνοϊκό πλαίσιο δανεισμού που έχει προκύψει στην παρούσα φάση, με τη χαμηλή και αμετάβλητη δόση, καθώς το γεγονός ότι έχει μειωθεί σημαντικά ο χρόνος εκταμίευσης ενός στεγαστικού δανείου, αποτελούν τα σημεία αναφοράς που επεξηγούν εν πολλοίς την «ανόρθωση» της στεγαστικής πίστης και τη ενδυνάμωση της αγοράς ακινήτων.
Οι τράπεζες έως το τέλος του έτους, σκοπεύουν να διοχετεύσουν στο τομέα των στεγαστικών δανείων, περί τα 900 εκατομμύρια ευρώ. Σήμερα το μέσο στεγαστικό δάνειο κυμαίνεται σήμερα μεταξύ 70.000 - 90.000, οι επτά στις δέκα αιτήσεις εγκρίνονται, ενώ η ιδία συμμετοχή του δανειολήπτη θα πρέπει να ανέρχεται περίπου στο 25% της αξίας του ακινήτου.
Αυτό, βεβαίως, που επισημαίνουν-δικαίως- τραπεζικοί αναλυτές και παράγοντες της αγοράς, είναι πως το εν λόγω ευνοϊκό καθεστώς δεν πρόκειται να διατηρηθεί εσαεί. Αντιθέτως δύναται να αλλάξει επί τα χείρω, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα –υπό την πίεση των πληθωριστικών τάσεων που σαρώνουν την Ευρώπη, προχωρήσει μια ώρα αρχύτερα στην αύξηση των επιτοκίων, συμπαρασύροντας όπως είναι λογικό και τα επιτόκια των εγχώριων στεγαστικών δανείων.
Σε ανοδική πορεία η οικοδομική δραστηριότητα
Ενδεικτική, πάντως, της αναθέρμανσης της αγοράς ακινήτων, είναι η σημαντική αύξηση της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας. Το 2020 κινήθηκε ανοδικά, κατά 5,9% σε ετήσια βάση -ως αποτέλεσμα της ισχυρής ανόδου που σημειώθηκε το πρώτο τρίμηνο του έτους (56% σε ετήσια βάση)-, ενώ το πρώτο επτάμηνο του 2021, συνεχίζει να αυξάνεται με εντονότερο ρυθμό (46,6% σε ετήσια βάση).
Επίσης, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Alpha Bank, η αγορά κατοικίας, το τρέχον διάστημα, είναι σχετικώς προσιτή, καθώς ο ρυθμός αύξησης των τιμών υπολείπεται του ρυθμού αύξησης του διαθεσίμου εισοδήματος (ο ρυθμός αύξησης του ακαθάριστου διαθεσίμου εισοδήματος διαμορφώθηκε στο 5,1% κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους και στο 7% το δεύτερο τρίμηνο, έναντι αύξησης 3,5% και 4,6% αντίστοιχα, στις τιμές των οικιστικών ακινήτων).